31 Οκτωβρίου 2010

Φιλοσοφία διαχωρισμού και συγκεντρωτισμού

ΑΚΕΛ και Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας "καθοδηγούνται από διαφορετική φιλοσοφία", δήλωσε την περασμένη Τρίτη ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ κος Άντρος Κυπριανού. Από μια σκοπιά, η δήλωση αυτή θα μπορούσε να ξεπεραστεί χωρίς σχολιασμό διότι λέει τα αυτονόητα. Όμως το ύφος των δηλώσεων του κου Κυπριανού δίνει έντονα την εντύπωση ότι ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ δεν διαπιστώνει απλώς μια διαφωνία αλλά κτίζει ένα τείχος. Ένα τείχος το οποίο διαχωρίζει τον κόσμο σε δύο κατηγορίες, αυτούς που ασπάζονται τη δική του φιλοσοφία και τους άλλους. Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι τεχνοκρατικός αλλά ιδεολογικός. Η διαφορά είναι ουσιαστική. Όταν δύο άτομα διαφωνούν σε κάποιο τεχνοκρατικό ζήτημα, υπάρχει η δυνατότητα να συζητήσουν με καλή διάθεση και ανοιχτό μυαλό και να βρουν μια λύση. Όταν η διαφωνία παρουσιάζεται ως ιδεολογική διάσταση, τότε κάθε περιθώριο συζήτησης εξαφανίζεται. Με τις δηλώσεις του ο κος Κυπριανού κατατάσσει τον Διοικητή της ΚΤ (και όλους όσους συμφωνούν μαζί του) στην κατηγορία των "άλλων", οι οποίοι έχουν διαφορετικές - και ίσως μη αγαθές - προθέσεις και άρα οι απόψεις τους απορρίπτονται ασυζητητί. Η προσέγγιση αυτή αναγάγει καθαρά τεχνοκρατικά ζητήματα (όπως αυτό της ΑΤΑ και του ορίου συνταξιοδότησης) σε επίπεδο θείας εντολής και τα θέτει εκτός συζήτησης, δαιμονοποιώντας ταυτόχρονα όσους τα προτείνουν.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο ερώτημα. Γιατί το ΑΚΕΛ αντέδρασε τόσο έντονα στις δηλώσεις του Διοικητή, οι οποίες στο κάτω-κάτω δεν ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενες; Παρόμοιες θέσεις με αυτές του Διοικητή έχουν διατυπωθεί από πολλούς σχολιαστές (συμπεριλαμβανομένου και του γράφοντος) και από τα περισσότερα πολιτικά κόμματα. Γιατί τόσο μένος εναντίον του Διοικητή; Έχω την εντύπωση ότι αυτό που πρωτίστως ενόχλησε είναι ότι η αμφισβήτηση προήλθε από ένα κρατικό αξιωματούχο. Έχουμε και στο παρελθόν δει ενδείξεις ότι το ΑΚΕΛ θεωρεί ότι οι κρατικοί αξιωματούχοι πρέπει να συντάσσονται με τις κυβερνητικές θέσεις και να μη δημοσιοποιούν τυχόν διαφωνίες τους. Η λογική αυτή αντανακλά και τον τρόπο που το ΑΚΕΛ λειτουργεί εσωτερικά ως κόμμα. Αυτή η συγκεντρωτική προσέγγιση είναι απόλυτα αποδεκτή σε ένα πολιτικό κόμμα, όμως δεν συμβαδίζει με τη φιλοσοφία μιας σύγχρονης πλουραλιστικής δημοκρατίας, βασικό στοιχείο της οποίας είναι η ύπαρξη ανεξάρτητων θεσμών. Θεσμοί όπως η δικαστική εξουσία, η Κεντρική Τράπεζα και οι διάφορες εποπτικές και ρυθμιστικές αρχές πρέπει να λειτουργούν ανεξάρτητα από την εκάστοτε κυβέρνηση για να μπορούν να επιτελέσουν το έργο που τους αναθέτει η πολιτεία με αποκλειστικό γνώμονα τεχνοκρατικά και όχι πολιτικά ή κομματικά κριτήρια. Η εκλελεγμένη κυβέρνηση έχει ασφαλώς το δικαίωμα να χαράζει πολιτική, δεν κατέχει όμως το αλάθητο και ούτε είναι υπεράνω κριτικής. Η ανοιχτή υπόσκαψη ενός κρατικού θεσμού από την εκτελεστική εξουσία πλήττει την αξιοπιστία του κράτους και την ίδια τη δημοκρατία.

Πολίτης, 31/10/2010

3 σχόλια:

Νικόλας Κυριάκου είπε...

Σωφρόνη, καλημερα.
Επί της ουσίας καμιά διαφωνία με οσα λες. Αν εχεις χρόνο διευκρινησε μας γιατί θεωρείς την ΑΤΑ και το συνταξιοδοτικο ως τεχνοκρατικα προβλήματα (και όχι ιδεολογικα). Ισως να μην αντιληφθηκα σωστα το πρωτο μερος του αρθρου σου;

Σωφρόνης Κληρίδης είπε...

Ευχαρίστως Νικόλα. Πιστεύω γενικά ότι τα θέματα οικονομικής πολιτικής θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται πρωτίστως ως τεχνοκρατικά ζητήματα. Η τεχνοκρατική ανάλυση είναι αυτή που θα μας αναλύσει τις επιπτώσεις των διαφόρων πολιτικών. Όταν έρθει η ώρα της επιλογής η ιδεολογία μπορεί να παίξει το ρόλο της, πάντα όμως στη βάση της τεχνοκρατικής ανάλυσης και όχι με την τυφλή προσήλωση σε "ιερές" πολιτικές.

Ας δούμε το παράδειγμα της ΑΤΑ. Το μεγάλο πλεονέκτημα της ΑΤΑ είναι γνωστό: προστατεύει την αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων των εργαζομένων. Υπάρχουν όμως και πολλά μειονεκτήματα, τα οποία συζήτησα σε παλαιότερο κείμενό μου (1). Για σήμερα είναι αρκετό να αναφέρω ένα μειονέκτημα που είναι σημαντικό και επίκαιρο. Πρόκεται για το γεγονός ότι η αύξηση του κόστους ζωής διαφέρει ανάλογα με το τι καταναλώνει ο καθένας. Αν για παράδειγμα αυξηθούν οι τιμές των τροφίμων και των καυσίμων (όπως γίνεται τον τελευταίο καιρό) αυτό θα επηρεάσει αναλογικά πολύ περισσότερο τους χαμηλόμισθους, οι οποίοι δαπανούν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους σε αυτά τα αγαθά παρά οι υψηλόμισθοι. Σύμφωνα με μελέτη του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου που δημοσιεύτηκε αυτή το βδομάδα, από την 1/1/2008 οι τιμές των βασικών αγαθών αυξήθηκαν κατά 12% και των ειδών πολυτελείας κατά 4% (2). Η ΑΤΑ υπολογίζεται ως (σταθμικός) μέσος όρος των δύο, το οποίο σημαίνει ότι υπερ-αποζημιώνει τους υψηλόμισθους και υπο-αποζημιώνει τους χαμηλόμισθους.

Θα περίμενες ότι αυτοί που παρουσιάζονται ως υποστηρικτές των χαμηλά αμειβόμενων θα ήταν οι πρώτοι που θα ζητούσαν αλλαγή αυτού του άδικου συστήματος. Κι όμως, δεν θέλουν ούτε να ακούσουν. Αυτό συμβαίνει όταν δογματοποιείται η πολιτική. Όταν πιστεύεις σε κάτι με θρησκευτική ευλάβεια δεν θέλεις ούτε καν να διανοηθείς ότι μπορεί να είναι λάθος, όσο καθαρά κι είναι τα δεδομένα.

Υπάρχει κι ένα άλλο, πρακτικό θέμα. Ποιους καλύπτει η ΑΤΑ σήμερα; Κανείς δεν ξέρει με ακρίβεια, ούτε κι οι ίδιες οι συντεχνίες. Νομίζω ότι έχω δει κάποιους υπολογισμούς που μιλούν για κάλυψη περίπου του 30% των εργαζομένων. Μα όταν σκεφτείς ότι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα απασχολούνται 71 χιλιάδες άτομα και στον τραπεζικό τομέα άλλες 10 περίπου χιλιάδες, αυτό σημαίνει ότι πολύ λίγοι άλλοι εργαζόμενοι καλύπτονται. Δηλαδή τελικά οι συντεχνίες πολεμούν για να διατηρήσουν την ΑΤΑ για τους δημόσιους και τραπεζικούς υπαλλήλους! (Δες το άρθρο μου της περασμένης βδομάδας για το θέμα).

Μακρυγόρησα, αλλά ελπίζω να ξεκαθάρισα τι εννοούσα.

Σε χαιρετώ.

(1) http://oikonomein.clerides.com/2008/08/blog-post.html

(2) http://www.ucy.ac.cy/data/ecorece/Distributional%20Effects%20of%20the%20Economic%20Crisis_.pdf

Νικόλας Κυριάκου είπε...

σ ευχαριστω Σωφρονη. Εξαιρετικα διαφωτιστικη η απαντηση σου