Μια από τις υποσχέσεις που είχε δώσει ο Μπαράκ Ομπάμα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας στις ΗΠΑ ήταν ότι θα πολεμούσε τον κομματισμό και θα επιζητούσε τη συναίνεση στη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Με την εκλογή του ξεκίνησε τη προσπάθεια μεταρρύθμισης του Αμερικανικού συστήματος υγείας. Παρόλο που θα μπορούσε να περάσει το νομοσχέδιο με τις ψήφους των Δημοκρατικών, κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για αρκετούς μήνες να εξασφαλίσει τη στήριξη μερικών έστω Ρεπουμπλικάνων. Τον περασμένο Ιανουάριο φαινόταν να είχε χάσει το παιγνίδι. Ούτε ένας Ρεπουμπλικάνος δεν βρέθηκε να στηρίξει τη μεταρρύθμιση, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν τους Αμερικανούς πολίτες διχασμένους, και οι Δημοκρατικοί είχαν χάσει την υπερ-πλειοψηφία στη Γερουσία μετά την απώλεια της έδρας του Τεντ Κέννεντυ.
Όμως ο Ομπάμα δεν το έβαλε κάτω και σηκώνοντας όλο το βάρος στους ώμους του κατάφερε τον περασμένο μήνα να περάσει μια από τις μεγαλύτερες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στην ιστορία των ΗΠΑ, μια μεταρρύθμιση την οποία πολλοί προκάτοχοί του είχαν οραματιστεί αλλά κανείς δεν είχε καταφέρει να πετύχει. Ο Ομπάμα επιζήτησε επισταμένα τη συναίνεση, όταν όμως κατάλαβε ότι αυτό δεν τον έβγαζε πουθενά, ανάλαβε το ρίσκο να προχωρήσει μόνος.
Στο δικό μας πολιτικό σύστημα η αναζήτηση της συναίνεσης αποτελεί τρόπο ζωής. Επικρατεί μια λογική ότι μόνο αν όλοι συμφωνούμε μπορούμε να πάμε μπροστά. Όμως δεν υπάρχουν πάντα μέσες λύσεις, κι όταν υπάρχουν δεν είναι κατ' ανάγκην οι καλύτερες. Τα πεπραγμένα 35 χρόνων λειτουργίας του Εθνικού Συμβουλίου θα έπρεπε να είχαν πείσει τον καθένα ότι η συναίνεση δεν είναι πάντα δυνατή, αλλά ούτε καν επιθυμητή. Ο διάλογος είναι βέβαια πάντα χρήσιμος, όμως στο τέλος πρέπει να λαμβάνονται αποφάσεις, είτε υπάρχει συναίνεση είτε όχι. Η πολιτική μας κουλτούρα παρουσιάζει μια δυστοκία, μια ευθυνοφοβία μπροστά στη λήψη σημαντικών αποφάσεων στην απουσία συναίνεσης. Όταν όλοι συναποφασίζουν, κανείς δεν μπορεί να κατηγορηθεί όταν τα πράγματα πάνε στραβά. Αντίθετα, μονομερείς αποφάσεις όπως αυτή του Ομπάμα συνεπάγονται μεγάλο ρίσκο γιατί ταυτίζονται με το κόμμα ή άτομο που τις έλαβε. Όμως χωρίς την ανάληψη κάποιου ρίσκου η κοινωνία κινδυνεύει να μείνει στάσιμη.
Σε κάποιο βαθμό η κουλτούρα της συναίνεσης οφείλεται στο γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, στο δικό μας σύστημα ο πρόεδρος δεν διαθέτει συνήθως πλειοψηφία στη βουλή, με αποτέλεσμα να είναι αναγκαία η δημιουργία συμμαχιών. Όμως ο πρόεδρος δεν παύει να είναι αυτός που έχει εκλεγεί από το λαό στη βάση κάποιου προγράμματος και συνεπώς έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να προσπαθήσει να εφαρμόσει αυτό το πρόγραμμα. Ασφαλώς κάποιοι θα διαφωνούν, και έχουν κι αυτοί δικαίωμα και υποχρέωση να καταγράψουν τη διαφωνία τους. Στις επόμενες εκλογές, ο λαός θα κρίνει ποιος είχε δίκαιο.
Πολίτης, 11/4/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου