25 Ιανουαρίου 2004

Το μέλλον στα πετρελαιοειδή

Η ιστορία της εμπορίας των πετρελαιοειδών είναι μια ιστορία κακών πολιτικών:

  • Το σύστημα καθορισμού λιανικών τιμών πώλησης. Εδώ και 32 χρόνια το κράτος υποχρεώνει τους πολίτες του να επιδοτούν πλουσιοπάροχα τις εταιρείες πετρελαιοειδών.
  • Το διυλιστήριο. Ένα τρανταχτό παράδειγμα κρατικής κακοδιαχείρησης, για χάρη του οποίου αναπνέουμε μέχρι σήμερα θείο και μόλυβδο, ουσίες που όλες οι προηγμένες χώρες έχουν σχεδόν εξαλείψει από τα καύσιμα εδώ και χρόνια.
  • Η επιδότηση του πετρελαίου. Δημιούργησε τεράστιες στρεβλώσεις στην αγορά, ενεθάρρυνε λανθασμένες επενδύσεις και οδήγησε στην αλόγιστη χρήση του πετρελαίου στην γεωργία, τις μεταφορές και τη θέρμανση.

Θα μπορούσε κανείς να γεμίσει πολλές σελίδες περιγράφοντας πώς τα λάθη αυτά οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση. Επειδή όμως έχουν λεχθεί αρκετά αυτές τις μέρες θα προτιμήσω να αφήσω το παρελθόν και να κοιτάξω λίγο μπροστά. Τις τελευταίες μέρες έχουμε ακούσει τόσο τον Υπουργό Εμπορίου όσο και τον Υπουργό Συγκοινωνιών να υπόσχονται στους καταναλωτές χαμηλότερες τιμές καυσίμων στο σύντομο μέλλον. Προφανώς η κυβέρνηση ελπίζει ότι η απελευθέρωση της αγοράς και το κλείσιμο του διυλιστηρίου θα σπρώξουν τις τιμές προς τα κάτω.

Στη θέση τους θα ήμουν πιο επιφυλακτικός. Σίγουρα υπάρχει περιθώριο μείωσης των τιμών, όμως αυτό προϋποθέτει τη διαμόρφωση σωστού ανταγωνιστικού κλίματος στην αγορά. Κάτι τέτοιο δεν πρέπει να θεωρείται ως δεδομένο. Αυτή η αγορά λειουργεί εδώ και δεκαετίες κάτω από καθεστώς προστατευτισμού. Οι εταιρείες πετρελαιοειδών δεν είναι συνηθισμένες να ανταγωνίζονται η μια την άλλη αφού όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούσαν ουσιαστικά σαν καρτέλ. Έχουν πολύ ψηλό λειτουργικό κόστος γιατί μέχρι τώρα δεν είχαν κανένα λόγο να προσπαθήσουν να το περιορίσουν. Αντίθετα, το σύστημα τους ενεθάρρυνε να κτίζουν πολλά και πολυτελή πρατήρια για να δικαιολογούν αύξηση των κερδών τους.

Η έλλειψη ανταγωνιστικής κουλτούρας και το ψηλό λειτουργικό κόστος δεν ευνοούν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Για να αποφέρει η φιλελευθεροποίηση τα αναμενόμενα οφέλη απαιτείται μια δραστική αναδιάρθρωση του κλάδου. Οι εταιρείες θα πρέπει να αναδιοργανωθούν και να γίνουν πιο αποδοτικές. Ορισμένα πρατήρια θα κλείσουν, άλλα θα μετακινηθούν, άλλα ίσως μετατραπούν σε σταθμούς αυτοεξυπηρέτησης (self-service) και μειώσουν τις υπηρεσίες που προσφέρουν (π.χ. πλύσιμο αυτοκινήτου, πώληση νερού, κ.λπ.). Για να γίνουν όλα αυτά θα χρειαστεί κάποια από τις εταιρείες να κάνει την πρώτη κίνηση. Είναι αμφίβολο κατά πόσον υπάρχει τέτοια διάθεση. Ο καλύτερος τρόπος να επιτευχθεί ο ανταγωνισμός είναι με την είσοδο νέων εταιρειών στην αγορά οι οποίες θα είναι σε θέση να κινηθούν με ευελιξία και αποτελεσματικότητα. Αυτό δεν θα είναι εύκολο γιατί η αγορά είναι ήδη κορεσμένη. Όμως η πολιτεία θα μπορούσε να το ενθαρρύνει δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις για προσέλκυση νέων εταιρειών.

Η αναδιάρθρωση της αγοράς θα προκαλέσει αναμφίβολα αντιδράσεις από αυτούς που θα επηρεαστούν αρνητικά και θα έχει πολιτικό κόστος. Αν όμως η κυβέρνηση θέλει να επιτύχει τη μείωση των τιμών που υπόσχεται, δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

Πολίτης, 25/1/2004

11 Ιανουαρίου 2004

Γι αυτό είναι ανεξάρτητοι

Η διάκριση των εξουσιών είναι θεμελιώδης αρχή της δημοκρατίας. Η εκτελεστική εξουσία ασκεί πολιτική, η νομοθετική εξουσία θεσπίζει νόμους και η δικαστική εξουσία διασφαλίζει την τήρηση των νόμων τόσο από τους πολίτες όσο και από τις άλλες δύο εξουσίες. Οι σύγχρονες δημοκρατίες διαθέτουν επίσης πλήθος ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών οι οποίες επωμίζονται το έργο της εποπτείας συγκεκριμένων δραστηριοτήτων. Οι αρχές αυτές διορίζονται μεν από την εκτελεστική εξουσία (συχνά με τη σύμφωνο γνώμη της νομοθετικής εξουσίας), λειτουγούν όμως εντελώς ανεξάρτητα με βάση το νομοθετικό πλαίσιο που τις διέπει και χωρίς να χρειάζεται να λογοδοτούν σε κανένα. Αυτή η ανεξαρτησία τους επιτρέπει να επιτελούν το έργο τους ανεπηρέαστες, μακριά από πολιτικές σκοπιμότητες και μικροκομματικά συμφέροντα. Τέτοιες αρχές είναι η Κεντρική Τράπεζα, η Ελεγκτική Υπηρεσία, η Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού, οι Ρυθμιστές Τηλεπικοινωνιών και Ενέργειας και πολλές άλλες.

Δύο πρόσφατα επεισόδια στην πολιτική ζωή του τόπου δείχνουν ότι η πολιτική μας ηγεσία δεν έχει μάθει να σέβεται την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και των διαφόρων ρυθμιστικών αρχών. Τις τελευταίες βδομάδες ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας έγινε αντικείμενο λεκτικού λυντσαρίσματος από το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας λόγω της απόφασής του να μην συναινέσει στην απονομή χάριτος σε φυλακισμένους. Μπορεί κάποιος να διαφωνεί με τη συγκεκριμένη απόφαση, όμως είναι γενικά παραδεκτό ότι ο Γενικός Εισαγγελέας ενήργησε μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που του παρέχει το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Φαίνεται όμως ότι με την ενέργειά του αυτή ανέτρεψε μια βολική αλλά νομικά και ηθικά πάσχουσα συναίνεση, προκαλώντας έτσι τη μήνιν του κατεστημένου. Έγινε στόχος μαζικής επίθεσης από τα κόμματα και φτάσαμε στο σημείο να ακούμε φήμες ότι αναζητούνται τρόποι απομάκρυνσής του, έστω κι αν σύμφωνα με το σύνταγμα δεν μπορεί να παυθεί.

Ένα παρόμοιο επεισόδιο είχε διαδραματισθεί μερικές βδομάδες νωρίτερα, όταν η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης είχε επιβάλει ποινή πεντάλεπτης σιγής σε τηλεοπτικό σταθμό για παραβάσεις του δεοντολογικού κώδικα (αργότερα ακολούθησε παρόμοια καμπάνα και σε άλλο σταθμό). Και σε αυτή την περίπτωση η ανεξάρτητη αρχή είχε ενεργήσει σύμφωνα με τους όρους εντολής που καθόριζε το νομοθετικό πλαίσιο που ενέκρινε η Βουλή. Κι όμως σύσσωμα τα πολιτικά κόμματα έσπευσαν να κατηγορήσουν την Αρχή για λογοκρισία και να υπερασπιστούν σταθμούς που παραβίασαν τους κανόνες τους οποίους τα ίδια τα κόμματα θέσπισαν.

Οι λαϊκίστικες αντιδράσεις και οι πομπώδεις δηλώσεις που συνόδευσαν τα δύο αυτά επεισόδια αποτελούν μια ακόμα ένδειξη της ανωριμότητας που χαρακτηρίζει τον πολιτικό λόγο στον τόπο μας. Οι πολιτικοί μας έχουν μάθει να ελέγχουν τα πάντα και δυσκολεύονται να δεχτούν ότι κάποιοι άλλοι είναι περισσότεροι αρμόδιοι από αυτούς για να λάβουν ορισμένες αποφάσεις. Ας κοιτάξουν λίγο προς την Ευρωπαϊκή Ένωση που παίρνει πολύ σοβαρά την αρχή της ανεξαρτησίας των δικαστικών και ρυθμιστικών αρχών.

Πολίτης, 11/1/2004