17 Νοεμβρίου 2002

Ας σκεφτούμε οικονομικά

Τον Ιούνιο του 2000 είχαμε την τύχη να έχουμε στην Κύπρο τον Κέννεθ Άρροου, ένα από τους σημαντικότερους οικονομολόγους του 20ού αιώνα και από τους πρώτους αποδέκτες του βραβείου Νόμπελ στα οικονομικά. Ο καθηγητής Άρροου βρισκόταν στην Κύπρο με την ευκαιρία της αναγόρευσής του ως επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου Κύπρου. Στην ευχαριστήριά του ομιλία ο Κεν Άρροου μίλησε στους παριστάμενους για τον "οικονομικό τρόπο σκέψης". Αναφερόταν σε μια από τις θεμελιώδεις αρχές της οικονομικής επιστήμης η οποία διατυπώθηκε για πρώτη φορά τον 18ο αιώνα από τον Άνταμ Σμιθ, τον θεωρούμενο ως πατέρα των οικονομικών. Η ευημερία του κοινωνικού συνόλου, ισχυρίστηκε ο Σμιθ, μεγιστοποιείται όταν ο κάθε άνθρωπος ενεργεί με αποκλειστικό γνώμονα το ατομικό του συμφέρον. Η ιδέα του Σμιθ αποτελεί μέχρι και σήμερα τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής επιστήμης και του οικονομικού τρόπου σκέψης στον οποίο αναφέρεται ο Κεν Άρροου.

Εκ πρώτης όψεως ο οικονομικός τρόπος σκέψης φαίνεται εγωιστικός και αντικοινωνικός, ίσως ακόμα και απάνθρωπος. Όμως το μήνυμα του Κεν Άρροου δεν ήταν ότι ο καθένας πρέπει να ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του. Άλλωστε, η δράση του μαρτυρεί εντελώς το αντίθετο. Πέρα από το πρωτοποριακό επιστημονικό του έργο ο Κεν Άρροου έχει να επιδείξει και πλούσια κοινωνική προσφορά, με ιδιαίτερα σημαντική συμβολή στην προσπάθεια για την εδραίωση της διεθνούς ειρήνης και τη δημοκρατία. Η δράση του άγγιξε και τον δικό μας χώρο, αφού ήταν εξ αυτών που πρωτοστάτησαν στην εκστρατεία για να επιτραπεί στον Ανδρέα Παπανδρέου να φύγει από την Ελλάδα την περίοδο της δικτατορίας.

Τι μπορεί λοιπόν να εννοεί ένας τέτοιος άνθρωπος όταν υποστηρίζει ότι θα ήταν καλύτερα αν ο καθένας ενεργούσε με βάση το ατομικό του συμφέρον (πάντα βέβαια μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας); Για να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να αναλογιστούμε τον εναλλακτικό τρόπο δράσης. Κάποιος που δεν επιδιώκει το ατομικό του συμφέρον δεν ενεργεί με βάση τη ψυχρή λογική αλλά με το συναίσθημα. Αυτό βεβαίως δεν είναι κατ΄ ανάγκην κακό, ιδιαίτερα αν το συναίσθημα που κυριαρχεί είναι η συμπόνοια και η αγάπη προς το συνάνθρωπο. Δυστυχώς όμως τις περισσότερες φορές που ο άνθρωπος λειτουργεί συναισθηματικά κυριαρχείται από άλλα συναισθήματα όπως την εκδίκηση, το μίσος, τη ζήλεια και την προκατάληψη. Στην ιστορία της ανθρωπότητας πολλοί πόλεμοι και πολλά εγκλήματα έχουν γίνει στο όνομα της τάδε ιδεολογίας ή του δείνα ιερού σκοπού. Δεν χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά. Η Τουρκία ποτέ δε θα εισέβαλλε στην Κύπρο αν ενεργούσε με βάση το ψυχρό εθνικό της συμφέρον. Οι Τουρκοκύπριοι δεν θα ανέχονταν την πολιτική της διαίρεσης του Ραούφ Ντενκτάς αν είχαν για γνώμονά τους το ατομικό τους συμφέρον.

Ο οικονομικός τρόπος σκέψης δεν είναι ιδεολογία που συγκινεί. Δεν συσπειρώνει τις μάζες, ούτε οδηγεί σε πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας. Παραδόξως, εδώ ακριβώς ίσως να έγκειται η ομορφιά του. Τους επόμενους μήνες πιθανόν να βρεθούμε αντιμέτωποι με δύσκολες επιλογές. Ας μην αφήσουμε το συναίσθημα να μας παρασύρει. Αν ο καθένας από μας κάνει τους υπολογισμούς του ψύχραιμα, με βάση το δικό του συμφέρον και το συμφέρον των παιδιών του, να είστε βέβαιοι ότι συλλογικά θα καταλήξουμε στην απόφαση που είναι καλύτερη για όλους μας.

Πολίτης, 17/11/2002

3 Νοεμβρίου 2002

Αγροτικές επιδοτήσεις και φτώχεια

Πριν μερικές μέρες ο Αυστραλός πρωθυπουργός Τζων Χάουαρντ ανακοίνωσε ότι η χώρα του προτίθεται να καταργήσει όλους τους εισαγωγικούς δασμούς για προϊόντα που προέρχονται από 50 φτωχές χώρες του τρίτου κόσμου. Ταυτόχρονα, ο Αυστραλός πρωθυπουργός επέκρινε την προστατευτική αγροτική πολιτική που ακολουθούν ανεπτυγμένες χώρες όπως η Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη και η Ιαπωνία.

Το άνοιγμα των αγορών της Αυστραλίας είναι ένα καλό νέο για τις φτωχές χώρες. Πέραν όμως της πρακτικής της αξίας, η ενέργεια της Αυστραλιανής κυβέρνησης έχει και συμβολική σημασία γιατί γίνεται στο τέλος μιας χρονιάς που δεν ήταν ιδιαίτερα καλή για το διεθνές εμπόριο. Πριν μερικούς μήνες η Αμερικανική κυβέρνηση ενέκρινε νομοσχέδιο το οποίο προνοεί επιδοτήσεις ύψους 180 δισεκατομμυρίων δολλαρίων προς τους Αμερικανούς αγρότες. Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρεί με πολύ βραδύ ρυθμό στην μείωση των δικών της επιδοτήσεων που είναι ακόμα ψηλότερες. Συνολικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη και η Ιαπωνία δαπανούν κάθε χρόνο $350 δισεκατομμύρια σε αγροτικές επιδοτήσεις. Τα Ηνωμένα Έθνη εκτιμούν ότι οι επιδοτήσεις αυτές κοστίζουν στις φτωχές χώρες γύρω στα $50 δισεκατομμύρια το χρόνο σε μη πραγματοποιηθείσες εξαγωγές αγροτικών προϊόντων. Κατά σύμπτωση, το ποσό αυτό είναι ίσο με το ποσό που οι ανεπτυγμένες χώρες δίνουν στις φτωχές χώρες ως ετήσια οικονομική βοήθεια. Με άλλα λόγια, με την πολιτική των αγροτικών επιδοτήσεων οι ανεπτυγμένες χώρες παίρνουν πίσω από τους φτωχούς του κόσμου ότι τους δίνουν ως βοήθεια.

θα μπορούσε κάποιος να πει ότι οι αγροτικές επιδοτήσεις είναι αναγκαίες γιατί στηρίζουν τους αγρότες των ανεπτυγμένων χωρών οι οποίοι - αν και όχι τόσο φτωχοί όσο αυτοί του τρίτου κόσμου - χρειάζονται όμως κι αυτοί κάποια βοήθεια. Όμως η αλήθεια είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος των επιδοτήσεων πηγαίνει σε μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις και όχι στους φτωχούς αγρότες. Ενδεικτικά, στις Ηνωμένες Πολιτείες το 47% των επιδοτήσεων καταλήγει σε μεγάλες φάρμες με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα περίπου τριπλάσιο του μέσου ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος της χώρας.

Οι ανεπτυγμένες χώρες διακηρύττουν συνεχώς την προσήλωσή τους στις αρχές του ελεύθερου εμπορίου. Στην πράξη όμως εφαρμόζουν την πολιτική αυτή επιλεκτικά, διατηρώντας την προστατευτική πολιτική τους σε αγορές όπως τα αγροτικά προϊόντα. Η ορθή αντίδραση σε αυτή την αδικία δεν είναι ο περαιτέρω περιορισμός του εμπορίου, όπως υποστηρίζει μεγάλη μερίδα των πολέμιων της παγκοσμιοποίησης. Αντίθετα, αυτοί που ενδιαφέρονται για την ευημερία των φτωχών του κόσμου θα έπρεπε να διαδηλώνουν για την επέκταση του ελεύθερου εμπορίου σε όλους τους τομείς. Η συμμετοχή στο διεθνές οικονομικό σύστημα είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουν οι χώρες του τρίτου κόσμου να ξεφύγουν από τον κύκλο της φτώχειας.

Πολίτης, 3/11/2002

20 Οκτωβρίου 2002

Οι επενδύσεις του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων

Ως γνωστόν το πλεόνασμα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων διοχετεύεται κάθε χρόνο στα κρατικά ταμεία υπό μορφή δανείου. Πρόσφατα οι συντεχνίες ζήτησαν την αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων επένδυσης των αποθεμάτων του ΤΚΑ, τα οποία ξεπερνούν σε σύνολο τα δύο δισεκατομμύρια λίρες. Το θέμα αυτό έχει ανακύψει επανειλημμένα στο παρελθόν, με αποκορύφωμα ίσως την έντονη αρθρογραφία που αναπτύχθηκε το καλοκαίρι του 2000.

Η τότε συζήτηση είχε επικεντρωθεί στο θέμα της επένδυσης ή όχι των αποθεμάτων του ΤΚΑ στο ΧΑΚ. Ένας από τους ένθερμους υποστηρικτές μια τέτοιας επένδυσης ήταν και ο Πρόδρομος Προδρόμου, ο οποίος είχε χρησιμοποιήσει και το επιχείρημα ότι "αν είχαν επενδυθεί το Μάρτιο 1996 £10 εκ. λίρες, ακόμα και σήμερα - μέσα στην κρίση - θα ήταν £38 εκ.!" ("Νέος Τύπος," 12/8/2000.) Το πρόβλημα με αυτή τη λογική είναι καταφανές. Αρκεί να πούμε ότι αν τον Αύγουστο του 2000 είχαν επενδυθεί £10 εκ. στο ΧΑΚ, σήμερα θα είχαν συρρικνωθεί στα £2.2 εκ.

Το γεγονός ότι κάποιος με τις γνώσεις και ικανότητες του κύριου Προδρόμου έφτασε σε μια τόσο λανθασμένη εκτίμηση δείχνει ότι το θέμα δεν σηκώνει ερασιτεχνισμούς. Χρειάζεται να γίνει μια σοβαρή και εις βάθος δημόσια συζήτηση, ανάλογη αυτής που διεξάγεται αυτό τον καιρό στις Ηνωμένες Πολιτείες αναφορικά με τα κυβερνητικά σχέδια για μερική ιδιωτικοποίηση του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων. Οι αντιδράσεις στα σχέδια αυτά δεν προέρχονται μόνο από τους συνήθεις καχύποπτους που δεν εμπιστεύονται τις αγορές αλλά και από πολλούς οικονομολόγους οι οποίοι ανησυχούν ότι χρηματιστηριακές κρίσεις όπως η σημερινή θα θέσουν σε κίνδυνο τις μελλοντικές συντάξεις των πολιτών.

Βέβαια στην Κύπρο δεν συζητείται θέμα ιδιωτικοποίησης του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων αλλά μόνο η αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων επένδυσης. Ποιος όμως είναι αυτός που θα αναλάβει τη διαμόρφωση αυτής της επενδυτικής πολιτικής; Χρειάζεται κάποιος που να διαθέτει τη διάθεση, τις γνώσεις, αλλά και την ακεραιότητα χαρακτήρος που απαιτεί η ανάληψη μιας τέτοιας ευθύνης. Κάποιος που θα είναι σε θέση να αξιολογεί επενδυτικές ευκαιρίες και ταυτόχρονα να αντιστέκεται σε πιέσεις για επενδύσεις που θα αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση συμφερόντων άλλων από αυτών των πολιτών.

Πρέπει να είμαστε όλοι πολύ προσεχτικοί, ιδιαίτερα οι συντεχνίες που αγωνιούν για το μέλλον των μελών τους. Αν θα προχωρήσουμε στη χάραξη μιας νέας επενδυτικής πολιτικής για το ΤΚΑ θα πρέπει να θέσουμε σαφείς κατευθυντήριες γραμμές που να ελαχιστοποιούν την έκθεση των διαχειριστών του ταμείου σε αφόρητες πιέσεις. Ως πρώτο βήμα θα ήταν σοφό να αποκλειστούν οι επενδύσεις στο ΧΑΚ και να μελετηθεί η επένδυση σε κρατικά ομόλογα ξένων χωρών. Έτσι αποφεύγονται οι επενδύσεις υψηλού κινδύνου και επιτυγχάνεται η διασπορά του επενδυτικού κινδύνου, που αποτελεί ένα από τα σημαντικότερους στόχους μιας συνετής επενδυτικής πολιτικής.

Πολίτης, 20/10/2002

6 Οκτωβρίου 2002

Η ανάγκη για δημοσιονομική περισυλλογή

Ένας σημαντικός στόχος του Προενταξιακού Οικονομικού Προγράμματος (ΠΟΠ) που ετοίμασε το Υπουργείο Οικονομικών είναι ο ισοζυγισμός του κρατικού προϋπολογισμού μέχρι το έτος 2005. Η οριοθέτηση του στόχου αυτού είναι μια θετική εξέλιξη και δίνει κάποιες ελπίδες ότι θα γίνει επιτέλους μια σοβαρή προσπάθεια να τεθούν σε τάξη τα δημοσιονομικά μας. Για να αντιληφθεί ο καθένας πόσο χρειάζεται αυτή η τάξη αρκεί να πούμε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παρουσίασε για τελευταία φορά δημοσιονομικό πλεόνασμα το 1971.

Υπάρχουν όμως αρκετοί λόγοι να βλέπει κανείς με δυσπιστία τους υπολογισμούς του υπουργείου οικονομικών. Κατ' αρχάς, ο στόχος του ισοζυγισμένου προϋπολογισμού προβλέπεται να επιτευχθεί αν η οικονομία παρουσιάσει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 4.6% ετησίως για την επόμενη τριετία. Παρόλο που τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης είχαμε και την τετραετία 1998-2001, η πρόβλεψη ότι θα συνεχίσουμε να τους επιτυγχάνουμε σε μια περίοδο που η διεθνής οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση στασιμότητας είναι κάπως αισιόδοξη. Επιπρόσθετα, η πρόβλεψη αυτή παραγνωρίζει τη σοβαρή πιθανότητα ενός πολέμου στο Ιράκ στις αρχές του επόμενου έτους. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει πολύ δυσμενείς επιπτώσεις στην Κυπριακή οικονομία. Παράλληλα, η εκρηκτική κατάσταση στα παλαιστινιακά εδάφη, οι επιπτώσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και ο απόηχος της χρηματιστηριακής κρίσης θα συνεχίσουν να ταλαιπωρούν την Κυπριακή οικονομία.

Ακόμα όμως κι αν το αισιόδοξο σενάριο ανάπτυξης επαληθευτεί, αυτό δεν συνεπάγεται ότι αυτόματα θα ισοσκελιστεί και ο προϋπολογισμός. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι την "χρυσή" περίοδο 1998-2001 το δημοσιονομικό έλλειμμα κυμάνθηκε από το 3.7% μέχρι το 5.5%. Χρειάζονται λοιπόν τολμηρές διαρθρωτικές αλλαγές που θα οδηγήσουν στη μείωση των δαπανών και την αύξηση των εσόδων του κράτους. Το ΠΟΠ αναφέρεται αόριστα σε περιορισμό της αύξησης των θέσεων του δημοσίου και συγκράτηση των δημοσίων δαπανών. Όμως παρόμοιες δεσμεύσεις έχουν γίνει πολλές φορές στο παρελθόν χωρίς τα ανάλογα αποτελέσματα. Πόσο μάλλον τώρα που η ευθύνη για την υλοποίηση του ΠΟΠ θα περάσει σύντομα σε μια καινούρια κυβέρνηση.

Ίσως το Υπουργείο Οικονομικών να γνωρίζει κάτι που οι υπόλοιποι αγνοούμε. Όμως τα δεδομένα που έχουμε μπροστά μας δεν μας επιτρέπουν να είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι. Δεν είναι σοφό να βασιζόμαστε σε αισιόδοξα σενάρια ανάπτυξης για την μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Η πικρή αλήθεια είναι ότι η δημοσιονομική τάξη δεν πρόκειται να αποκατασταθεί χωρίς τον περιορισμό του κρατικού μισθολογίου που αποτελεί την κύρια δαπάνη του κράτους. Ούτε η κυβέρνηση αλλά ούτε και η αντιπολίτευση μας έχουν δώσει σοβαρές ενδείξεις ότι έχουν την πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο. Η προεκλογική περίοδος στην οποία εισερχόμαστε είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την πολιτική ηγεσία να μας διαψεύσει αποφεύγοντας τις υποσχέσεις για γενναιόδωρες παροχές και αναλαμβάνοντας δεσμεύσεις με συγκεκριμένες προτάσεις για αντιμετώπιση του χρόνιου δημοσιονομικού μας προβλήματος.

Πολίτης, 6/10/2002

14 Σεπτεμβρίου 2002

Προσοχή με τις τηλεπικοινωνίες

Οι αντιδράσεις που ακολούθησαν την ιστορική απόφαση της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού για τα υπερκέρδη της ΑΤΗΚ δείχνουν την ύπαρξη τριών σχολών σκέψης αναφορικά με το μέλλον του οργανισμού.

  • Μια σχολή σκέψης κατηγορεί την ΑΤΗΚ για αισχροκέρδεια και καταδολίευση και απαιτεί μειώσεις στα τέλη και επιστροφή χρημάτων χωρίς να δείχνει να ανησυχεί για τις μελλοντικές επιπτώσεις.
  • Η δεύτερη σχολή σκέψης θεωρεί ότι η απόφαση της Επιτροπής και οι επιθέσεις εναντίον της ΑΤΗΚ αποτελούν μέρος μιας ενορχηστρωμένης εκστρατείας από μεγάλα συμφέροντα που επιδιώκουν να αποδυναμώσουν την Αρχή και να την καταστήσουν ευάλωτη στον επερχόμενο ανταγωνισμό.
  • Τέλος, μια τρίτη σχολή ανησυχεί ότι περαιτέρω μείωση των τελών θα αποθαρρύνει τους επίδοξους ανταγωνιστές.

Η κάθε προσέγγιση έχει βέβαια τη λογική της, όμως υπάρχουν ορισμένες πραγματικότητες που όλοι πρέπει να αναγνωρίσουν. Η εμπειρία των Ευρωπαϊκών χωρών δείχνει ότι τα πρώην κρατικά τηλεπικοινωνιακά μονοπώλια δύσκολα χάνουν την ηγεμονία στην αγορά. Αντίθετα, οι εκθέσεις της ΕΕ δηλώνουν ανησυχία για το γεγονός ότι οι νέοι ανταγωνιστές δυσκολεύονται να αποσπάσουν σημαντικό μερίδιο της αγοράς. Έτσι, δεδομένου ότι η ΑΤΗΚ είναι ένας οργανισμός με αξιόλογη τεχνογνωσία και ανθρώπινο δυναμικό και νοουμένου ότι η βουλή θα εγκρίνει τη προτεινόμενη μετοχοποίησή της, μάλλον δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας για τη βιωσιμότητά της.

Αντίθετα, η ανησυχία για τη σωστή λειτουργία της αγοράς μετά την φιλελευθεροποίηση είναι πλήρως δικαιολογημένη. Για να υπάρξει υγιής ανταγωνισμός θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι θα υπάρχουν τουλάχιστον δύο (καλύτερα περισσότεροι) ισότιμοι παίχτες. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει σαφής διαχωρισμός μεταξύ των υπηρεσιών στις οποίες η ΑΤΗΚ αντιμετωπίζει ανταγωνισμό και αυτών στις οποίες διατηρεί το μονοπώλιο. Τα τέλη της κινητής και διεθνής τηλεφωνίας στα οποία θα υπάρξει ανταγωνισμός πρέπει να αντικατοπτρίζουν το πραγματικό κόστος παροχής τους και για κανένα λόγο δεν πρέπει να υπάρξει επιδότηση αυτών των υπηρεσιών από άλλους πόρους της Αρχής.

Η εξακρίβωση του κόστους παροχής των διαφόρων υπηρεσιών δεν είναι απλή υπόθεση γιατί πολλές δαπάνες, όπως αυτές για έργα υποδομής, είναι κοινές για όλες τις υπηρεσίες. Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι κατανομής του κόστους των έργων αυτών στις διάφορες υπηρεσίες. Αναπόφευκτα η κάθε μέθοδος καταλήγει σε διαφορετικές εκτιμήσεις ως προς το κόστος που αντιστοιχεί στην κάθε υπηρεσία. Ο Ρυθμιστής Τηλεπικοινωνιών είναι το αρμόδιο όργανο για να καθορίσει τη μέθοδο που θα χρησιμοποιηθεί. Όμως η στελέχωση και οργάνωση της σημαντικής αυτής υπηρεσίας φαίνεται να καθυστερεί με αποτέλεσμα να αδυνατεί να παρέμβει αποτελεσματικά. Στο μεταξύ ο χρόνος κυλά, η ώρα της εισόδου του ανταγωνιστή πλησιάζει και η ΑΤΗΚ μειώνει περαιτέρω τα τέλη. Κάποιοι θα πρέπει να κινηθούν γρήγορα για να μην καταλήξουμε με μια προβληματική αγορά.

Πολίτης, 14/9/2002

8 Σεπτεμβρίου 2002

Τα εκατομμύρια της ΑΤΗΚ

Η απόφαση της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού για επιβολή προστίμου ύψους 20 εκατομμυρίων λιρών στην ΑΤΗΚ σηματοδοτεί την έναρξη μιας καινούριας εποχής στο θέμα του ανταγωνισμού στην Κυπριακή οικονομία. Πρόκειται ουσιαστικά για την πρώτη σημαντική καταδικαστική απόφαση της Επιτροπής που δηλώνει με αυτό τον τρόπο παρούσα στο οικονομικό γίγνεσθαι του τόπου.

Η απόφαση της Επιτροπής θα έχει σημαντικές επιπτώσεις τόσο στην ίδια την ΑΤΗΚ όσο και στην εξέλιξη της τηλεπικοινωνιακής αγοράς στον τόπο μας. Χωρίς αμφιβολία το θέμα αυτό θα συνεχίσει να μας απασχολεί για αρκετό καιρό ακόμα. Ένα από τα πρώτα θέματα που ανέκυψαν είναι αυτό του τρόπου διάθεσης τόσο του ποσού του προστίμου όσο και των υπολοίπων εκατομμυρίων της ΑΤΗΚ. Ακούστηκαν διάφορες προτάσεις για τα 20 εκατομμύρια του προστίμου, όπως για παράδειγμα η διάθεση του ποσού για επενδύσεις σε τεχνολογική υποδομή. Η ίδια η ΑΤΗΚ υποσχέθηκε να διαθέσει επιπρόσθετο ποσό 30 εκατομμυρίων για τη στήριξη του πολιτισμού και του αθλητισμού. Από την άλλη οι σύνδεσμοι των καταναλωτών ζητούν την επιστροφή των χρημάτων στους δικαιούχους τους, τους καταναλωτές δηλαδή που πληρώνουν για τις υπηρεσίες της ΑΤΗΚ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πρόταση των συνδέσμων των καταναλωτών είναι η ορθότερη και δικαιότερη. Για να γίνει όμως σωστά η επιστροφή χρημάτων θα πρέπει να διεξαχθεί λεπτομερής έρευνα ώστε να διαπιστωθεί η επιπρόσθετη επιβάρυνση που επωμίστηκε ο κάθε καταναλωτής την περίοδο για την οποία επεβλήθηκε το πρόστιμο. Το κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι μάλλον απαγορευτικό και καθιστά ανέφικτη αυτή την επιλογή.

Από την άλλη, οι προτάσεις για διάθεση των χρημάτων σε διάφορους κοινωφελείς σκοπούς έχουν το μειονέκτημα ότι δεν είναι αποτέλεσμα σοβαρής μελέτης και προγραμματισμού αλλά αποτελούν μάλλον ενστικτώδη αντίδραση στο αναπάντεχο κελεπούρι. Ιδιαίτερα η "προσφορά" της ΑΤΗΚ θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με πολλή σκεπτικισμό. Αν τα 30 εκ. αποτελούν περιουσία του Κυπριακού λαού τότε αρμόδιο όργανο να αποφασίσει τη διάθεσή τους δεν είναι βέβαια η ΑΤΗΚ αλλά το Κυπριακό κράτος. Το κράτος έχει την ευθύνη να ιεραρχεί τις προτεραιότητές του και ανάλογα να αποφασίζει πού και πώς θα διαθέσει τα έσοδά του, από όπου κι αν προέρχονται. Έτσι και τα εκατομμύρια της ΑΤΗΚ θα πρέπει να περάσουν στα δημόσια ταμεία που σίγουρα τα χρειάζονται.

Είναι σημαντικό το θέμα αυτό να αντιμετωπιστεί από την αρχή με τη δέουσα σοβαρότητα για να μην δημιουργηθούν κακά προηγούμενα. Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού δείχνει να έχει τη διάθεση να προχωρήσει δυναμικά στη εξέταση υποθέσεων εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης και προσυνεννοημένης τιμολόγησης. Αυτό σημαίνει ότι τα έσοδα από πρόστιμα θα συνεχίσουν να έρχονται. Δεν είναι δυνατό κάθε φορά που κάποια εταιρεία τιμωρείται να της επιτρέπουμε να προσπαθήσει να βελτιώσει την εικόνα της δωροδοκώντας ουσιατικά τους πολίτες.

Πολίτης, 8/9/2002

28 Ιουλίου 2002

Η μεταρρύθμιση που δεν τόλμησε

Η ανάγκη για φορολογική μεταρρύθμιση προέκυψε από την δέσμευση που αναλάβαμε έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης για αύξηση των έμμεσων φόρων, κάτι που θα απέφερε στο κράτος γύρω στα 200 εκ. λίρες το χρόνο. Δεδηλωμένος σκοπός της μεταρρύθμισης ήταν η επιστροφή των εκατομμυρίων αυτών στους πολίτες με τη μείωση των άμεσων φόρων και την αύξηση των χορηγιών και επιδομάτων.

Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η ταυτόχρονη μείωση της άμεσης και αύξηση της έμμεσης φορολογίας είναι μια θετική εξέλιξη που έπρεπε να είχε γίνει από καιρό χωρίς να περιμένουμε να μας το επιβάλει η ΕΕ. Σε χώρες με ψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής όπως η Κύπρος η έμμεση φορολογία είναι ο μόνος τρόπος για το κράτος να εισπράξει φόρους από ορισμένες τάξεις πολιτών. Επιπλέον, η μείωση του φόρου εισοδήματος αυξάνει τα κίνητρα για εργασία και μειώνει τα κίνητρα για φοροδιαφυγή. Στα θετικά της μεταρρύθμισης καταγράφεται επίσης η εισαγωγή των επιδομάτων τέκνου αντί των εκπτώσεων, οι οποίες ωφελούσαν κυρίως τα ψηλά εισοδηματικά στρώματα. H κατάργηση των διαφόρων εκπτώσεων συντείνει επίσης και στην απλοποίηση του συστήματος.

Τα αρνητικά της μεταρρύθμισης εστιάζονται σε τρία σημεία. Το πρώτο είναι η αδυναμία της βουλής να διατηρήσει τη πολυδιαφημισμένη μηδενική βάση. Η περαιτέρω επιβάρυνση των δημόσιων οικονομικών σε μια περίοδο που ήδη υπάρχει σοβαρό δημοσιονομικό έλλειμα σίγουρα δεν αποτελεί σοφή ενέργεια.

Το δεύτερο αρνητικό σημείο αφορά στα επιδόματα τέκνου. Δεν υπάρχει κανένας λόγος για την υιοθέτηση κλιμακωτού επιδόματος. Το επιχείρημα ότι αποτελεί κίνητρο για αύξηση των γεννήσεων μάλλον δεν ισχύει, τουλάχιστον με τα ποσά που έχουν ψηφιστεί. Επίσης, η εισαγωγή εισοδηματικών κριτηρίων με πολλαπλές διαβαθμίσεις είναι λανθασμένη γιατί πλήττει τους νομοταγείς πολίτες που δεν φοροδιαφεύγουν και αποτελεί αντικίνητρο για εργασία, ιδιαίτερα για τις μητέρες που ίσως να ήθελαν να εργαστούν μειωμένες ώρες. Ένα σταθερό ποσό ανά παιδί θα ήταν μια απλή και λογική λύση που δεν θα περιέπλεκε αχρείαστα το σύστημα.

Όμως η μεγαλύτερη αδυναμία της μεταρρύθμισης είναι ότι παρέβλεψε παντελώς το τεράστιο πρόβλημα της φοροδιαφυγής. Πέραν της εμφανούς κοινωνικής αδικίας που δημιουργεί, η φοροδιαφυγή προκαλεί προβλήματα στη λειτουργία του κράτους αφού καθιστά πολύ δύσκολη την άσκηση δημόσιας πολιτικής. Όταν το κράτος δεν είναι σε θέση να διακρίνει τους πλούσιους από τους φτωχούς τότε δεν μπορεί να εφαρμόσει κοινωνικά προγράμματα για να βοηθήσει τους τελευταίους. Υπάρχουν δοκιμασμένες μέθοδοι που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες χώρες οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την απάμβλυνση του προβλήματος. Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα προόδου σε αυτό τον τομέα τα τελευταία χρόνια και μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση.

Συνοπτικά το φορολογικό πακέτο έχει και θετικά και αρνητικά στοιχεία. Όμως τα θετικά είναι κυρίως αυτά που προέρχονται από την ΕΕ. Από δικής μας πλευράς κυριάρχησε δυστυχώς η ατολμία και ο λαϊκισμός και χάθηκε έτσι μια ευκαιρία για μια σωστή και ολοκληρωμένη φορολογική μεταρρύθμιση.

Πολίτης, 28/7/2002

14 Ιουλίου 2002

Ο ανταγωνισμός στις τηλεπικοινωνίες

Κορυφώνεται αυτές τις μέρες η διαμάχη για τη συμμετοχή ή όχι της ΑΗΚ στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος για αποκλεισμό της ΑΗΚ. Πρόκειται για ένα εύρωστο οργανισμό με καλό επίπεδο τεχνογνωσίας και γνώση της τοπικής αγοράς που θα μπορούσε θεωρητικά να καταστεί ένας υπολογίσιμος ανταγωνιστής για την ΑΤΗΚ.

Το γενονός όμως ότι και οι δύο οργανισμοί αποτελούν ιδιοκτησία του κράτους δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες για τη δυνατότητα να υπάρξει πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ τους. Οι δηλώσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες μέρες από διάφορα μέρη ενισχύουν αυτές τις ανησυχίες. Η ίδια η ΑΗΚ σε σημείωμά της που δημοσιεύτηκε στον τύπο δηλώνει ότι "κύρια πρόθεσή της δεν είναι να ανταγωνιστεί την ΑΤΗΚ αλλά ξένους οίκους." Με άλλα λόγια η ΑΗΚ ζητά άδεια λειτουργίας στις τηλεπικοινωνίες με την υπόσχεση ότι δεν θα υπάρξει ανταγωνισμός!

Η ΑΗΚ χρησιμοποιεί επίσης το επιχείρημα ότι διαθέτει ήδη τηλεπικοινωνιακή υποδομή η οποία θα καταστή άχρηστη αν δεν της δοθεί άδεια. Όμως αυτό θα έπρεπε να το είχαν σκεφτεί πριν προχωρήσουν σε αυτή την επένδυση. Είναι αδιανόητο για ένα δημόσιο οργανισμό να προσπαθεί να φέρει την πολιτεία προ τετελεσμένων. Ποιος και γιατί εξουσιοδότησε την ΑΗΚ να επενδύσει τα κέρδη που της αποφέρει το ενεργειακό μονοπώλιο για να δραστηριοποιηθεί σε μια αγορά στην οποία δεν έχει καν άδεια λειτουργίας;

Η ΑΗΚ ισχυρίζεται επίσης ότι χρειάζεται να αναζητήσει εναλλακτικές πηγές εσόδων για να αναπληρώσει τις απώλειες που θα έχει από την επικείμενη φιλελευθεροποίηση του τομέα της ενέργειας. Διατηρούμε τις αμφιβολίες μας για το μέγεθος αυτών των απωλειών αφού πολύ δύσκολα θα βρεθεί ανταγωνιστής για να απειλήσει σοβαρά την ΑΗΚ με την υποδομή που διαθέτει σήμερα. Άσχετα όμως με αυτό, η ΑΗΚ είναι ένας δημόσιος οργανισμός που σκοπό έχει την εξυπηρέτηση των πολιτών και όχι την αναζήτηση του κέρδους. Η όλη ιδέα της φιλελευθεροποίησης αποσκοπεί στη μείωση της κρατικής εμπλοκής στην παραγωγική διαδικασία και όχι στην αύξησή της.

Όμως σε τελική ανάλυση η συμπεριφορά της ΑΗΚ είναι η αναμενόμενη από ένα οργανισμό που βλέπει το συμφέρον του και επιζητεί να ενισχύσει τη θέση του. Αυτό που πρέπει να μας ανησυχεί ιδιαίτερα είναι ο τρόπος που το θέμα αντιμετωπίζεται από την πολιτική ηγεσία. Στο κυβερνητικό επίπεδο το θέμα έχει εξελιχτεί σε διαμάχη μεταξύ των πολιτικών προϊστάμενων της ΑΗΚ και της ΑΤΗΚ. Από την άλλη τα κόμματα έχουν ταχθεί σύσσωμα υπέρ της συμμετοχής της ΑΗΚ χωρίς να δείχνουν να ανησυχούν για τον ανταγωνισμό. Είναι προφανές ότι προσεγγίζουν το θέμα με κύριο γνώμονα το συμφέρον του οργανισμού αντί αυτό των καταναλωτών, κάτι που είναι αντίθετο με την όλη ιδέα της φιλελευθεροποίησης.

Ο Ρυθμιστής Τηλεπικοινωνιών στις δικές του δηλώσεις φάνηκε απρόθυμος να εμπλακεί στη διαμάχη, τουλάχιστον δημόσια. Όμως ο Ρυθμιστής ως ο προασπιστής της καλής λειτουργίας της αγοράς είναι ο πλέον αρμόδιος να εκφέρει γνώμη σε αυτό το ζωτικής σημασίας θέμα. Η απόφαση για συμμετοχή ή όχι της ΑΗΚ είναι η πρώτη μεγάλη δοκιμασία στη διαδικασία της φιλελευθεροποίησης και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με τη δέουσα προσοχή. Αν ξεκινήσουμε στραβά, πολύ δύσκολα θα μπορέσουμε να διορθώσουμε τα πράγματα αργότερα.

Πολίτης, 14/7/2002

30 Ιουνίου 2002

Ο ταχυδρόμος χτυπάει συνήθως δύο φορές

Τα τεράστια προβλήματα των Κυπριακών ταχυδρομικών υπηρεσιών είναι λίγο-πολύ γνωστά σε όλους. Ειδικά όσοι έχουν συχνή αλληλογραφία με το εξωτερικό γνωρίζουν για τις τεράστιες καθυστερήσεις που παρουσιάζονται στην παράδοση επιστολών και δεμάτων, καθώς και για την αλληλογραφία που δεν φτάνει ποτέ στον προορισμό της. Όμως τα στοιχεία που δόθηκαν τις τελευταίες μέρες στη δημοσιότητα σχετικά με τις επιδόσεις των ταχυδρομικών μας υπηρεσιών θα πρέπει να αποτέλεσαν δυσάρεστη έκπληξη ακόμα και για τους πιο κυνικούς. Μόνο 15% του εξωτερικού ταχυδρομείου με προορισμό την Κύπρο φτάνει στον παραλήπτη του μέχρι και την τρίτη μέρα από τη μέρα αποστολής του. Το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες μέλη της ΕΕ είναι 92% και στις υπό ένταξη χώρες 75%.

Ο αρμόδιος υπουργός κύριος Αβέρωφ Νεοφύτου απέδωσε τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην έλλειψη προσωπικού. Επειδή ο κύριος Νεοφύτου δεν μας έχει συνηθίσει στις εύκολες δικαιολογίες θα δεχτούμε ότι η θέση του αυτή έχει κάποια βάση. Όμως δεν είναι δυνατόν να πιστεύει κανείς ότι τα πάντα θα διορθωθούν με την πρόσληψη μερικών επιπρόσθετων διανομέων. Δεν είναι δυνατόν η έλλειψη προσωπικού να είναι τόσο μεγάλη ώστε να μην μπορούν να έρχονται διανομείς στα σπίτια μας περισσότερο από δύο φορές τη βδομάδα, ενώ αρκετές φορές έρχονται μόνο μία!

Ούτε μπορούν να αποδοθούν οι καθυστερήσεις στο γεγονός ότι πολλοί διανομείς είναι έκτακτοι και δεν δείχνουν τον απαιτούμενο ζήλο για την εργασία τους. Ο κ. Νεοφύτου υποστήριξε ότι είναι δύσκολο να επιβληθεί πειθαρχία στους έκτακτους υπαλλήλους γιατί δεν μπορείς να τους απειλήσεις με απόλυση. Όμως ούτε και οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι μπορούν να απολυθούν (εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις), ενώ ακόμα και η επιβολή πειθαρχικών μέτρων εναντίον τους είναι πολύ δύσκολη. Από την άλλη οι έκτακτοι ίσως να έχουν μεγαλύτερα κίνητρα να εργαστούν παραγωγικά αν θέλουν να ελπίζουν σε ανανέωση της σύμβασής τους ή ακόμα και σε μονιμοποίηση.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ταχυδρομικές μας υπηρεσίες είναι πολλά και χρόνια και δεν πρόκειται να επιλυθούν με την πρόσληψη νέου προσωπικού. Χρειάζονται δραστικές και ριζικές αλλαγές. Ήδη υπάρχει πρόταση για μετατροπή του Τμήματος Ταχυδρομικών Υπηρεσιών σε εταιρεία ιδιωτικού δικαίου με κύριο μέτοχο το κράτος. Οι αρμόδιοι θα πρέπει να προχωρήσουν τάχιστα σε αυτή τη διαδικασία, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να μελετήσουν τρόπους για την προώθηση του ανταγωνισμού στις επί μέρους αγορές όπου αυτό προσφέρεται, όπως είναι τα δέματα. Η διεθνής εμπειρία και πρακτική μπορεί να μας διδάξει πολλά και σε αυτό το θέμα. Μια οικονομία που θέλει να φτάσει και να ανταγωνιστεί τις ανεπτυγμένες Ευρωπαϊκές χώρες χρειάζεται γρήγορες και αποτελεσματικές ταχυδρομικές υπηρεσίες, κάτι που πόρρω απέχει από αυτό που διαθέτουμε σήμερα.

Πολίτης, 30/6/2002

24 Ιουνίου 2002

Πώς η φοιτητική ψήφος θα υπονομεύσει το Πανεπιστήμιο

Ξεκίνησα αυτό το άρθρο με σκοπό να εξηγήσω τους λόγους που οι φοιτητές δεν πρέπει να έχουν ουσιαστική συμμετοχή στα σώματα του Πανεπιστημίου και για να επισημάνω τις μικροκομματικές σκοπιμότητες που οδήγησαν τη Βουλή στη ψήφιση του επίμαχου νομοσχεδίου. Μετά όμως από κάποια σκέψη συνειδητοποίησα ότι ένα τέτοιο άρθρο ήταν εντελώς αχρείαστο. Αφ' ενός γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρχει άνθρωπος με στοιχειώδη κριτική ικανότητα που να πιστεύει ότι 20χρονοι φοιτητές θα πρέπει να αποφασίζουν για το μέλλον του ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του τόπου. Και αφ' ετέρου διότι κάθε Κύπριος γνωρίζει ότι τα κόμματα ψήφισαν αυτό το νόμο για να αποκτήσουν μέσω των φοιτητικών παρατάξεων λόγο στο μέχρι τούδε απρόσιτο σε αυτούς Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Παρόλα αυτά η έκπληξη που προκάλεσε η έντονη αντίδραση του Πανεπιστημίου δείχνει ότι πολλοί δεν έχουν αντιληφθεί πόσο καταστροφική μπορεί να είναι η πρόσφατη εξέλιξη. Κάποιος θα μπορούσε να σκεφτεί, τι κι αν οι φοιτητές έχουν το 25% του συνόλου των ψήφων, οι πανεπιστημιακοί έχουν το υπόλοιπο 75% και άρα κάνουν ότι θέλουν. Όμως η λογική αυτή παραγνωρίζει το γεγονός ότι οι φοιτητές δεν ενεργούν σαν ανεξάρτητα άτομα αλλά σαν συνδικαλιστικά όργανα που ακολουθούν τη γραμμή που καθορίζεται από τις παρατάξεις τους. Αντίθετα οι καθηγητές δεν έχουν ενιαία φωνή και ενεργούν ο καθένας ανεξάρτητα. Το αποτέλεσμα είναι οι φοιτητές να διαθέτουν ουσιαστικά τη νικώσα ψήφο σε όποιο θέμα δεν υπάρχει ισχυρή πλειοψηφία μεταξύ των καθηγητών.

Το πρόβλημα αυτό θα είναι ιδιαίτερα έντονο σε περιόδους εκλογών, όπως είναι οι πρυτανικές εκλογές που θα έχουμε στους επόμενους λίγους μήνες. Αν υπάρχουν πέραν του ενός υποψηφίου τότε οι φοιτητές με το ποσοστό ψήφων που διαθέτουν θα έχουν ρυθμιστικό ρόλο. Με ένα απλό υπολογισμό μπορεί κάποιος να δεί ότι είναι δυνατόν ένας υποψήφιος που υποστηρίζεται από το 70% των καθηγητών να χάσει τις εκλογές αν οι φοιτητές αποφασίσουν να υποστηρίξουν τον ανθυποψήφιό του. Οδηγούμαστε ουσιαστικά σε μια κατάσταση όπου οι φοιτητές θα επιλέγουν όλους τους αιρετούς αξιωματούχους του Πανεπιστήμιου, περιλαμβανομένου και του πρύτανη!

Μέσα σε ένα τέτοιο σύστημα είναι αναπόφευκτο ότι θα ευδοκιμήσουν οι πελατειακές σχέσεις. Οι φοιτητές θα επιζητήσουν ανταλλάγματα για τη ψήφο τους και θα βρεθούν υποψήφιοι που θα τους τα υποσχεθούν. Το αποτέλεσμα θα είναι η διολίσθηση του Πανεπιστημίου Κύπρου σε μια πορεία αυτοκαταστροφής. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι το πιο πάνω σενάριο δεν κάνει κανένα διαχωρισμό μεταξύ "κακών" φοιτητών και "καλών" καθηγητών. Αντίθετα, είναι σαφές ότι για να παιχτεί το παιγνίδι χρειάζεται συμμετοχή και από τις δύο πλευρές. Και δεν πρέπει να έχουμε καμία αμφιβολία ότι από τη στιγμή που το σύστημα δημιουργήσει αυτά τα κίνητρα, οι παίχτες θα βρεθούν. Η κατάσταση που επικρατεί στα Ελληνικά πανεπιστήμια είναι μια τραγική ένδειξη του τι μας περιμένει.

Και ας μην μας αντιτάξουν το επιχείρημα ότι "εδώ δεν είναι Ελλάδα". Αυτή είναι η προσφιλής αντίδραση των φοιτητών (και των πολιτικών και δημοσιογράφων που τους καλοπιάνουν) όποτε χρησιμοποιήσει κάποιος τα Ελληνικά πανεπιστήμια ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Η αντίδραση αυτή είναι μια αλαζονική έκφραση της νοοτροπίας ότι εμείς είμαστε πιο έξυπνοι από τους άλλους και άρα δεν θα τα θαλασσώσουμε όπως αυτοί. Πρόκειται για ένα επικίνδυνο μύθο πίσω από τον οποίο κρύβονται συχνά αυτοί που δεν έχουν τα κότσια να πάρουν τις σωστές αποφάσεις. Τα Ελληνικά πανεπιστήμια έφτασαν στο σημείο που έφτασαν γιατί το σύστημα πάνω στο οποίο βασίστηκε η λειτουργία τους είχε θεμελιώδη προβλήματα. Να είστε βέβαιοι ότι αν υιοθετήσουμε το ίδιο σύστημα θα καταλήξουμε κι εμείς στο ίδιο ακριβώς σημείο.

Το θέμα θα πρέπει να επανατοποθετηθεί στην ορθή του βάση. Οι φοιτητές πρέπει να εκπροσωπούνται στα όργανα του Πανεπιστημίου για να παραθέτουν τις απόψεις τους και να ενημερώνονται για τις αποφάσεις που λαμβάνονται. Αυτό επιτυγχάνεται με τη συμμετοχή δύο εκπροσώπων, όπως ίσχυε μέχρι τώρα. Η αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης δεν υπήρχε στους αρχικούς κανονισμούς λειτουργίας του Πανεπιστημίου. Επιβλήθηκε για πρώτη φορά από τα κόμματα πριν μερικά χρόνια όταν δόθηκε στους φοιτητές ψήφος στις Πρυτανικές εκλογές. Με το τελευταίο νομοθέτημα της Βουλής το ατόπημα διερύνεται με περαιτέρω αύξηση των ποσοστών και επέκταση του και στα τμήματα. Πρόκειται για μια ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του Πανεπιστημίου. Τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και να αντιστρέψουν αυτή την επικίνδυνη πορεία προτού είναι πολύ αργά.

Πολίτης, 24/6/2002

16 Ιουνίου 2002

Το σύστημα απέτυχε, καιρός να αλλάξουμε το σύστημα

"... η κυβέρνηση ασκεί αυτοκριτική γιατί ενέδωσε σε κομματικές πιέσεις και μετέτρεψε το θέμα της σύνθεσης των Διοικητικών Συμβουλίων του ΧΑΚ και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε συναλλαγή και βόλεμα κομματικών ευνοούμενων. Στην ουσία διορίσθηκαν οι εκλεκτοί των κομμάτων."

Η πιο πάνω δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου ήρθε σε μια ευνοϊκή χρονική συγκυρία για να επιβεβαιώσει την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε από τη στήλη αυτή τον τελευταίο μήνα. Συγκεκριμένα, πριν τέσσερις βδομάδες είχαμε επικρίνει την πρακτική του διαμοιρασμού των θέσεων του δημοσίου στα κοινοβουλετικά κόμματα. Δύο βδομάδες αργότερα είχαμε επισημάνει το σημαντικό ρόλο που πρέπει να διαδραματίζουν τα εποπτικά όργανα του κράτους στη διαχείριση της οικονομίας. Υποστηρίξαμε δε ότι είναι η απαραίτητη η διαφύλαξη της ανεξαρτησίας των εποπτικών οργάνων και η στελέχωσή τους με ικανό και έμπειρο προσωπικό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ορθά οι δύο επιτροπές της Βουλής αναγνωρίζουν ως σημαντικό παράγοντα που οδήγησε στην κατάρρευση του ΧΑΚ την αποτυχία των εποπτικών οργάνων του χρηματιστηρίου να εφαρμόσουν τη νομοθεσία. Ορθά επίσης επισημαίνουν τις πολιτικές ευθύνες της κυβέρνησης για την αδυναμία της να επέμβει όταν ήταν εμφανής η έλλειψη επίβλεψης. Όμως το γεγονός ότι η απόδωση ευθυνών εκ μέρους της Βουλής σταματά στο σημείο αυτό την καθιστά ελλειπή και παραπλανητική. Δίνει την εντύπωση ότι αν ορισμένα άτομα έκαναν τη δουλειά τους καλύτερα τότε δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα.

Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η φούσκα του ΧΑΚ δεν ήτανθέμα αποτυχίας ενός, δύο, ή δέκα ατόμων. Ήταν αποτυχία του πελατειακού κράτους και της κομματοκρατίας. Τα εποπτικά όργανα του ΧΑΚ απέτυχαν μεν, αλλά η ευθύνη της αποτυχίας τους δεν βαραίνει τόσο τους ίδιους όσο το ίδιο το σύστημα. Το σύστημα δημιούργησε εποπτικά όργανα χωρίς πραγματική ανεξαρτησία και χωρίς την απαραίτητη υποδομή΄ το σύστημα έθεσε επικεφαλής των εποπτικών οργάνων άτομα που δεν είχαν την απαραίτητη τεχνογνωσία΄ το σύστημα τέλος επέτρεπε παρεμβάσεις στο έργο των εποπτικών οργάνων για σκοπούς προώθησης προσωπικών και κομματικών συμφερόντων.

Η κυβέρνηση σε συνεργασία με το κομματικό κατεστημένο τοποθέτησε στο Συμβούλιο του ΧΑΚ και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άτομα ακατάλληλα για τα πόστα αυτά απλώς και μόνο επειδή ήταν οι εκλεκτοί των κομμάτων. Το γεγονός ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναγνώρισε το πρόβλημα και παραδέχτηκε τις ευθύνες της κυβέρνησης είναι μια θετική εξέλιξη. Για να έχει όμως και πρακτική σημασία θα πρέπει να συνοδεύεται και από μια αλλαγή νοοτροπίας. Θα πρέπει να αφήσουμε τους κομματικούς καταλόγους και να αρχίσουμε να ψάχνουμε για τα κατάλληλα άτομα σε άλλους χώρους, ακόμα και στο εξωτερικό. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχουμε δει τίποτε που να μας δίνει το δικαίωμα να ελπίζουμε σε κάτι τέτοιο.

Πολίτης, 16/6/2002

2 Ιουνίου 2002

Λιγότερο κράτος, εξυπνότερο κράτος

Η ανάγκη για μείωση της άμεσης εμπλοκής του κράτους στην οικονομία τυγχάνει σήμερα σχεδόν καθολικής αποδοχής. Αυτή η τάση για "λιγότερο κράτος" είναι απόρροια τριών σημαντικών εξελίξεων στο διεθνή χώρο:

  • Η βελτίωση των διεθνών σχέσεων συνέβαλε στη μείωση της καχυποψίας, και της εσωστρέφειας που δικαιολογούσαν την χειραγώγηση της οικονομίας από το κράτος.
  • Η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη κατέστησε δυνατή την εισαγωγή του ανταγωνισμού σε αγορές που παραδοσιακά θεωρούντο φυσικά μονοπώλια και αποτελούσαν αποκλειστικότητα του κράτους.
  • Η εμπειρία μερικών δεκαετιών κρατικής διαχείρισης κατέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το κράτος δεν είναι καλός επιχειρηματίας. Η κρατική εμπλοκή στην παραγωγική διαδικασία χαρακτηρίζεται γενικά από χαμηλή παραγωγικότητα, τεχνολογική στασιμότητα και διαφθορά.

Οι εξελίξεις αυτές έχουν δημιουργήσει μια δυναμική ιδιωτικοποιήσεων και ελευθεροποιήσεων που δίνουν μια σημαντική ώθηση στη διεθνή οικονομία. Καινούριες αγορές δημιουργούνται σε τομείς όπως τις συγκοινωνίες, τις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια και τις ταχυδρομικές υπηρεσίες.

Θα ήταν λάθος όμως να συμπεράνει κανείς ότι λιγότερο κράτος σημαίνει αμέτοχο κράτος. Ταυτόχρονα με την απόσυρσή του από την παραγωγική διαδικασία το κράτος αναλαμβάνει σήμερα ένα εποπτικό ρόλο ο οποίος είναι και σημαντικός και δύσκολος. Η ορθή και αποτελεσματική λειτουργία των αγορών (ειδικά των καινούριων αγορών) χρειάζεται σωστό νομοθετικό πλαίσιο και συνεχή επίβλεψη από τις αρμόδιες ρυθμιστκές αρχές. Το πλαίσιο που έχει δημιουργήσει η ΕΕ και έχει υιοθετήσει και η Κύπρος εξυπηρετεί αυτόν ακριβώς το σκοπό. Όμως η ύπαρξη του πλαισίου δεν είναι αρκετή. Τα ρυθμιστικά όργανα πρέπει να έχουν πλήρη ανεξαρτησία και να είναι επαρκώς στελεχωμένα με ικανά και προσοντούχα άτομα. Πάνω από όλα τα ρυθμιστικά όργανα πρέπει να παίρνουν στα σοβαρά την αποστολή τους που είναι η διασφάλιση του ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών.

Δυστυχώς η προϊστορία δεν μας επιτρέπει να είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι για τη σωστή λειτουργία των ρυθμιστικών αρχών στην Κύπρο. Ελάχιστοι θα υποστήριζαν ότι οι υπάρχουσες εποπτικές αρχές όπως η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού και η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης ανταποκρίθηκαν στην αποστολή τους. Η συνεχιζόμενη πρακτική του διορισμού των εκλεκτών των κομμάτων στις ρυθμιστικές αρχές συμβάλλει σημαντικά στη διαιώνιση του προβλήματος. Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι στο Συμβουλευτικό Συμβούλιο του Ρυθμιστή Τηλεπικοινωνιών διορίστηκαν τρία άτομα που είχαν προταθεί από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα, χωρίς να μπει κανείς στον κόπο να μας εξηγήσει ποια είναι τα προσόντα που καθιστούν αυτά τα άτομα κατάλληλα για αυτό το πόστο. Διερωτάται επίσης κανείς πόσο ανεξάρτητοι μπορεί να είναι όταν είτε είναι κομματικά στελέχη είτε νιώθουν υποχρεωμένοι στο κόμμα που τους πρότεινε. Ο Κύπριος πολίτης δικαιούται να νιώθει μια έντονη ανησυχία για τον τρόπο που η πολιτεία αντιμετωπίζει τη δημιουργία και λειτουργία των ρυθμιστικών αρχών και εποπτικών οργάνων.

Πολίτης, 2/6/2002

19 Μαΐου 2002

Η σιωπηρή συμπαιγνία των κομμάτων

"[...] πρόεδρος του Συμβουλίου ορίστηκε ο ΓK, που υποδείχθηκε από το ΔHKO, και μέλη, ο AX που υποδείχθηκε από το AKEΛ και ο MX που υποδείχθηκε από τον ΔHΣY."

Το πιο πάνω είναι απόσπασμα από είδηση που δημοσιεύτηκε στον "Φιλελεύθερο" της 9ης Μαΐου. (Το όνομα του Συμβουλίου απαλείφθηκε και τα ονόματα αντικαταστάθηκαν με τα αρχικά τους γιατί σκοπός μας δεν είναι να ασχοληθούμε με τους συγκεκριμένους διορισμούς.) Η είδηση θα μπορούσε να αφορά διορισμούς σε οποιαδήποτε κρατική αρχή ή οργανισμό, και απεικονίζει με τον πιο παραστατικό τρόπο την κυριαρχία της δημόσιας ζωής από το διεφθαρμένο κομματικό κατεστημένο. Όπως τα μέλη ενός καρτέλ διαμοιράζουν την αγορά ανάμεσά τους αποκλείοντας τα μη μέλη, έτσι και τα πολιτικά κόμματα της Κύπρου νέμονται τα σημαντικά πόστα της δημόσιας υπηρεσίας αποστερώντας από ικανά αλλά ακομμάτιστα άτομα την ευκαιρία να δείξουν τις δυνατότητές τους.

Ο διαμοιρασμός των θέσεων στα κόμματα αποτελεί φαινομενικά βελτίωση σε σχέση με παλαιότερες καταστάσεις όπου τους διορισμούς μονοπωλούσαν τα κόμματα που βρίσκονταν στην εξουσία. Στην πραγματικότητα όμως η πρακτική αυτή είναι εξίσου αναξιοκρατική με την προηγούμενη. Οι υποψήφιοι επιλέγονται όπως και προηγουμένως με καθαρά κομματικά κριτήρια, με μόνη διαφορά ότι τώρα προέρχονται από πολλά κόμματα αντί από ένα. Αυτό μπορεί μεν να ικανοποιεί κάποιο αίσθημα δικαίου, ουδόλως όμως συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας των διορισμών αφού εξακολουθεί να αποκλείει προσοντούχα άτομα που δεν έχουν πρόσβαση στα ανώτατα κομματικά δώματα. Ίσως μάλιστα η κομματική συμπαιγνία να είναι χειρότερη από τη μονοπώληση των θέσεων από ένα κόμμα. Τουλάχιστον τότε οι υπόλοιποι είχαν κίνητρο να ξεσκεπάσουν το νεποτισμό και την ημετεροκρατία. Τώρα έχει δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι όλα είναι καλά. Τα κόμματα έχουν αποδεχθεί αυτή την κατάσταση αφού τους παρέχει περιζήτητες θέσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να ανταμείψουν υποστηρικτές ή για να αποτελέσουν δώρο παρηγοριάς σε αποτυχόντες υποψηφίους σε εκλογικές αναμετρήσεις.

Αυτός που σίγουρα δεν πρέπει να είναι ευχαριστημένος είναι ο Κύπριος πολίτης που βλέπει τα σημαντικότερα πόστα της δημόσιας υπηρεσίας να πληρώνονται από κομματικούς υποψηφίους ποικίλων προελεύσεων και αγνώστων προσόντων χωρίς κανείς να αντιδρά. Μεγάλη ευθύνη για αυτό φέρουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η είδηση με την οποία ξεκινήσαμε πέρασε περίπου στα αζήτητα των εφημερίδων. Ως αν οι ευλογίες του κομματικού κατεστημένου να είναι το μόνο προσόν που χρειάζεται κανείς για να αναλάβει ένα υπεύθυνο πόστο. Ενόσω η τέταρτη εξουσία δεν επιτελεί το έργο που έχει αναλάβει, δύσκολα θα καμφθεί η κυριαρχία του κομματικού καρτέλ.

Πολίτης, 19/5/2002

28 Απριλίου 2002

Ανοικτοί ουρανοί και Κυπριακές Αερογραμμές

Την 1η Ιανουαρίου του 2003 η Ευρώπη περνά στην εποχή των "ανοικτών ουρανών". Οποιαδήποτε Ευρωπαϊκή εταιρεία θα έχει το δικαίωμα να δρομολογεί πτήσεις από και προς οποιοδήποτε αεροδρόμιο χώρας-μέλους ή υποψήφιας για ένταξη χώρας. Πρόκειται για μια ιστορική εξέλιξη που σηματοδοτεί το τέλος της εποχής των εθνικών αερομεταφορέων. Ώς υπό ένταξη χώρα η Κύπρος θα προχωρήσει και αυτή στην απελευθέρωση της σημαντικής αυτής αγοράς.

Ποιο είναι το μέλλον των Κυπριακών Αερογραμμών σε αυτή τη νέα κατάσταση πραγμάτων; Θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στο επερχόμενο ανταγωνισμό; Η απάντηση που έδωσε ο ίδιος ο πρόεδρος της εταιρείας σε πρόσφατη συνέντευξή του στη Sunday Mail ήταν ένα πρωτοσέλιδο όχι. Ο κ. Λοϊζίδης απέδωσε την αδυναμία αυτή των ΚΑ στην κρατική κηδεμόνευση και κάλεσε την κυβέρνηση να καθυστερήσει την ελευθεροποίηση και να ιδιωτικοποιήσει τις ΚΑ για να τους δώσει τη δυνατότητα να προσαρμοστούν.

Όμως η δικαιολογία της κρατικής κηδεμόνευσης δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για τις ΚΑ. Η εταιρεία γνώριζε εδώ και πολύ καιρό για τις επερχόμενες αλλαγές. Οι αεροπορικές εταιρείες ανά το παγκόσμιο είναι σε κατάσταση συνεχούς αναδιάρθρωσης και προσπάθειας μείωσης των δαπανών. Οι ΚΑ δεν φαίνεται να έχουν τις δυαντότετες να αντιστρέψουν τη ζημιογόνα πορεία που ακολουθούν εδώ και αρκετά χρόνια. Μέχρι τώρα οι ζημιές από τις αεροπορικές δραστηριότητες καλύπτονταν από τα τεράστια κέρδη που απέφερε η λειτουργία των καταστημάτων αδασμολογήτων ειδών (6.6 εκ. πέρσι). Όμως, η διαχείριση των καταστημάτων αυτών δόθηκε στις ΚΑ χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού και κρίθηκε παράτυπη από το Ανώτατο Δικαστήριο. Αργά ή γρήγορα η κυβέρνηση θα συμμορφωθεί με την απόφαση του Ανωτάτου και θα προκηρύξει διαγωνισμό για τα καταστήματα. Πως θα καλυφθούν τότε οι ζημιές των ΚΑ;

Όμως η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο τις ΚΑ. Μεγάλο μέρος της ευθύνης φέρουν και οι εκάστοτε κυβερνήσεις που επέτρεπαν την διαιώνιση αυτής της κατάστασης ικανοποιώντας τα παράλογα αιτήματα των εργαζομένων και κλείνοντας τα μάτια στις σπατάλες και την κακοδιαχείριση των διοικήσεων. Οι ΚΑ χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς για να εξυπηρετήσουν εθνικούς, πολιτικούς, κομματικούς και προσωπικούς σκοπούς. Σήμερα πρέπει να αφεθούν ελεύθερες όπως κάθε ιδιωτική εταιρεία, χωρίς ειδικά προνόμια αλλά και χωρίς παρεμβολές από το κράτος.

Σε τελική ανάλυση δεν έχει σημασία ποιος φταίει για τη σημερινή κατάσταση. Το σημαντικό είναι ότι διοίκηση και οι πολιτικοί προϊστάμενοι των ΚΑ είχαν αρκετό χρόνο στη διάθεσή τους για να προετοιμάσουν την εταιρεία για τον επερχόμενο ανταγωνισμό. Δεν τα κατάφεραν και ούτε πρόκειται να τα καταφέρουν, όσος χρόνος κι αν τους δοθεί. Ο Κύπριος πολίτης και η οικονομία του τόπου δεν μπορούν να συνεχίσουν να επωμίζονται το κόστος της αποτυχίας τους. Η απελευθέρωση της αγοράς πρέπει να συνεχιστεί με τον ταχύτερο δυνατό ρυθμό. Η πειθαρχία που επιβάλλουν οι δυνάμεις της αγοράς είναι ο μόνος σίγουρος τρόπος να υποχρεωθούν οι ΚΑ να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, να μειώσουν τις δαπάνες και να βελτιώσουν τις προσφερόμενες υπηρεσίες.

Πολίτης, 28/4/2002

14 Απριλίου 2002

Η ήσυχη ζωή του Κύπριου εισαγωγέα καυσίμων

Η κατακόρυφη αύξηση της τιμής του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές θα έχει αρνητικές επιδράσεις σε όλο το φάσμα της Κυπριακής οικονομίας. Καταναλωτές, βιομήχανοι, αγρότες, εμπορευόμενοι, αλλά και το ίδιο το κράτος θα επηρεαστούν από την αύξηση στην τιμή της ενέργειας και δικαίως όλοι ανησυχούν.

Παραδόξως οι εταιρείες εισαγωγής καυσίμων αποτελούν εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα. Λογικά οι εταιρείες αυτές θα έπρεπε να ήταν οι πρώτες που θα επηρεάζοντο αρνητικά από την αύξηση στην τιμή της πρώτης τους ύλης. Όμως, όσο παράξενο κι αν φαίνεται, τα κέρδη των εισαγωγέων καυσίμων είναι εντελώς αποσυνδεδεμένα από τις διακυμάνσεις στην τιμή του πετρελαίου διεθνώς.

Αυτό συμβαίνει γιατί οι Κυπριακές εταιρείες πετρελαιοειδών λειτουργούν υπό καθεστώς ρύθμισης ποσοστού απόδοσης (ΡΠΑ). H μέθοδος αυτή επιτρέπει σε μια εταιρεία να έχει κέρδος που να μην υπερβαίνει κάποιο "δίκαιο" ποσοστό επί του κεφαλαίου της. Η ΡΠΑ έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλές χώρες του κόσμου, κυρίως για σκοπούς ρύθμισης κρατικών μονοπωλίων. Σήμερα όμως έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί λόγω των προβλημάτων που δημιουργεί η εφαρμογή της. Σημαντικότερο πρόβλημα είναι ότι σε αγορές που υπόκεινται σε ΡΠΑ παρατηρείται το φαινόμενο των υπερβολικών κεφαλαιουχικών επενδύσεων. Εταιρείες που φτάνουν το ανώτατο επιτρεπτό ποσοστό απόδοσης δεν μπορούν να αυξήσουν περαιτέρω τα κέρδη τους εκτός αν αυξήσουν το κεφάλαιό τους. Για να υπερπηδήσουν αυτό το εμπόδιο προχωρούν σε αχρείαστες κεφαλαιουχικές επενδύσεις που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν ασύμφορες.

Το πρόβλημα των υπερβολικών επενδύσεων γίνεται εύκολα αντιληπτό όταν κοιτάξει κανείς τι συμβαίνει στην Κυπριακή αγορά καυσίμων. Οι εταιρείες πετρελαιοειδών ξοδεύουν τεράστια ποσά για να κτίσουν υπερπολυτελή πρατήρια βενζίνης που προσφέρουν κάθε λογής υπηρεσίες και καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση σε ακριβές περιοχές. Με αυτό τον τρόπο αυξάνουν την κεφαλαιουχική τους βάση και κατ' επέκταση το επιτρεπόμενο επίπεδο κερδών. Όμως η αγορά θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί πολύ πιο οικονομικά με μικρότερα πρατήρια σε λιγότερο κεντρικές περιοχές.

Πέραν αυτού, ο τρόπος εφαρμογής της ΡΠΑ στην Κύπρο είναι ιδιαίτερα ευνοϊκός για τις ρυθμιζόμενες εταιρείες. Αφ' ενός το επιτρεπόμενο ποσοστό απόδοσης έχει καθοριστεί στο πολύ γενναιόδωρο 12%, σε σύγκριση με 6-8% που χρησιμοποιείται συνήθως διεθνώς. Αφ' ετέρου η Κυπριακή κυβέρνηση δεν επιτρέπει απλώς το 12%, αλλά το ΕΓΓΥΑΤΑΙ. Με άλλα λόγια το κράτος αναλαμβάνει ολόκληρο το ρίσκο ενώ οι εταιρείες λειτουργούν με μηδαμινό επιχειρηματικό κίνδυνο και με εγγυημένο ένα ποσοστό απόδοσης που θα ζήλευαν πολλές εταιρείες που λειτουργούν σε συνθήκες ανταγωνισμού.

Η Κυπριακή πολιτεία φέρει τεράστια ευθύνη για την κατάσταση αυτή. Ευτυχώς η ενταξιακή πορεία έχει αναγκάσει την κυβέρνηση να ασχοληθεί με αυτό το θέμα και σύντομα το Υπουργείο Εμπορίου θα δημοσιοποιήσει σχέδιο απελευθέρωσης της αγοράς καυσίμων. Αναμένουμε να δούμε πως το σχέδιο αυτό θα εισαγάγει τον ανταγωνισμό σε αυτή τη σημαντική αγορά και θα θέσει τέρμα στην προνομιακή μεταχείριση των εταιρειών πετρελαιοειδών που θησαυρίζουν εδώ και δεκαετίες εις βάρος των πολιτών και της οικονομίας.

Πολίτης, 14/4/2002

31 Μαρτίου 2002

Προεισαγωγικές και παραπαιδεία

Η επίδοση στις πανεθνικές προεισαγωγικές εξετάσεις αποτελεί το μοναδικό κριτήριο εισδοχής φοιτητών στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Κύπρου και της Ελλάδας. Το σύστημα αυτό έχει το σημαντικό πλεονέκτημα της αντικειμενικότητας (δεδομένου βέβαια ότι διασφαλίζεται το αδιάβλητο των εξετάσεων). Το στοιχείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό μια και η κυριαρχία του μέσου στη δημόσια ζωή έχει καλλιεργήσει μια δυσπιστία στο μέσο Κύπριο έναντι στους θεσμούς του κράτους. Η αντικειμενική αξιολόγηση που διασφαλίζει το σύστημα των εξετάσεων έχει συντείνει ώστε να γίνει ευρέως αποδεχτό από την κοινωνία.

Δυστυχώς όμως η καθολική αυτή αποδοχή αποκρύβει τα πολλά προβλήματα που δημιουργεί το σύστημα αυτό. Η αποκλειστική εξάρτηση στις εξετάσεις είναι ο κύριος υπαίτιος για τη γνωσιοκεντρική κατεύθυνση που έχει πάρει η παιδεία μας. Οι εξετάσεις ενθαρρύνουν την παπαγαλία και τη στεγνή απομνημόνευση γνώσεων που πολύ σύντομα θα ξεχαστούν. Αντίθετα, αρετές με διαχρονική αξία όπως η δημιουργικότητα, η πρωτοβουλία, το ανοιχτό μυαλό και η κριτική ικανότητα δεν αμείβονται και μοιραία υποβαθμίζονται.

Συνεπακόλουθο αυτού του γνωσιοκεντρισμού είναι και η ανεξέλεγκτη εξάπλωση της παραπαιδείας, η οποία αποτελεί τραγική ένδειξη της αποτυχίας του Κυπριακού εκπαιδευτικού συστήματος. Ο έντονος ανταγωνισμός για τις θέσεις στα καλά πανεπιστήμια ωθεί τους μαθητές να νυχτοξημερώνονται στα φροντιστήρια πολεμώντας για μερικά επιπρόσθετα μόρια που θα τους εξασφαλίσουν θέση στο πανεπιστήμιο της προτίμησής τους. Πέραν του ότι είναι αντιπαιδαγωγικός, ο ανταγωνισμός αυτός θέτει σε μειονεκτική θέση τους μαθητές που για οικονομικούς, οικογενειακούς ή άλλους λόγους δεν έχουν την ευχέρεια να παρακολουθούν φροντιστήρια.

Τα προβλήματα αυτά μπορούν να απαμβλυνθούν με την εισαγωγή ενός νέου συστήματος όπου η αξιολόγηση των υποψηφίων θα βασίζεται σε μια σειρά από κριτήρια. Η επίδοση σε εξετάσεις θα μπορεί να είναι ένα από τα κριτήρια αυτά. Η βαθμολογία απολυτηρίου θα μπορούσε να αποτελέσει ένα άλλο κριτήριο, πιθανότατα σταθμισμένη με κάποιο τρόπο ώστε να αποφευχθεί ο λεγόμενος "πληθωρισμός βαθμών", η τάση δηλαδή να παίρνουν όλοι 20ρια. Μπορεί επίσης να λαμβάνεται υπ' όψιν η επίδοση σε τεστ ικανότητας (ανάλογα των Αμερικανικών SAT), καθώς και η συμμετοχή στα κοινά ή σε αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες.

Τα πιο πάνω είναι ορισμένες εισηγήσεις και δεν αποτελούν μαγική συνταγή. Το σημαντικό είναι να αρχίσει ένας δημόσιος διάλογος για την εκ βάθρων αναθεώρηση του συστήματος. Υπάρχουν ειδικοί επί του θέματος που θα μπορούσαν να εισηγηθούν διάφορα κριτήρια, καθώς και οι εμπειρίες άλλων χωρών τις οποίες μπορούμε να μελετήσουμε. Χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Καναδάς ακολουθούν ένα πολύ διαφορετικό μοντέλο όπου οι μόνες εξετάσεις που απαιτούνται είναι γενικές εξετάσεις ικανότητας και όχι παράθεσης γνώσεων. Επίσης, ορισμένες Ευρωπαϊκές χώρες (όπως η Ισπανία) έχουν αρχίσει να επανεξετάζουν τα δικά τους συστήματα επιλογής για τα πανεπιστήμια. Ας μη μείνουμε ουραγοί σε αυτό το σημαντικό θέμα.

Πολίτης, 31/3/2002

17 Μαρτίου 2002

Εργαζόμενοι δύο ταχυτήτων

Είναι γνωστό ότι η δημόσια υπηρεσία πάσχει από χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας. Αυτό είναι μέχρι ενός σημείου αναπόφευκτο αφού όταν ένας οργανισμός τέτοιου μεγέθους λειτουργεί χωρίς την πίεση του ανταγωνισμού μοιραία θα επαναπαυθεί και θα καταστεί αναποτελεσματικός. Οι δημόσιες υπηρεσίες ανά το παγκόσμιο δεν διεκδικούν κατά κανόνα δάφνες παραγωγικότητας.

Το πρόβλημα με την Κυπριακή δημόσια υπηρεσία δεν είναι τόσο η χαμηλή παραγωγικότητα από μόνη της αλλά η χαμηλή παραγωγικότητα σε συνδυασμό με τους σαφώς καλύτερους όρους εργασίας που παρέχει σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα. Οι σχετικά ψηλές απολαβές, το βολικό ωράριο, τα γενναιόδωρα ωφελήματα και η εξασφαλισμένη διά βίου εργοδότηση καθιστούν τη δημόσια υπηρεσία πόλο έλξης των Κύπριων νέων, πολλοί εκ των οποίων ονειρεύονται την αποκατάσταση με μια δουλειά - οποιαδήποτε δουλειά - στη δημόσια υπηρεσία.

Σαν αποτέλεσμα έχουμε σήμερα μια δημόσια υπηρεσία στελεχωμένη από αξιόλογα άτομα που όμως υποαπασχολούνται. Εργάζονται σε ένα περιβάλλον στο οποίο δεν μπορούν να αποδώσουν σύμφωνα με τις δυνατότητές τους αφού δεν παρέχεται κανένα κίνητρο για πρωτοβουλία και δημιουργική εργασία. Από την άλλη, ο ιδιωτικός τομέας αντιμετωπίζει μια χρόνια έλλειψη ικανών στελεχών, κάτι που δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στην ανάπτυξή του και κατ' επέκταση στην ανάπτυξη της οικονομίας γενικότερα. Έχουμε δηλαδή μια τεράστια σπατάλη σημαντικού μέρους του ανθρώπινου δυναμικού της οικονομίας μας που διοχετεύεται στον μη παραγωγικό δημόσιο τομέα.

Και η σπατάλη δεν σταματά εκεί. Το κυνήγι μιας θέσης στο δημόσιο είναι μια χρονοβόρα δραστηριότητα. Απαιτεί μια τεράστια επένδυση χρόνου και ενέργειας που θα μπορούσαν να διοχετευθούν πολύ πιο δημιουργικά αλλού. Στη διαδικασία αυτή εμπλέκεται συνήθως και το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον των υποψηφίων και επιστρατεύονται κάθε λογής γνωριμίες και μέσα. Ως εκ τούτου οι προνομιακές θέσεις εργασίας στο δημόσιο συντηρούν το ρουσφέτι και αποτελούν σημαντικό εργαλείο στα χέρια διεφθαρμένων πολιτικών και κομματικών στελεχών.

Το χάσμα μεταξύ των όρων εργασίας στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα είναι κοινωνικά άδικο γιατί χωρίζει τους πολίτες σε δύο κατηγορίες: τους "τυχερούς" που καταφέρνουν να μπουν στη δημόσια υπηρεσία κατι τους "άτυχους" που μένουν έξω. Γιατί, διερωτούνται πολλοί, δεν λύνουμε το πρόβλημα αυξάνοντας τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα αντί να μειώσουμε τους μισθούς στο δημόσιο τομέα; Μια τέτοια λύση θα ήταν ιδανική, αν ήταν βέβαια εφικτή. Όμως ο ιδιωτικός τομέας αντιμετωπίζει έντονο ανταγωνισμό και δεν έχει περιθώρια αύξησης των δαπανών του αν θέλει να επιζήσει. ’λλωστε, αν κάτι τέτοιο ήταν δυνατό, σίγουρο θα έπρεπε να είχε γίνει μέχρι τώρα αφού η ανισότητα υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια.

Η μείωση των μισθών στο δημόσιο τομέα δεν είναι εύκολη απόφαση. Είναι όμως η μόνη ενδεδειγμένη λύση που θα συμβάλει ταυτόχρονα στην αντιμετώπιση του δημοσιονομικού ελλείμματος, την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, την αποκατάσταση της δικαιοσύνης στην αγορά εργασίας και την καταπολέμηση του ρουσφετιού.

Πολίτης, 17/3/2002

3 Μαρτίου 2002

Το μονοπώλιο των αιθέρων

Διαβάσαμε πρόσφατα στις εφημερίδες ότι η κυβέρνηση απέρριψε αίτηση ιδιωτικής εταιρείας για εκτέλεση ναυλωμένων πτήσεων μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ. Οι λόγοι αυτής της απόφασης δεν γνωστοποιήθηκαν. Προφανώς, όμως, η προσπάθεια προστασίας του κρατικού μονοπωλίου από τον ανταγωνισμό στο κερδοφόρο αυτό δρομολόγιο δεν ήταν άσχετη με την απόφαση.

Το περιστατικό αυτό μας δίνει την ευκαιρία να αναλογιστούμε το κόστος που επιφέρει στην Κυπριακή οικονομία το μονοπώλιο στις αερομεταφορές. Το δρομολόγιο Λάρνακας-Τελ Αβίβ είναι ένα καλό παράδειγμα. Η λειτουργία αυτού του δρομολογίου διέπεται από διακρατική συμφωνία σύμφωνα με την οποία οι δύο κρατικές εταιρείες εξυπηρετούν από κοινού την αγορά ως καρτέλ. Η διάρκεια της πτήσης είναι 40-45 λεπτά και το ναύλο για ταξίδι μετ' επιστροφής γύρω στις 130 λίρες. Πρόκειται για ένα πολύ ψηλό ναύλο και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το εν λόγω δρομολόγιο θα μπορούσε να προσφερθεί πολύ φθηνότερα αν υπήρχε ανταγωνισμός.

Το ψηλό ναύλο επιδρά αρνητικά στην οικονομία της Κύπρου με διάφορους τρόπους. Κατ' αρχήν, σίγουρα χαμένοι είναι οι Κύπριοι ταξιδιώτες που αναγκάζονται να πληρώσουν αυτό το ποσό, καθώς κι εκείνοι που βρίσκοντας το κόστος αποτρεπτικό αποφασίζουν να μην ταξιδέψουν. Πιο σημαντικές όμως είναι οι επιπτώσεις στην ευρύτερη οικονομία. Η Κύπρος θα μπορούσε να ήταν ένα δημοφιλέστατος τουριστικός προορισμός για τους Ισραηλίτες. Η ανάπτυξη της αγοράς αυτής είναι σημαντική για δύο λόγους. Πρώτον, οι Ισραηλίτες ταξιδεύουν συχνά και ξοδεύουν σημαντικά ποσά στις διακοπές τους. Δεύτερον, οι Ισραηλίτες τουρίστες ενδιαφέρονται περισσότερο για το βουνό παρά για τις παραλίες κι έτσι θα αποτελούσαν μια πρώτης τάξεως πηγή τουρισμού για τα ορεινά μας θέρετρα, ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες.

Πέραν του τουρισμού, το Ισραήλ έχει μια ραγδαία αναπτυσσόμενη οικονομία με ένα από τους πιο εξελιγμένους κλάδους υψηλής τεχνολογίας στον κόσμο. Ανάλογα είναι και τα επιτεύγματά του στον τομέα της ιατρικής, ενώ τα πανεπιστήμιά του συγκρίνονται ευνοϊκά με τα καλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής. Όλοι αυτοί είναι τομείς στους οποίους η Κύπρος φιλοδοξεί να εξειδικευτεί. Η ανάπτυξη επιχειρηματικών και εκπαιδευτικών σχέσεων με το Ισραήλ θα μπορούσε να αποφέρει τεράστια οφέλη στην Κυπριακή οικονομία. Το ψηλό ναύλο αποτελεί τροχοπέδη για συχνές επαφές αυτού του είδους.

Ακούγεται συχνά το επιχείρημα ότι ο εθνικός αερομεταφορέας δεν ενισχύεται από το κράτος γιατί δεν παίρνει οικονομική βοήθεια. Η πιο πάνω ανάλυση - ανάλογη της οποίας θα μπορούσε να γίνει και για άλλους προορισμούς - δείχνει ότι η προστασία που παρέχεται στο κρατικό μονοπώλιο από τον ανταγωνισμό συνεπάγεται τεράστιο κόστος για τον Κύπριο πολίτη και την οικονομία του τόπου. Ένα κόστος που συνεχίζει να πληρώνει ο τόπος κάθε μέρα που καθυστερεί η απελευθέρωση των αιθέρων.

Πολίτης, 3/3/2002

17 Φεβρουαρίου 2002

Nα πας δασκάλα, κόρη μου

Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες οι τελειόφοιτοι των λυκείων μας δηλώνουν τις προτιμήσεις τους ανάμεσα στα διάφορα πανεπιστήμια και κλάδους σπουδών. Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος οι περισσότεροι από αυτούς θα ακούσουν δεκάδες φορές από γονείς, συγγενείς και φίλους παραινέσεις όπως την πιο πάνω. Και όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος οι περισσότεροι θα ακολουθήσουν αυτές τις συμβουλές.

Και ποιος τους αδικεί, αφού το επάγγελμα του δασκάλου προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα: ψηλές απολαβές, ζηλευτό ωράριο, άμεση και εξασφαλισμένη διά βίου εργοδότηση. Φυσιολογικά η δημοτική εκπαίδευση απορροφά πολλούς από τους πιο αξιόλογους νέους μας. Δύο είναι τα ερωτήματα που τίθενται. Πρώτον, είναι αυτός ο καλύτερος τρόπος επιλογής εκπαιδευτικών για τα σχολεία μας; Και δεύτερον, είναι αυτός ο καλύτερος τρόπος αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού της οικονομίας μας;

Η παιδεία είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την κοινωνία και την οικονομία και η σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας απαιτεί ικανούς και αφοσιωμένους δασκάλους. Η κοινωνία μας κατέστησε το επάγγελμα του δασκάλου πολύ ελκυστικό προσδοκώντας να προσελκύσει τους καλύτερους νέους στο επάγγελμα. Και χωρίς αμφιβολία τα κατάφερε. Οι δάσκαλοι που παράγει το υφιστάμενο σύστημα είναι χωρίς αμφιβολία ικανότατοι αφού είναι οι καλύτεροι μαθητές των λυκείων μας.

Όμως κάπου μας διέφυγε μια πολύ σημαντική λεπτομέρεια: ότι οι καλύτεροι μαθητές δεν γίνονται κατ' ανάγκην οι καλύτεροι δάσκαλοι. Οι καλύτεροι δάσκαλοι είναι αυτοί που επιλέγουν το επάγγελμα γιατί έχουν μεράκι και διάθεση να δουλέψουν με τα παιδιά. Αντί αυτού το σύστημα ωθεί στη δημοτική εκπαίδευση πολλούς νέους και, κυρίως, νέες οι οποίοι παρασυρόμενοι από κοινωνικές και οικογενειακές πιέσεις απλά επιζητούν την εξασφάλιση. Πολλοί από αυτούς καταλήγουν να φθίνουν σε ένα χώρο που δεν τους γεμίζει, ενώ θα μπορούσαν να είχαν διαπρέψει σαν επιστήμονες, ερευνητές, ή επιχειρηματίες. Από την άλλη, νέοι που θα μπορούσαν να γίνουν εξαίρετοι παιδαγωγοί αποκλείονται από το επάγγελμα διότι δεν είναι ατσίδες στα μαθηματικά ή διότι δεν μπορούσαν να πληρώνουν φροντιστήριο για να τους προετοιμάσει για τις προεισαγωγικές.

Θεωρώ την κατάσταση αυτή ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τόπος μας σήμερα. Ένα πρόβλημα που περνά ουσιαστικά απαρατήρητο, ίσως γιατί ο αντίκτυπος δεν είναι άμεσος. Όμως οι μακροχρόνιες προεκτάσεις είναι ανυπολόγιστες. Ας αναλογιστούμε μόνο ότι κάθε νέος που επιλέγει σήμερα τη δημοτική εκπαίδευση για να εξασφαλιστεί, αποστερεί τον τόπο από την προσφορά του σε άλλους τομείς για τα επόμενα 30 με 40 χρόνια.

Το θετικό είναι ότι η κατάσταση μπορεί εύκολα να ανατραπεί, εφόσον βέβαια υπάρχει η πολιτική βούληση. Το πρώτο βήμα είναι να τεθεί τέρμα στην εξασφαλισμένη εργοδότηση. Οι θέσεις εργασίας στη δημοτική εκπαίδευση πρέπει να ανοιχτούν στον ανταγωνισμό όπως συμβαίνει με όλους τους άλλους τομείς της οικονομίας. Ταυτόχρονα θα πρέπει να ξεκινήσει μια διαδικασία ευθυγράμμισης των όρων εργασίας στη δημοτική εκπαίδευση με αυτούς που επικρατούν σε άλλους τομείς της οικονομίας. Με τα μέτρα αυτά θα αποκατασταθεί η ισορροπία στα παρεχόμενα κίνητρα και ο κάθε νέος θα επιλέγει την καριέρα της προτίμησής του με κριτήριο την κλίση και τις ικανότητες του και όχι αποκλειστικά την επαγγελματική εξασφάλιση.

Πολίτης, 17/2/2002

20 Ιανουαρίου 2002

Ο εκσυγχρονισμός του λιανικού εμπορίου

Στα παλιά τα χρόνια ο κόσμος είχε λιγοστές ανάγκες και άφθονο χρόνο στη διάθεσή του. Οι γυναίκες δεν εργάζονταν και αφιέρωναν όλο τους το χρόνο στις ανάγκες του σπιτιού. Τα μεταφορικά μέσα ήταν περιορισμένα και οι μακρινές αποστάσεις απαγορευτικές. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ευδοκίμησε ένα σύστημα λιανικού εμπορίου με κύριο χαρακτηριστικό τα πολλά και μικρά συνοικιακά υποστατικά. Το σύστημα αυτό εξυπηρέτησε την κοινωνία για πολλές δεκαετίες.

Σήμερα η κοινωνία είναι πολύ διαφορετική. Οι περισσότερες γυναίκες εργάζονται και ο χρόνος που περισσεύει για οικιακές αγγαρείες είναι λίγος. Η κυκλοφοριακή συμφόρηση και η έλλειψη χώρων στάθμευσης καθιστούν τη διακίνηση από κατάστημα σε κατάστημα χρονοβόρα και κουραστική. Είναι πολύ πιο εύκολο να γίνονται όλα τα ψώνια μαζεμένα και με όσο το δυνατό λιγότερες μετακινήσεις.

Ανταποκρινόμενη στις ανάγκες της κοινωνίας η αγορά έχει αρχίσει να συσπειρώνεται σε μεγάλα καταστήματα, αλυσίδες και εμπορικά κέντρα. Η συσπείρωση αυτή είναι αναπόφευκτη και επιβεβλημένη. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη* στην Κύπρο αναλογούν 12 άτομα ανά υποστατικό, σε σύγκριση με 86 άτομα ανά υποστατικό που είναι ο διεθνής μέσος όρος. Υπάρχουν δηλαδή στην Κύπρο επταπλάσια υποστατικά από ότι δικαιολογεί ο πληθυσμός της. Παρόμοια φαίνεται ότι θα είναι και τα ευρήματα της έρευνας που διεξήχθη πρόσφατα για λογαριασμό του Υπουργείου Εμπορίου, προκαταρκτικά αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν πριν λίγες μέρες στον τύπο. Είναι φανερό ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να κρατήσει επ' άπειρον.

Οι ιδιοκτήτες μικρών υποστατικών διαμαρτύρονται για την ανάπτυξη των μεγάλων επιχειρήσεων γιατί πλήττει τα συμφέροντά τους. Στην προσπάθεια της να μετριάσει τις αντιδράσεις, η πολιτεία λαμβάνει μέτρα που αποσκοπούν στην προστασία των μικρών καταστημάτων. Τέτοια μέτρα είναι η ρύθμιση των ξεπουλημάτων και του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων, ενώ σε αυτό αποσκοπεί και η πρόταση που ακούστηκε πρόσφατα για απαγόρευση της πώλησης προϊόντων σε τιμές κάτω του κόστους.

Τα μέτρα αυτά επιβραδύνουν τον εκσυγχρονισμό της αγοράς και ταλαιπωρούν τους καταναλωτές. Το λιανικό εμπόριο πρέπει να αφεθεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες της κοινωνίας. Είναι γεγονός ότι η αναδιάταξη της αγοράς αποτελεί πρόκληση για τις μικρές επιχειρήσεις. Όμως υπάρχουν περιθώρια αντίδρασης. Στην αγορά υπάρχει χώρος και για μικρά υποστατικά που θα προσφέρουν γρήγορη και προσωπική εξυπηρέτηση και εξειδικευμένα προϊόντα και υπηρεσίες. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούν όσοι θέλουν να εξυπηρετήσουν την κοινωνία και τους καταναλωτές. Αυτή άλλωστε είναι και η αποστολή του εμπορικού τομέα.

* "Ανατομία της Κυπριακής Μικροοικονομίας," Τράπεζα Κύπρου Φάκτορς Λίμιτεδ, Οκτώβριος 1997.

Πολίτης, 20/1/2002

13 Ιανουαρίου 2002

Πόλεμοι τιμών, ανταγωνισμός, και ο ρόλος του κράτους

Οι αντιδράσεις που προκαλεί ο συνεχιζόμενος πόλεμος τιμών μεταξύ ορισμένων μεγάλων υπεραγορών καταδεικνύουν ότι μεγάλο μέρος της Κυπριακής κοινωνίας δεν έχει ακόμα αποδεχθεί την αγορά και τον ανταγωνισμό ως την κινητήριο δύναμη της οικονομίας. Ενώ η Κύπρος υστερεί αισθητά στην εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού, ακούγονται σήμερα φωνές που ζητούν τον περαιτέρω στραγγαλισμό της αγοράς με καινούρια νομοθετήματα.

Ο πόλεμος τιμών δεν αποτελεί αδίκημα σύμφωνα με τον νόμο περί προστασίας του ανταγωνισμού. Ο νόμος καθιστά παράνομες δύο ειδών δραστηριότητες: την σύμπραξη των εταιρειών ενός κλάδου με στόχο τον καθορισμό τεχνητά ψηλών τιμών, και την εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά από μία επιχείρηση. Κανένα από τα δύο δεν συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση. Θέμα σύμπραξης δεν τίθεται αφού υπάρχει μείωση και όχι αύξηση των τιμών. Αλλά ούτε και εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης υπάρχει αφού για να μπορεί να θεωρηθεί μια επιχείρηση ότι κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά πρέπει το μερίδιό της να ξεπερνά το 40%, κάτι που πολύ απέχει από την πραγματικότητα.

Ακούστηκε η άποψη ότι πρέπει να απαγορευτεί η πώληση προϊόντων σε τιμές κάτω του κόστους. Πέραν του ότι θα είναι αντίθετη με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, μια τέτοια κίνηση θα ωφελέσει τους εμπόρους - μικρούς και μεγάλους - και θα πλήξει το σύνολο των καταναλωτών. Η πώληση προϊόντων σε τιμές κάτω του κόστους πιθανόν να είναι κακή επιχειρηματική τακτική. Πολλές φορές όμως είναι αναγκαία και χρήσιμη για τους εμπόρους που θέλουν να ξεφορτωθούν αδιάθετο εμπόρευμα αλλά και για νέες εταιρείες που προσπαθούν να καθιερωθούν στην αγορά. Κατά πόσον η τακτική αυτή είναι ορθή στην προκειμένη περίπτωση είναι κάτι που θα το δείξει η αγορά. Η πολιτεία δεν έχει τις δυνατότητες να το κρίνει εκ των προτέρων, και ούτε νομιμοποιείται να παρεμβαίνει στα εσωτερικά των ιδιωτικών επιχειρήσεων επειδή θεωρεί ότι ακολουθούν λανθασμένη στρατηγική.

Εκφράζεται ο φόβος ότι ο πόλεμος τιμών θα οδηγήσει σε χρεωκοπία όλες τις μικρές επιχειρήσεις, κάτι που θα εκμεταλλευτούν αργότερα οι μεγάλες υπεραγορές για να αποκομίσουν κέρδη. Το ενδεχόμενο αυτό θα ήταν όντως ανησυχητικό αν υπήρχε σοβαρή πιθανότητα να γίνει πραγματικότητα. Όμως ούτε κι αυτό συμβαίνει. Στην Κυπριακή αγορά δραστηριοποιούνται αρκετές μεγάλες υπεραγορές, πολλές υπεραγορές μετρίου μεγέθους, καθώς και πλήθος μικρότερων υποστατικών. Το ενδεχόμενο να οδηγηθούμε σε μονοποπωλιακές καταστάσεις είναι απομακρυσμένο. Αντίθετα, ο έντονος ανταγωνισμός μάλλον θα συνεχιστεί για αρκετό καιρό ακόμα, μέχρι που η αγορά να κατασταλάξει σε μια νέα δομή που θα χαρακτηρίζεται από λιγότερα και μεγαλύτερα υποστατικά. Αυτό θα γίνει με ή χωρίς πολέμους τιμών γιατί οι μεγάλες υπεραγορές και οι αλυσίδες είναι πιο αποτελεσματικές και εξυπηρετούν καλύτερα τον σημερινό καταναλωτή.

Οι μεγάλοι κερδισμένοι από τον πόλεμο τιμών είναι οι καταναλωτές, οι οποίοι έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν τα προϊόντα της προτίμησής τους σε χαμηλές τιμές. Τα μεγαλύτερα δε οφέλη αποκομίζουν οι καταναλωτές που προέρχονται από τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα γιατί τα προϊόντα που είναι σε προσφορά αποτελούν για αυτούς σημαντικό μέρος του οικογενειακού προϋπολογισμού και έτσι θα είναι οι πρώτοι που θα σπεύσουν να εκμεταλλευτούν τις χαμηλές τιμές.

Η πολιτεία έχει την υποχρέωση να αντιστέκεται στις πιέσεις από μεμονωμένες ομάδες και να προστατεύσει τον ανταγωνισμό και κατ' επέκταση το σύνολο του καταναλωτικού κοινού.

Πολίτης, 13/1/2002