21 Μαρτίου 2004

Ο πρώτος χρόνος της κυβέρνησης

Σχεδόν απαρατήρητη πέρασε η πρώτη επέτειος από την ανάληψη των καθηκόντων της κυβέρνησης Παπαδόπουλου. Η οικονομία είναι όμως φλέγον ζήτημα, είτε έχουμε σχέδιο Ανάν είτε όχι, για αυτό σήμερα θα κάνουμε μια σύντομη κριτική ανασκόπηση της οικονομικής πολιτικής που ασκήθηκε κατά τον πρώτο χρόνο της παρούσας διακυβέρνησης.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Κυπριακή οικονομία είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα. Η σημερινή κυβέρνηση δεν ευθύνεται άμεσα για το έλλειμμα, κλήθηκε όμως να το αντιμετωπίσει. Επιχείρησε να το πράξει ακολουθώντας μια πολιτική βασισμένη σε μια λογιστική προσέγγιση του προβλήματος. Οι προσπάθειες εστιάστηκαν στην αύξηση των εσόδων με την πάταξη της φοροδιαφυγής και τις αυξήσεις σε διάφορα τέλη. Παρόλο που αυτές οι κινήσεις ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση, είναι μάλλον ουτοπία να πιστεύουμε ότι θα λύσουμε το δημοσιονομικό μας πρόβλημα με αυτά τα μέτρα. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα στα δημόσια οικονομικά είναι το κρατικό μισθολόγιο. Όμως η κυβέρνηση δεν έδωσε καμία ένδειξη για το πώς προτίθεται να αντιμετωπίσει το τεράστιο αυτό θέμα. Αντίθετα, με ιδιαίτερη ευκολία προχώρησε στην προκήρυξη πριν μερικούς μήνες 800 καινούριων θέσεων στη δημόσια υπηρεσία.

Πιο γενικά, από την κυβερνητική πολιτική απουσιάζει το στίγμα ενός οικονομικού οράματος που στοχεύει στην μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη. Απουσιάζουν τα στοιχεία εκείνα που θα δώσουν ώθηση στην οικονομία στην μετα-τουρισμόν εποχή. Μια τέτοια ώθηση θα μπορούσε, για παράδειγμα, να δοθεί με την αποκρατικοποίηση δημόσιων και ημικρατικών οργανισμών οι οποίοι έχουν εκπληρώσει την αρχική αποστολή τους. Η κυβέρνηση όμως επιμένει να αποκλείει αυτή την επιλογή και πειραματίζεται επικίνδυνα αναζητώντας μαγικές συνταγές.

Πέραν των θεμάτων πολιτικής, τη χρονιά που μας πέρασε έγιναν και σημαντικά λάθη τακτικής. Τον Ιούνιο του 2003 η κυβέρνηση προανήγγειλε μείωση της φορολογίας των αυτοκινήτων. Η αναγγελία αυτή σκότωσε ουσιαστικά την αγορά για έξι σχεδόν μήνες. Το πάθημα δεν έγινε μάθημα, αντίθετα επαναλήφθηκε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στην υπόθεση της άρσης του τραπεζικού απορρήτου. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε εκ των προτέρων τις προθέσεις της, δημιούργησε αβεβαιότητα στην αγορά (με όλα τα αρνητικά της συνεπακόλουθα) και έδωσε τον χρόνο στους επηρεαζόμενους να λάβουν τα μέτρα τους. Ταυτόχρονα έθεσε σε κίνδυνο και την περιβόητη φορολογική αμνηστία που υποτίθεται ότι θα φέρει πολλά εκατομμύρια στα δημόσια ταμεία.

Τέλος, δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε και την άσχημη εικόνα που δίνουν οι λανθασμένες εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομικών σε μια σειρά θεμάτων. Τον περασμένο Σεπτέμβρη το Υπουργείο εκτιμούσε ότι το δημοσιονομικό έλλειμα για το 2003 θα έφτανε το 5,4%. Πριν λίγες μέρες μάθαμε από τη Eurostat ότι το έλλειμμα έφτασε τελικά (;) το 6,3%. Πώς μπορούμε να εμπιστευθούμε τις εκτιμήσεις του Υπουργείου για τα επόμενα χρόνια όταν δεν μπορούμε να μετρήσουμε σωστά το έλλειμμα για το τρέχον έτος; Παρόμοιου μεγέθους λάθη φαίνεται να έγιναν και στις εκτιμήσεις για το κόστος της λύσης και για την αξία των Ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα. Φταίνε οι τεχνοκράτες ή μήπως οι πολιτικές παρεμβάσεις;

Είναι φυσικό για μια νέα κυβέρνηση να κάνει λάθη. Ανεξάρτητα απο τις εξελίξεις στο Κυπριακό, η οικονομική μας πολιτική θα περάσει σε νέα φάση αφού θα έχουμε σύντομα νέο υπουργό. Ελπίζουμε η αλλαγή φρουράς να φέρει και μια νέα πνοή στα οικονομικά μας πράγματα.

Πολίτης, 21/3/2004

7 Μαρτίου 2004

Η βιωσιμότητα του Ταμείου Αποζημιώσεων

Η επιστροφή γης και η καταβολή αποζημιώσεων είναι ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία της λύσης με βάση το σχέδιο Ανάν γιατί αποτελούν τα κύρια άμεσα και χειροπιαστά οφέλη που θα έχουν οι Ε/Κ από μια λύση. Για αυτό το λόγο είναι κεφαλαιώδους σημασίας να διασφαλιστεί ότι η διαδικασία καταβολής αποζημιώσεων θα ολοκληρωθεί χωρίς προβλήματα. Έχουν ήδη εκφραστεί από πολλούς αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του Ταμείου Αποζημιώσεων όπως αυτό προβλέπεται στο σχέδιο. Σε αυτές θα προσθέσω σήμερα και τις δικές μου.

Η φιλοσοφία πίσω από την οικονομική διάσταση του Συμβουλίου Περιουσίας (ΣΠ) είναι απλή. Το Συμβούλιο θα γίνει κάτοχος των Ε/Κ περιουσιών που δεν θα επιστραφούν. Οι ιδιοκτήτες θα πάρουν ομόλογα ανάλογα με την τρέχουσα αξία της περιουσίας σε συγκρίσιμες περιοχές. Το ΣΠ θα πουλήσει σταδιακά τις περιουσίες και θα χρησιμοποιήσει τα έσοδα για να εξαργυρώσει τα ομόλογα. Η βιωσιμότητα αυτού του συστήματος βασίζεται στην υπόθεση ότι η αξία της γης που θα κατέχει το ΣΠ θα μεγαλώνει με πολύ μεγαλύτερους ρυθμούς από ότι το επιτόκιο που θα πληρώνεται στα ομόλογα. Οι ρυθμοί αύξησης πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτεροι (και όχι απλώς μεγαλύτεροι) διότι η πραγματική τρέχουσα αξία της γης είναι πολύ χαμηλότερη από την τρέχουσα αξία όπως αυτή θα υπολογιστεί με βάση το σχέδιο και κατά συνέπεια θα ξεκινούμε από πιο χαμηλή βάση.

Δεν αποκλείεται τα πράγματα να εξελιχθούν όπως προβλέπεται και να μην υπάρξει κανένα πρόβλημα. Υπάρχει όμως και σοβαρή πιθανότητα το Ταμείο που θα δημιουργηθεί να παρουσιάσει σημαντικό έλλειμα. Αφ' ενός οι τιμές μπορούν να επηρεαστούν αρνητικά από εξωγενείς παράγοντες. Αφ' ετέρου είναι αμφίβολο κατά πόσον είναι δυνατόν να απορροφηθούν αυτές οι περιουσίες από την αγορά χωρίς να προκληθεί σημαντική μείωση των τιμών. Το γεγονός ότι η πορεία των τιμών θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική της Τ/Κ ομόσπονδης πολιτείας είναι ένας επιπρόσθετος λόγος ανησυχίας. Αν για όλους αυτούς τους λόγους το Ταμείο παρουσιάσει έλλειμμα αυτό θα αποτελέσει τεράστιο οικονομικό βάρος για το κεντρικό κράτος αλλά και πηγή προβλημάτων στο πολιτικό επίπεδο. Η δημιουργία επενδυτικού ταμείου που εισηγούνται οι τέσσερις εμπειρογνώμονες που επιστράτευσε η κυβέρνηση είναι ελκυστική από οικονομικής άποψης αλλά δεν λύνει το πρόβλημα γιατί απλώς μεταθέτει το ρίσκο από το κεντρικό κράτος στους ιδιώτες.

Πιστεύω ότι αυτό το θέμα θα πρέπει να τεθεί σε πρώτη προτεραιότητα από την πλευρά μας. Πρώτον, γιατί τυχόν κατάρρευση του Ταμείου Αποζημιώσεων θα αποτελέσει τεράστιο πλήγμα για την Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία. Δεύτερον, γιατί το θέμα δεν επηρεάζει άμεσα τους Τ/Κ και άρα θα είναι πιο εύκολο να φτάσουμε σε διευθέτηση. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να πείσουμε τους ξένους. Πρέπει με σοβαρότητα και χωρίς υπερβολές να εξηγήσουμε γιατί η βιωσιμότητα του Ταμείου Αποζημιώσεων είναι καίριας σημασίας και γιατί πιστεύουμε ότι δεν διασφαλίζεται με το προτεινόμενο σύστημα. Δεν χρειάζεται καν να πείσουμε για τις ανησυχίες μας. Αν οι ξένοι επιμένουν ότι το Ταμείο είναι βιώσιμο, τότε δεν θα πρέπει να έχουν καμία αντίρρηση να αναλάβουν οι ίδιοι το ρίσκο, προσφέροντας εγγυήσεις για τις προβλεπόμενς αποζημιώσεις.

Πολίτης, 7/3/2004