11 Μαρτίου 2014

Ανισότητα: Η μεγάλη πρόκληση

Δημοσιεύτηκε στο TheTOC στις 11 Μαρτίου 2014

Το ζήτημα της ανισότητας παρουσιάζει δύο πρόσωπα. Από τη μια, η ανισότητα μεταξύ χωρών μειώνεται σταθερά καθώς όλο και περισσότερες χώρες εντάσσονται στο διεθνές οικονομικό σύστημα και αποκομίζουν τα σχετικά οφέλη. Η ανάπτυξη της Κίνας από μόνη της έχει ανεβάσει αισθητά το βιοτικό επίπεδο εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Έχει μειωθεί λοιπόν σημαντικά ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας.

Από την άλλη, παρατηρείται μια αύξηση της ανισότητας στο εσωτερικό των χωρών, τόσο ανεπτυγμένων όσο και αναπτυσσόμενων όπως η Κίνα. Το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα έντονο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τα περισσότερα οφέλη από την ανάπτυξη της τελευταίας 40ετίας έχουν καταλήξει στο πλουσιότερο 1% του πληθυσμού ενώ για τη μάζα του πληθυσμού τα πραγματικά εισοδήματα έχουν μείνει ουσιαστικά στάσιμα. Η τάση αυτή ήρθε να αντιστρέψει τη λεγόμενη Μεγάλη Συμπίεση που παρατηρήθηκε την περίοδο από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι τη δεκαετία του 1970, όταν είχε παρατηρηθεί μια σημαντική μείωση της ανισότητας.

Η Μεγάλη Συμπίεση ήταν ο κύριος λόγος που η κατανομή του εισοδήματος δεν είχε απασχολήσει ιδιαίτερα τους οικονομολόγους για πολλές δεκαετίες. Τα πράγματα έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια καθώς η προσεκτική ανάλυση ιστορικών δεδομένων έχει αναδείξει φαινόμενα και τάσεις που ανατρέπουν τις μέχρι τώρα επικρατούσες απόψεις. Για μεγάλο μέρος του 20ού αιώνα το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που αναλογούσε στην εργασία παρέμενε σταθερό. Είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι αυτή ήταν ίσως η φυσική έκβαση του συστήματος. Η πεποίθηση αυτή ανατρέπεται σήμερα καθώς τα στοιχεία καταγράφουν μια σημαντική μείωση του μεριδίου της εργασίας, η οποία παρατηρείται σε πολλές χώρες και πολλούς τομείς της οικονομίας.

Ένας άλλος χρήσιμος δείκτης είναι ο λόγος του αποθέματος κεφαλαίου ως προς το εισόδημα μιας χώρας. Όσο πιο μεγάλος είναι ο λόγος, τόσο μεγαλύτερη και πιο παγιωμένη η ανισότητα. Ο δείκτης παρουσίασε μια σημαντική μείωση την περίοδο του μεσοπολέμου, παρουσιάζει όμως μια αυξητική πορεία τα τελευταία 30 χρόνια.

Οι πλείστες εξηγήσεις αυτών των αλλαγών περιστρέφονται γύρω από δύο εξελίξεις: την τεχνολογική πρόοδο και την παγκοσμιοποίηση. Η βελτίωση της τεχνολογίας, κυρίως στην πληροφορική, μείωσε τις τιμές των επενδυτικών αγαθών και ώθησε τις επιχειρήσεις να υποκαταστήσουν την εργασία με κεφάλαιο. Από την πλευρά της, η παγκοσμιοποίηση προσέφερε μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες στο κεφάλαιο και πολλά οφέλη στους καλά καταρτισμένους εργαζόμενους, από την άλλη όμως ο αυξημένος ανταγωνισμός από τις αναπτυσσόμενες χώρες συμπίεσε τα εισοδήματα μεγάλων τάξεων εργαζομένων στις ανεπτυγμένες χώρες.

Πέραν λοιπόν της αύξησης της ανισότητας υπέρ του κεφαλαίου, παρατηρείται και αυξημένη ανισότητα ανάμεσα στους ίδιους τους εργαζομένους. Η οικονομία των ανεπτυγμένων χωρών αμείβει σήμερα πλουσιοπάροχα τα σπάνια ταλέντα, τους «σούπερ σταρ» αθλητές, καλλιτέχνες και στελέχη επιχειρήσεων. Αμείβει επίσης πολύ καλά τους εργαζόμενους στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στις νέες τεχνολογίες της πληροφορικής, τομείς όπου οι χώρες αυτές υπερέχουν σημαντικά των αναπτυσσόμενων χωρών. Αντίθετα, εργαζόμενοι σε παραδοσιακούς τομείς της οικονομίας που αντιμετωπίζουν ανταγωνισμό από τις αναπτυσσόμενες χώρες βλέπουν τα εισοδήματά τους να μένουν καθηλωμένα.
Η αυξημένη ανισότητα αποτελεί απειλή για την κοινωνική σταθερότητα. Ασφαλώς η λύση δεν μπορεί να είναι η αντιστροφή της τεχνολογικής προόδου και της παγκοσμιοποίησης. Η ανθρωπότητα έχει κερδίσει πολλά από αυτά τα δύο φαινόμενα. Πρέπει όμως να βρει τρόπους καλύτερης κατανομής των οφελών που προκύπτουν. Μια καλή αρχή θα ήταν να διασφαλιστεί ότι το κεφάλαιο συνεισφέρει στα δημόσια ταμεία το μερίδιο που του αναλογεί με βάση τα κέρδη που αποκομίζει. Όμως το Α και το Ω οποιασδήποτε προσπάθειας πρέπει να είναι η παιδεία. Η παιδεία είναι ο σημαντικότερος μηχανισμός κοινωνικής ανέλιξης και το μέσο που θα δώσει στους εργαζόμενους τα εφόδια και τις δεξιότητες που θα τους επιτρέψουν να διεκδικήσουν κάτι καλύτερο στη ανταγωνιστική οικονομία του 21ου αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: