30 Μαΐου 2010

Κοινωνική εμπιστοσύνη

Η ανάγκη για συνεργασία και συντονισμό μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας έρχεται συχνά σε σύγκρουση με τα ατομικά τους συμφέροντα. Η υγιής λειτουργία της κοινωνίας εξαρτάται από τη δυνατότητά της να αναπτύξει θεσμούς και μηχανισμούς που να επιτυγχάνουν τη συνεργασία. Η κατανόηση αυτών των μηχανισμών αποτελεί αντικείμενο έρευνας από οικονομολόγους, κοινωνιολόγους και ψυχολόγους. Ένα χρήσιμο εργαλείο για τους ερευνητές είναι τα πειράματα στα οποία ανθρώπινα υποκείμενα τίθενται αντιμέτωπα με υποθετικά διλήμματα. Μια κατηγορία τέτοιων πειραμάτων είναι τα λεγόμενα "παίγνια εμπιστοσύνης". Τα υποκείμενα χωρίζονται σε μικρές ομάδες. Το κάθε μέλος της ομάδας έχει τη δυνατότητα να συνεισφέρει μέρος του εισοδήματός σε κάποιο έργο το οποίο θα αποφέρει οφέλη που θα διαμοιραστούν εξίσου σε όλους, ανεξαρτήτως της συνεισφοράς τους. Τα οφέλη της ομάδας μεγιστοποιούνται όταν ο καθένας συνεισφέρει όλο του το εισόδημα στο έργο. Όμως στο κάθε υποκείμενο ξεχωριστά συμφέρει να μην συνεισφέρει τίποτα και να εκμεταλλευτεί τα οφέλη που θα προκύψουν από τη συνεισφορά των υπολοίπων.

Το σκηνικό αυτό επαναλαμβάνεται για κάποιο αριθμό γύρων και ο ερευνητής παρακολουθεί την εξέλιξη της όλης διαδικασίας. Η συνήθης έκβαση αυτών των πειραμάτων είναι ότι κάποια υποκείμενα ξεκινούν με διάθεση να συνεργαστούν με τους υπόλοιπους (συνεισφέροντας στο έργο), όμως δεν βρίσκουν ανταπόκριση και το επίπεδο συνεργασίας σταδιακά μειώνεται. Οι ερευνητές πειραματίζονται με διάφορους μηχανισμούς που στοχεύουν στο να αυξήσουν το επίπεδο συνεργασίας. Ένας από αυτούς δίνει στα υποκείμενα τη δυνατότητα να τιμωρούν - με κάποιο κόστος για τους ίδιους - αυτούς των οποίων η συμπεριφορά δεν τους ικανοποιεί. Αυτή η δυνατότητα αυξάνει συνήθως δραματικά το επίπεδο συνεργασίας.

Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας έρευνας δημοσιεύτηκαν το Μάρτιο του 2008 στο περιοδικό Science (τόμος 319, σελ. 1362). Η έρευνα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί το ίδιο ακριβώς πείραμα διενεργήθηκε σε 16 πόλεις με πολύ διαφορετικές κουλτούρες. Τα αποτελέσματα καταγράφουν σημαντικές διαφορές στη συμπεριφορά των υποκειμένων στις διάφορες κοινωνίες. Τα ψηλότερα επίπεδα συνεργασίας καταγράφηκαν στις δυτικές κοινωνίες, με πρώτη τη Βοστώνη, όπου η μέση συνεισφορά ανήλθε στο 90%, και ακολούθως την Κοπεγχάγη, το Σεντ Γκάλεν και τη Ζυρίχη. Στον πάτο της κατάταξης ήταν το Μουσκάτ, η Κωνσταντινούπολη, το Ριάντ και τελευταία η Αθήνα με μέση συνεισφορά μόλις 28,5%. Οι Αθηναίοι ήταν οι λιγότερο πρόθυμοι να υποστούν προσωπικό κόστος για να τιμωρήσουν όσους δεν συνεργάζονταν, έστω κι αν αυτό θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη συνεργασία και περισσότερα οφέλη για όλους.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι άσχετα με την απουσία γενικώς αποδεκτών προτύπων και αξιών και την έλλειψη εμπιστοσύνης που χαρακτηρίζει την κοινωνία της χώρας. Πώς μπορεί μια κοινωνία όπως η Αθηναϊκή (και η Κυπριακή που αναμφίβολα της μοιάζει) να ξεφύγει από αυτό το αρνητικό στάτους κβο; Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση που πρέπει να προβληματίσει σοβαρά και τη δική μας κοινωνία.

Πολίτης, 30/5/2010

23 Μαΐου 2010

Πέρα από το δημοσιονομικό

Το θέμα των μέτρων για τη δημοσιονομική εξυγίανση κυριαρχεί στα οικονομικά φύλλα των εφημερίδων εδώ και αρκετούς μήνες. Όχι αδίκως, αφού η κατάσταση είναι σοβαρή και η ανάγκη λήψης μέτρων κάτι περισσότερο από επιτακτική. Η αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης διογκώνει το πρόβλημα και καθιστά ολοένα και πιο δύσκολη την αντιμετώπισή του. Την περασμένη βδομάδα ο Υπουργός Οικονομικών ανακοίνωσε το τέταρτο (αν μετρώ σωστά) πακέτο μέτρων σε διάστημα έξι μηνών. Και από αυτό το πακέτο απουσιάζουν τα μέτρα εκείνα που θα οδηγήσουν σε μόνιμη μείωση του κρατικού μισθολογίου. Η προβλέπομενη μείωση των δαπανών για το 2010 θα βασιστεί κυρίως σε προσωρινού χαρακτήρα εξοικονομήσεις.

Η ατολμία που επιδεικνύει η κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική γιατί το δημοσιονομικό δεν είναι το μόνο πρόβλημα που χρήζει άμεσης διαχείρισης. Υπάρχει μια σειρά άλλων μεγάλων ζητημάτων στα οποία πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας χωρίς καθυστέρηση. Πρώτο ανάμεσά τους είναι το ασφαλιστικό. Η περσινή μεταρρύθμιση με την αύξηση των εισφορών για το ΤΚΑ ήταν ένα πρώτο βήμα αλλά δεν ήταν αρκετό, κάτι που έχει επισημανθεί από την ΕΕ και από αλλού. Η αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης είναι αναπόφευκτη και όσο περισσότερο την καθυστερούμε τόσο πιο επώδυνη θα είναι όταν αναγκαστούμε τελικά να την υιοθετήσουμε. Το συνταξιοδοτικό πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ στους ημικρατικούς οργανισμούς και απειλεί και την ίδια τη βιωσιμότητά τους.

Ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο είναι αυτό της υγείας. Το ΓΕΣΥ πάει από αναβολή σε αναβολή και είναι αμφίβολο αν θα εφαρμοστεί ποτέ. Η οικονομική στενότητα των ημερών σπρώχνει όλο και περισσότερους πολίτες στα δημόσια νοσοκομεία, ενώ η γήρανση του πληθυσμού αναμένεται να δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις τα επόμενα χρόνια. Τα δημόσια νοσηλευτήρια δύσκολα θα μπορέσουν να ανταποκριθούν και η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας θα μειωθεί ακόμα περισσότερο. Το κράτος θα αντιμετωπίσει έντονες πιέσεις να βελτιώσει την κατάσταση και οι λύσεις θα είναι πολύ ακριβές.

Λόγω της αδυναμίας του κράτους να προγραμματίσει έγκαιρα, όλα αυτά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν σε μια περίοδο που η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και οι προοπτικές για γρήγορη επάνοδο σε ψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης είναι περιορισμένες. Η ευφορία των τελευταίων μερικών ετών και το άφθονο φθηνό χρήμα έχουν οδηγήσει σε υπερβολική αύξηση τιμών και μισθών, σε υπερκατανάλωση και ψηλά επίπεδα χρέους για τα Κυπριακά νοικοκυριά. Η ιδιωτική κατανάλωση δεν μπορεί πλέον να αποτελεί την ατμομηχανή της ανάπτυξης. Η παραγωγικότητα πρέπει να αυξηθεί με τη συγκράτηση των μισθών και με επενδύσεις σε τεχνολογία και υποδομές, ώστε η οικονομία μας να μπορεί να παράγει ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες σε λογικές τιμές. Για να επιτευχθούν όλα αυτά απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας από νοικοκυριά, εργαζόμενους, εμπορευόμενους και επιχειρήσεις. Το καταναλωτικό πάρτυ έχει τελειώσει, καιρός για επιστροφή στη δουλειά.

Πολίτης, 23/5/2010

16 Μαΐου 2010

Κρίση στην ευρωζώνη

Η δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος ήταν ένα ορόσημο στην Ευρωπαϊκή ιστορία. Οι νομισματικές διευθετήσεις είναι ένα κατά βάση οικονομικό ζήτημα, έχουν όμως πάντα και πολιτικές προεκτάσεις. Στην περίπτωση της δημιουργίας του ευρώ η πολιτική πτυχή μάλλον έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στη λήψη της απόφασης. Το κοινό νόμισμα θα ήταν ένα πολύ σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και θα αποτελούσε αντίβαρο στην κυριαρχία του δολαρίου. Από οικονομικής άποψης, υπήρχε η προσδοκία της δημιουργίας ενός δυνατού νομίσματος το οποίο θα διασφάλιζε τη μακροοικονομική σταθερότητα και θα ενίσχυε ακόμα περισσότερο τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των χωρών τις ευρωζώνης.

Ήταν ένα φιλόδοξο και ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Η οικονομική βιβλιογραφία είχε περιγράψει τις συνθήκες τις οποίες μια ομάδα χωρών πρέπει να πληροί ώστε να μπορεί να αποτελέσει "βέλτιστη νομισματική ζώνη" - να έχει δηλαδή κοινό νόμισμα. Οι συνθήκες αυτές περιλαμβάνουν κυρίως το συγχρονισμό των οικονομικών κύκλων, την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, την ευελιξία στις τιμές και τους μισθούς, και την ύπαρξη κοινής δημοσιονομικής πολιτικής. Όταν λήφθηκε η απόφαση για δημιουργία του ευρώ, οι χώρες της Ευρώπης δεν πληρούσαν ουσιαστικά κανένα από αυτά τα κριτήρια. Στη βάση αυτής της ανάλυσης πολλοί Αμερικανοί οικονομολόγοι είχαν εκφράσει αμφιβολίες για τη σοφία της υιοθέτησης κοινού νομίσματος και είχαν εκτιμήψει ότι θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα. Αντίθετα, η μεγάλη πλειοψηφία των Ευρωπαίων οικονομολόγων στήριξε το ευρώ. Αυτή η διαφορετική άποψη βασίστηκε σε θεωρίες που υποστήριζαν ότι το κοινό νόμισμα θα μπορούσε να δώσει την ώθηση για περαιτέρω οικονομική ενοποίηση της Ευρώπης. Δεν αποκλείεται οι Ευρωπαίοι οικονομολόγοι να επηρεάστηκαν σε κάποιο βαθμό και από την προσωπική τους επιθυμία να δουν μια πιο ενωμένη Ευρώπη.

Η κρίση που περνά σήμερα η ευρωζώνη δίνει το δικαίωμα στους σκεπτικιστές να νιώθουν δικαιωμένοι. Είχαν τελικά δίκαιο; Μάλλον δεν υπάρχει εύκολη απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Είναι όμως προφανές ότι για να ξεπεραστούν τα προβλήματα και να αποφευχθούν νέες περιπέτειες θα χρειαστούν δραστικές αλλαγές. Οι αποτυχίες που έφεραν την ευρωζώνη σε αυτή την κρίση ήταν πολλαπλές: η δημοσιονομική ανευθυνότητα της Ελλάδας, η ανεπάρκεια των μηχανισμών ελέγχου της ΕΕ, η έλλειψη ηγεσίας από πλευράς Γερμανίας. Γενικά, υπάρχει ένα πρόβλημα απουσίας κοινής πολιτικής και έλλειψης συντονισμού. Είναι ένα πρόβλημα που δεν θα είναι καθόλου εύκολο να ξεπεραστεί αφού φαίνεται να υπάρχουν αρκετά διαφορετικές οικονομικές προσεγγίσεις. Επιπλέον, οποιαδήποτε κατάληξη θα συνεπάγεται κατ' ανάγκην και μεταφορά περισσότερων εξουσιών από τα κράτη μέλη στους κεντρικούς φορείς λήψης αποφάσεων, κάτι που πιθανόν να μην γίνει εύκολα αποδεκτό από τους πολίτες. Δύσκολοι καιροί για τους υποστηρικτές της "διαρκώς στενότερης σχέσης".

Πολίτης, 16/5/2010

9 Μαΐου 2010

Οι αρνητικές πτυχές της συμφωνίας με Κατάρ

Η συμφωνία με το Κατάρ ανακοινώθηκε με διθυράμβους από την κυβέρνηση και χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τα μέσα ενημέρωσης, τους επιχειρηματικούς κύκλους, την... Εκκλησία της Κύπρου, ακόμα και από την αντιπολίτευση. Τα πολλά θετικά στοιχεία τα οποία αναμφίβολα έχει η συμφωνία έχουν αναλυθεί τόσο από την κυβέρνηση όσο και από άλλους σχολιαστές. Υπάρχουν όμως και κάποιες αρνητικές πτυχές σε αυτή την υπόθεση οι οποίες δεν έχουν αναλυθεί επαρκώς και σε αυτές εστιάζεται σήμερα η στήλη.

Ο τρόπος που κινήθηκε η κυβέρνηση για να φτάσει σε αυτή τη συμφωνία δεν μπορεί να αφήνει ικανοποιημένο κανένα που πιστεύει στη διαφάνεια και τη χρηστή διοίκηση, αφού παρακάμφθηκαν διαδικασίες και πρακτικές που είχαν διαμορφωθεί μέσα από τις εμπειρίες πολλών δεκαετιών. Δεν είναι θέμα γραφειοκρατίας ή τυπολατρίας. Υπάρχει μια ισχυρότατη λογική στις καθιερωμένες διαδικασίες. Αν διαθέτουμε ένα προνομιακό τεμάχιο γης προς εκμετάλλευση, το λογικό είναι να σκεφτούμε πρώτα τι είδους ανάπτυξη θα θέλαμε στην περιοχή. Να αναλύσουμε τις ανάγκες των πολιτών και τις οικονομικές, περιβαλλοντικές και άλλες επιπτώσεις της κάθε επιλογής και, αφού πάρουμε τις αποφάσεις μας, να απευθύνουμε πρόσκληση για κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων. Εμείς προχωρούμε ανάποδα. Μας έγινε μια πρόταση για συγκεκριμένη ανάπτυξη και αμέσως την αγκαλιάσαμε χωρίς να διερωτηθούμε αν αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή για το χώρο, ή αν αυτή χρειαζόταν η πρωτεύουσα. Οι διαδικασίες και η κοινή λογική θυσιάστηκαν στο βωμό της ανάγκης.

Ένας δεύτερος λόγος ανησυχίας είναι ο επιχειρηματικός κίνδυνος του έργου. Δεν γνωρίζουμε ακόμα όλες τις λεπτομέρειες, όμως ένα έργο τέτοιας έκτασης αναπόφευκτα συνεπάγεται κάποιο ρίσκο και η Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι εκτεθειμένη σε αυτό. Η Δημοκρατία δεν είναι ιδιωτική επιχείρηση και είναι αμφίβολο αν έχει τις γνώσεις και τις εμπειρίες που απαιτούνται για τη διαχείριση ενός τέτοιου έργου. Είναι απαραίτητο να υπάρξει απόλυτη διαφάνεια ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν ποιες ακριβώς υποχρεώσεις αναλαμβάνει το κράτος, πώς θα λειτουργήσει η κοινοπραξία, πώς θα λαμβάνονται αποφάσεις, πώς θα επιλύονται τυχόν διαφορές.

Τέλος η ευφορία που δημιουργήθηκε από τη συμφωνία δημιουργεί και κάποιους γενικότερους κινδύνους. Υπάρχει ο κίνδυνος να ξαναμπούμε σε μια λογική ανάπτυξης με βάση το μπετόν. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι ο κατασκευαστικός τομέας δεν μπορεί να προσφέρει μακροπρόθεσμη και βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτή θα προέλθει από επενδύσεις στην έρευνα, την τεχνολογία, την υγεία και την παιδεία. Θα πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι η οικονομία έχει χρόνια διαρθωτικά προβλήματα τα οποία διογκώνονται κάθε μέρα που περνά χωρίς τη λήψη μέτρων. Αν επαναπαυθούμε στην προσδοκία των πετροδολλαρίων που θα κλείσουν όλες τις τρύπες, θα το πληρώσουμε πολύ ακριβά.

Πολίτης, 9/5/2010