30 Ιουνίου 2002

Ο ταχυδρόμος χτυπάει συνήθως δύο φορές

Τα τεράστια προβλήματα των Κυπριακών ταχυδρομικών υπηρεσιών είναι λίγο-πολύ γνωστά σε όλους. Ειδικά όσοι έχουν συχνή αλληλογραφία με το εξωτερικό γνωρίζουν για τις τεράστιες καθυστερήσεις που παρουσιάζονται στην παράδοση επιστολών και δεμάτων, καθώς και για την αλληλογραφία που δεν φτάνει ποτέ στον προορισμό της. Όμως τα στοιχεία που δόθηκαν τις τελευταίες μέρες στη δημοσιότητα σχετικά με τις επιδόσεις των ταχυδρομικών μας υπηρεσιών θα πρέπει να αποτέλεσαν δυσάρεστη έκπληξη ακόμα και για τους πιο κυνικούς. Μόνο 15% του εξωτερικού ταχυδρομείου με προορισμό την Κύπρο φτάνει στον παραλήπτη του μέχρι και την τρίτη μέρα από τη μέρα αποστολής του. Το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες μέλη της ΕΕ είναι 92% και στις υπό ένταξη χώρες 75%.

Ο αρμόδιος υπουργός κύριος Αβέρωφ Νεοφύτου απέδωσε τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην έλλειψη προσωπικού. Επειδή ο κύριος Νεοφύτου δεν μας έχει συνηθίσει στις εύκολες δικαιολογίες θα δεχτούμε ότι η θέση του αυτή έχει κάποια βάση. Όμως δεν είναι δυνατόν να πιστεύει κανείς ότι τα πάντα θα διορθωθούν με την πρόσληψη μερικών επιπρόσθετων διανομέων. Δεν είναι δυνατόν η έλλειψη προσωπικού να είναι τόσο μεγάλη ώστε να μην μπορούν να έρχονται διανομείς στα σπίτια μας περισσότερο από δύο φορές τη βδομάδα, ενώ αρκετές φορές έρχονται μόνο μία!

Ούτε μπορούν να αποδοθούν οι καθυστερήσεις στο γεγονός ότι πολλοί διανομείς είναι έκτακτοι και δεν δείχνουν τον απαιτούμενο ζήλο για την εργασία τους. Ο κ. Νεοφύτου υποστήριξε ότι είναι δύσκολο να επιβληθεί πειθαρχία στους έκτακτους υπαλλήλους γιατί δεν μπορείς να τους απειλήσεις με απόλυση. Όμως ούτε και οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι μπορούν να απολυθούν (εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις), ενώ ακόμα και η επιβολή πειθαρχικών μέτρων εναντίον τους είναι πολύ δύσκολη. Από την άλλη οι έκτακτοι ίσως να έχουν μεγαλύτερα κίνητρα να εργαστούν παραγωγικά αν θέλουν να ελπίζουν σε ανανέωση της σύμβασής τους ή ακόμα και σε μονιμοποίηση.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ταχυδρομικές μας υπηρεσίες είναι πολλά και χρόνια και δεν πρόκειται να επιλυθούν με την πρόσληψη νέου προσωπικού. Χρειάζονται δραστικές και ριζικές αλλαγές. Ήδη υπάρχει πρόταση για μετατροπή του Τμήματος Ταχυδρομικών Υπηρεσιών σε εταιρεία ιδιωτικού δικαίου με κύριο μέτοχο το κράτος. Οι αρμόδιοι θα πρέπει να προχωρήσουν τάχιστα σε αυτή τη διαδικασία, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να μελετήσουν τρόπους για την προώθηση του ανταγωνισμού στις επί μέρους αγορές όπου αυτό προσφέρεται, όπως είναι τα δέματα. Η διεθνής εμπειρία και πρακτική μπορεί να μας διδάξει πολλά και σε αυτό το θέμα. Μια οικονομία που θέλει να φτάσει και να ανταγωνιστεί τις ανεπτυγμένες Ευρωπαϊκές χώρες χρειάζεται γρήγορες και αποτελεσματικές ταχυδρομικές υπηρεσίες, κάτι που πόρρω απέχει από αυτό που διαθέτουμε σήμερα.

Πολίτης, 30/6/2002

24 Ιουνίου 2002

Πώς η φοιτητική ψήφος θα υπονομεύσει το Πανεπιστήμιο

Ξεκίνησα αυτό το άρθρο με σκοπό να εξηγήσω τους λόγους που οι φοιτητές δεν πρέπει να έχουν ουσιαστική συμμετοχή στα σώματα του Πανεπιστημίου και για να επισημάνω τις μικροκομματικές σκοπιμότητες που οδήγησαν τη Βουλή στη ψήφιση του επίμαχου νομοσχεδίου. Μετά όμως από κάποια σκέψη συνειδητοποίησα ότι ένα τέτοιο άρθρο ήταν εντελώς αχρείαστο. Αφ' ενός γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρχει άνθρωπος με στοιχειώδη κριτική ικανότητα που να πιστεύει ότι 20χρονοι φοιτητές θα πρέπει να αποφασίζουν για το μέλλον του ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του τόπου. Και αφ' ετέρου διότι κάθε Κύπριος γνωρίζει ότι τα κόμματα ψήφισαν αυτό το νόμο για να αποκτήσουν μέσω των φοιτητικών παρατάξεων λόγο στο μέχρι τούδε απρόσιτο σε αυτούς Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Παρόλα αυτά η έκπληξη που προκάλεσε η έντονη αντίδραση του Πανεπιστημίου δείχνει ότι πολλοί δεν έχουν αντιληφθεί πόσο καταστροφική μπορεί να είναι η πρόσφατη εξέλιξη. Κάποιος θα μπορούσε να σκεφτεί, τι κι αν οι φοιτητές έχουν το 25% του συνόλου των ψήφων, οι πανεπιστημιακοί έχουν το υπόλοιπο 75% και άρα κάνουν ότι θέλουν. Όμως η λογική αυτή παραγνωρίζει το γεγονός ότι οι φοιτητές δεν ενεργούν σαν ανεξάρτητα άτομα αλλά σαν συνδικαλιστικά όργανα που ακολουθούν τη γραμμή που καθορίζεται από τις παρατάξεις τους. Αντίθετα οι καθηγητές δεν έχουν ενιαία φωνή και ενεργούν ο καθένας ανεξάρτητα. Το αποτέλεσμα είναι οι φοιτητές να διαθέτουν ουσιαστικά τη νικώσα ψήφο σε όποιο θέμα δεν υπάρχει ισχυρή πλειοψηφία μεταξύ των καθηγητών.

Το πρόβλημα αυτό θα είναι ιδιαίτερα έντονο σε περιόδους εκλογών, όπως είναι οι πρυτανικές εκλογές που θα έχουμε στους επόμενους λίγους μήνες. Αν υπάρχουν πέραν του ενός υποψηφίου τότε οι φοιτητές με το ποσοστό ψήφων που διαθέτουν θα έχουν ρυθμιστικό ρόλο. Με ένα απλό υπολογισμό μπορεί κάποιος να δεί ότι είναι δυνατόν ένας υποψήφιος που υποστηρίζεται από το 70% των καθηγητών να χάσει τις εκλογές αν οι φοιτητές αποφασίσουν να υποστηρίξουν τον ανθυποψήφιό του. Οδηγούμαστε ουσιαστικά σε μια κατάσταση όπου οι φοιτητές θα επιλέγουν όλους τους αιρετούς αξιωματούχους του Πανεπιστήμιου, περιλαμβανομένου και του πρύτανη!

Μέσα σε ένα τέτοιο σύστημα είναι αναπόφευκτο ότι θα ευδοκιμήσουν οι πελατειακές σχέσεις. Οι φοιτητές θα επιζητήσουν ανταλλάγματα για τη ψήφο τους και θα βρεθούν υποψήφιοι που θα τους τα υποσχεθούν. Το αποτέλεσμα θα είναι η διολίσθηση του Πανεπιστημίου Κύπρου σε μια πορεία αυτοκαταστροφής. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι το πιο πάνω σενάριο δεν κάνει κανένα διαχωρισμό μεταξύ "κακών" φοιτητών και "καλών" καθηγητών. Αντίθετα, είναι σαφές ότι για να παιχτεί το παιγνίδι χρειάζεται συμμετοχή και από τις δύο πλευρές. Και δεν πρέπει να έχουμε καμία αμφιβολία ότι από τη στιγμή που το σύστημα δημιουργήσει αυτά τα κίνητρα, οι παίχτες θα βρεθούν. Η κατάσταση που επικρατεί στα Ελληνικά πανεπιστήμια είναι μια τραγική ένδειξη του τι μας περιμένει.

Και ας μην μας αντιτάξουν το επιχείρημα ότι "εδώ δεν είναι Ελλάδα". Αυτή είναι η προσφιλής αντίδραση των φοιτητών (και των πολιτικών και δημοσιογράφων που τους καλοπιάνουν) όποτε χρησιμοποιήσει κάποιος τα Ελληνικά πανεπιστήμια ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Η αντίδραση αυτή είναι μια αλαζονική έκφραση της νοοτροπίας ότι εμείς είμαστε πιο έξυπνοι από τους άλλους και άρα δεν θα τα θαλασσώσουμε όπως αυτοί. Πρόκειται για ένα επικίνδυνο μύθο πίσω από τον οποίο κρύβονται συχνά αυτοί που δεν έχουν τα κότσια να πάρουν τις σωστές αποφάσεις. Τα Ελληνικά πανεπιστήμια έφτασαν στο σημείο που έφτασαν γιατί το σύστημα πάνω στο οποίο βασίστηκε η λειτουργία τους είχε θεμελιώδη προβλήματα. Να είστε βέβαιοι ότι αν υιοθετήσουμε το ίδιο σύστημα θα καταλήξουμε κι εμείς στο ίδιο ακριβώς σημείο.

Το θέμα θα πρέπει να επανατοποθετηθεί στην ορθή του βάση. Οι φοιτητές πρέπει να εκπροσωπούνται στα όργανα του Πανεπιστημίου για να παραθέτουν τις απόψεις τους και να ενημερώνονται για τις αποφάσεις που λαμβάνονται. Αυτό επιτυγχάνεται με τη συμμετοχή δύο εκπροσώπων, όπως ίσχυε μέχρι τώρα. Η αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης δεν υπήρχε στους αρχικούς κανονισμούς λειτουργίας του Πανεπιστημίου. Επιβλήθηκε για πρώτη φορά από τα κόμματα πριν μερικά χρόνια όταν δόθηκε στους φοιτητές ψήφος στις Πρυτανικές εκλογές. Με το τελευταίο νομοθέτημα της Βουλής το ατόπημα διερύνεται με περαιτέρω αύξηση των ποσοστών και επέκταση του και στα τμήματα. Πρόκειται για μια ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του Πανεπιστημίου. Τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και να αντιστρέψουν αυτή την επικίνδυνη πορεία προτού είναι πολύ αργά.

Πολίτης, 24/6/2002

16 Ιουνίου 2002

Το σύστημα απέτυχε, καιρός να αλλάξουμε το σύστημα

"... η κυβέρνηση ασκεί αυτοκριτική γιατί ενέδωσε σε κομματικές πιέσεις και μετέτρεψε το θέμα της σύνθεσης των Διοικητικών Συμβουλίων του ΧΑΚ και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε συναλλαγή και βόλεμα κομματικών ευνοούμενων. Στην ουσία διορίσθηκαν οι εκλεκτοί των κομμάτων."

Η πιο πάνω δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου ήρθε σε μια ευνοϊκή χρονική συγκυρία για να επιβεβαιώσει την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε από τη στήλη αυτή τον τελευταίο μήνα. Συγκεκριμένα, πριν τέσσερις βδομάδες είχαμε επικρίνει την πρακτική του διαμοιρασμού των θέσεων του δημοσίου στα κοινοβουλετικά κόμματα. Δύο βδομάδες αργότερα είχαμε επισημάνει το σημαντικό ρόλο που πρέπει να διαδραματίζουν τα εποπτικά όργανα του κράτους στη διαχείριση της οικονομίας. Υποστηρίξαμε δε ότι είναι η απαραίτητη η διαφύλαξη της ανεξαρτησίας των εποπτικών οργάνων και η στελέχωσή τους με ικανό και έμπειρο προσωπικό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ορθά οι δύο επιτροπές της Βουλής αναγνωρίζουν ως σημαντικό παράγοντα που οδήγησε στην κατάρρευση του ΧΑΚ την αποτυχία των εποπτικών οργάνων του χρηματιστηρίου να εφαρμόσουν τη νομοθεσία. Ορθά επίσης επισημαίνουν τις πολιτικές ευθύνες της κυβέρνησης για την αδυναμία της να επέμβει όταν ήταν εμφανής η έλλειψη επίβλεψης. Όμως το γεγονός ότι η απόδωση ευθυνών εκ μέρους της Βουλής σταματά στο σημείο αυτό την καθιστά ελλειπή και παραπλανητική. Δίνει την εντύπωση ότι αν ορισμένα άτομα έκαναν τη δουλειά τους καλύτερα τότε δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα.

Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η φούσκα του ΧΑΚ δεν ήτανθέμα αποτυχίας ενός, δύο, ή δέκα ατόμων. Ήταν αποτυχία του πελατειακού κράτους και της κομματοκρατίας. Τα εποπτικά όργανα του ΧΑΚ απέτυχαν μεν, αλλά η ευθύνη της αποτυχίας τους δεν βαραίνει τόσο τους ίδιους όσο το ίδιο το σύστημα. Το σύστημα δημιούργησε εποπτικά όργανα χωρίς πραγματική ανεξαρτησία και χωρίς την απαραίτητη υποδομή΄ το σύστημα έθεσε επικεφαλής των εποπτικών οργάνων άτομα που δεν είχαν την απαραίτητη τεχνογνωσία΄ το σύστημα τέλος επέτρεπε παρεμβάσεις στο έργο των εποπτικών οργάνων για σκοπούς προώθησης προσωπικών και κομματικών συμφερόντων.

Η κυβέρνηση σε συνεργασία με το κομματικό κατεστημένο τοποθέτησε στο Συμβούλιο του ΧΑΚ και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άτομα ακατάλληλα για τα πόστα αυτά απλώς και μόνο επειδή ήταν οι εκλεκτοί των κομμάτων. Το γεγονός ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναγνώρισε το πρόβλημα και παραδέχτηκε τις ευθύνες της κυβέρνησης είναι μια θετική εξέλιξη. Για να έχει όμως και πρακτική σημασία θα πρέπει να συνοδεύεται και από μια αλλαγή νοοτροπίας. Θα πρέπει να αφήσουμε τους κομματικούς καταλόγους και να αρχίσουμε να ψάχνουμε για τα κατάλληλα άτομα σε άλλους χώρους, ακόμα και στο εξωτερικό. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχουμε δει τίποτε που να μας δίνει το δικαίωμα να ελπίζουμε σε κάτι τέτοιο.

Πολίτης, 16/6/2002

2 Ιουνίου 2002

Λιγότερο κράτος, εξυπνότερο κράτος

Η ανάγκη για μείωση της άμεσης εμπλοκής του κράτους στην οικονομία τυγχάνει σήμερα σχεδόν καθολικής αποδοχής. Αυτή η τάση για "λιγότερο κράτος" είναι απόρροια τριών σημαντικών εξελίξεων στο διεθνή χώρο:

  • Η βελτίωση των διεθνών σχέσεων συνέβαλε στη μείωση της καχυποψίας, και της εσωστρέφειας που δικαιολογούσαν την χειραγώγηση της οικονομίας από το κράτος.
  • Η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη κατέστησε δυνατή την εισαγωγή του ανταγωνισμού σε αγορές που παραδοσιακά θεωρούντο φυσικά μονοπώλια και αποτελούσαν αποκλειστικότητα του κράτους.
  • Η εμπειρία μερικών δεκαετιών κρατικής διαχείρισης κατέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το κράτος δεν είναι καλός επιχειρηματίας. Η κρατική εμπλοκή στην παραγωγική διαδικασία χαρακτηρίζεται γενικά από χαμηλή παραγωγικότητα, τεχνολογική στασιμότητα και διαφθορά.

Οι εξελίξεις αυτές έχουν δημιουργήσει μια δυναμική ιδιωτικοποιήσεων και ελευθεροποιήσεων που δίνουν μια σημαντική ώθηση στη διεθνή οικονομία. Καινούριες αγορές δημιουργούνται σε τομείς όπως τις συγκοινωνίες, τις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια και τις ταχυδρομικές υπηρεσίες.

Θα ήταν λάθος όμως να συμπεράνει κανείς ότι λιγότερο κράτος σημαίνει αμέτοχο κράτος. Ταυτόχρονα με την απόσυρσή του από την παραγωγική διαδικασία το κράτος αναλαμβάνει σήμερα ένα εποπτικό ρόλο ο οποίος είναι και σημαντικός και δύσκολος. Η ορθή και αποτελεσματική λειτουργία των αγορών (ειδικά των καινούριων αγορών) χρειάζεται σωστό νομοθετικό πλαίσιο και συνεχή επίβλεψη από τις αρμόδιες ρυθμιστκές αρχές. Το πλαίσιο που έχει δημιουργήσει η ΕΕ και έχει υιοθετήσει και η Κύπρος εξυπηρετεί αυτόν ακριβώς το σκοπό. Όμως η ύπαρξη του πλαισίου δεν είναι αρκετή. Τα ρυθμιστικά όργανα πρέπει να έχουν πλήρη ανεξαρτησία και να είναι επαρκώς στελεχωμένα με ικανά και προσοντούχα άτομα. Πάνω από όλα τα ρυθμιστικά όργανα πρέπει να παίρνουν στα σοβαρά την αποστολή τους που είναι η διασφάλιση του ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών.

Δυστυχώς η προϊστορία δεν μας επιτρέπει να είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι για τη σωστή λειτουργία των ρυθμιστικών αρχών στην Κύπρο. Ελάχιστοι θα υποστήριζαν ότι οι υπάρχουσες εποπτικές αρχές όπως η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού και η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης ανταποκρίθηκαν στην αποστολή τους. Η συνεχιζόμενη πρακτική του διορισμού των εκλεκτών των κομμάτων στις ρυθμιστικές αρχές συμβάλλει σημαντικά στη διαιώνιση του προβλήματος. Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι στο Συμβουλευτικό Συμβούλιο του Ρυθμιστή Τηλεπικοινωνιών διορίστηκαν τρία άτομα που είχαν προταθεί από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα, χωρίς να μπει κανείς στον κόπο να μας εξηγήσει ποια είναι τα προσόντα που καθιστούν αυτά τα άτομα κατάλληλα για αυτό το πόστο. Διερωτάται επίσης κανείς πόσο ανεξάρτητοι μπορεί να είναι όταν είτε είναι κομματικά στελέχη είτε νιώθουν υποχρεωμένοι στο κόμμα που τους πρότεινε. Ο Κύπριος πολίτης δικαιούται να νιώθει μια έντονη ανησυχία για τον τρόπο που η πολιτεία αντιμετωπίζει τη δημιουργία και λειτουργία των ρυθμιστικών αρχών και εποπτικών οργάνων.

Πολίτης, 2/6/2002