28 Μαΐου 2012

Πώς να γίνει η διερεύνηση για την κρίση του τραπεζικού συστήματος

Σωφρόνης Κληρίδης - Αναπληρωτής Kαθηγητής Οικονομικών, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Σταύρος Α. Ζένιος – Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Γιώργος Χαραλάμπους - πρώην Πρόεδρος Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

Κερδίζει έδαφος η εισήγηση για σύσταση Επιτροπής για την κρίση στο τραπεζικό σύστημα. Ωστόσο επαναλαμβάνεται διαφοροποιημένη ανάλογα με τα συμφέροντα. Εστιαζόμαστε λοιπόν στο ΠΩΣ να γίνει η διερεύνηση.

Πρέπει να γίνει από μια και μόνο ανεξάρτητη Επιτροπή που να έχει νομιμοποίηση σε ανώτατο πολιτειακό επίπεδο και να έχει κατ’ αρχήν δύο στόχους: (1) Να διερευνήσει τα γεγονότα --πολιτικές, πρακτικές και εξωγενή συμβάντα--- ή πρόσωπα που οδήγησαν στην κρίση, και (2) Να προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά του τραπεζικού συστήματος που καθιστούν της τράπεζες της Κύπρου όχι μόνο «πολύ μεγάλες για να αφεθούν να καταρρεύσουν» αλλά και «πολύ μεγάλες για να μπορούν να διασωθούν».  Ως απορρέον θα επιτευχθεί και ένας τρίτος στόχος, (3) Να εντοπιστούν ευθύνες όσο αφορά θέματα χάραξης πολιτικής, διοίκησης και νομιμότητας. Μόνο με τεκμηριωμένη ανάλυση των πιο πάνω θα μπορέσει η Επιτροπή να εστιαστεί και στον πλέον ουσιώδη στόχο (4) Να προτείνει μέτρα ούτως ώστε να αποφευχθούν παρόμοιες κρίσεις στο μέλλον.

Η Επιτροπή θα καταγράψει δεδομένα και εντοπίσει λάθη και παραλείψεις. Ήδη η δημόσια συζήτηση για ευθύνες του ενός και του άλλου ή κάποιων τρίτων επιβεβαιώνει την ανάγκη για μια ανεξάρτητη Επιτροπή που να εξετάσει όλα όσα έχουν σχέση με το σύστημα, να εντοπίσει αδυναμίες και να προτείνει διορθωτικά μέτρα. Από το πόρισμα θα μπορεί να εξαχθούν συμπεράσματα για τυχόν ευθύνες προσφέροντας υλικό στους μετόχους, στις εποπτικές αρχές και στα όργανα της δικαιοσύνης. Η Πολιτεία θα μπορεί να πάρει αποφάσεις.

Η επιτυχής αντιμετώπιση της τραπεζικής κρίσης στη Σουηδία το 1991-93 προσφέρει καθοδήγηση. Η επιτυχία οφειλόταν στους εξής παράγοντες (1) ευρεία πολιτική συναίνεση, (2) αποφασιστική ανάληψη δράσης, (3)  επαρκές νομικό και θεσμικό πλαίσιο για έγκαιρη κρατική παρέμβαση, (4) διαφανής πρόσβαση σε πληροφορίες, (5) αποφυγή του «ηθικού κινδύνου» (moral hazard) διασφαλίζοντας οτι οι μέτοχοι απορρόφησαν κατά το δυνατό τις απώλειες πριν παρέμβει το κράτος, (6) ο σχεδιασμός μακροοικονομικών πολιτικών που αναγνωρίζουν την αλληλεξάρτηση των κρίσεων στο τραπεζικό σύστημα και την πραγματική οικονομία και (7) την ετοιμότητα του κράτους να στηρίξει το τραπεζικό σύστημα. Λαμβάνοντας υπόψη και τον τρόπο που η Ισλανδία διενέργησε έρευνα για την τραπεζική κρίση (2010) και την διερεύνηση της επιτροπής Vickers (2011) του Ηνωμένου Βασιλείου για ανασχεδιασμό του τραπεζικού συστήματος, φθάνουμε σε ολοκληρωμένη εισήγηση για την  Επιτροπή.
  1. Συστήνεται με νομοθετική ρύθμιση της Βουλής των Αντιπροσώπων, ως το σώμα με την λιγότερη ανάμειξη σε θέματα που αφορούσαν την διαχείριση του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας και στο οποίο μπορεί να επιτευχθεί η αναγκαία πολιτική συναίνεση. 
  2. Αποτελείται από εμπειρογνώμονες αδιαμφισβήτητου κύρους και διεθνών εμπειριών σε θέματα τραπεζικού συστήματος και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
  3. Να διερευνήσει τα αίτια της κρίσης και να περιλαμβάνει --χωρίς να περιορίζεται-- πιθανά:

    1. λάθη, παραλείψεις ή κερδοσκοπικές ενέργειες εκ μέρους των διευθύνσεων των τραπεζών που δεν συνάδουν με τα πρότυπα χρηστής διοίκησης  τραπεζών.
    2. λάθη, παραλείψεις ή και αδυναμία εκ μέρους των Συμβουλίων των τραπεζών στην εκτέλεση των καθηκόντων τους.
    3. λάθη ή παραλείψεις εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας να ασκήσει τον εποπτικό της ρόλο  χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα εργαλεία.
    4. ελλείψεις στο εποπτικό πλαίσιο που περιόριζαν την Κεντρική Τράπεζα στην άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας.
    5. λάθη ή παραλείψεις κατά την λήψη πολιτικών αποφάσεων για διαχείριση της κρίσης του ελληνικού χρέους που ενδεχομένως να ενέτειναν την κρίση του τραπεζικού συστήματος.
    6. λάθη στην διαμόρφωση και εφαρμογή της ευρύτερης πολιτικής για τον χρηματοπιστωτικό τομέα.

  4. Να προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά του τραπεζικού συστήματος που το καθιστούν επιρρεπές σε αστάθεια και ευάλωτο από διεθνείς κρίσεις, και την αλληλεξάρτηση του τραπεζικού συστήματος με τη δημοσιονομική πολιτική σε μία οικονομική ένωση με κοινό νόμισμα.  
  5. Να προτείνει αλλαγές σε πολιτικές, θεσμούς και δομές που να εγγυούνται τη σταθερότητα και ανταγωνιστικότητα του κυπριακού τραπεζικού συστήματος, να μετριάζουν τους συστημικούς κινδύνους, να περιορίζουν τους ηθικούς κινδύνους και την πιθανότητα κατάρρευσης τραπεζών, με τρόπους που να λαμβάνουν υπόψιν τα συμφέροντα των πελατών, των καταθετών και της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
  6. Να είναι επαρκώς τεκμηριωμένη υποδεικνύοντας πιθανές παραβιάσεις αρχών εταιρικής διακυβέρνησης, του εποπτικού πλαισίου ή της νομιμότητας, καθώς και των υπευθύνων. 
Η Επιτροπή να έχει πρόσβαση σε όλα τα αναγκαία στοιχεία και το πόρισμα της να δημοσιοποιηθεί. Τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα στην Κεντρική Τράπεζα και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πιστεύουμε ότι επαρκούν.

Η προσεκτική διερεύνηση είναι αναγκαία για να κατανοήσουμε τι συνέβηκε, να προλάβουμε παρόμοια περιστατικά στο μέλλον και να δώσουμε λύσεις για ορθολογιστική ανάπτυξη ενός τομέα που είναι επιρρεπής σε αστάθεια αλλά έχει ψηλή προστιθέμενη για την οικονομία. Δεν θα γίνει για ξεκαθάρισμα πολιτικών ή προσωπικών λογαριασμών. Η διερεύνηση από ανεξάρτητη Επιτροπή εμπειρογνωμόνων, νομιμοποιημένη από το Κοινοβούλιο της χώρας, προσδίδει ουσιαστικό νόημα στις έννοιες «διαφάνεια», «επαγγελματισμός» και «υπευθυνότητα».

Παραπομπές:
Independent Commission on Banking, Terms of Reference, UK.
Jonung, L. (Feb. 2009). The Swedish Model for resolving the banking crisis 1991-93. Seven reasons why it was successful, DG ECFIN, European Commission, Brussels.
Report of the Special Investigation Commission (SIC), Althingi, Iceland, 2010.

Φιλελεύθερος, 28 Μαΐου 2012