19 Δεκεμβρίου 2010

Μια χαμένη ευκαιρία για την οικονομία

Στην Κύπρο όταν μιλούμε για χαμένες ευκαιρίες συνήθως αναφερόμαστε στο Κυπριακό. Από τώρα θα μπορούμε να χρησιμοποιούμε αυτό το λεκτικό και για την οικονομία. Η ψήφιση του προϋπολογισμού του 2011 σφράγισε την απώλεια μιας μεγάλης ευκαιρίας για την επίτευξη αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στην Κυπριακή οικονομία. Η πολιτικά ήρεμη και χωρίς εκλογικές διαδικασίες περίοδος των τελευταίων 15 μηνών προσφερόταν για νηφάλιο προβληματισμό και επίτευξη συναίνεσης στα κρίσιμα και επείγοντα ζητήματα, με πρώτο και κύριο το δημοσιονομικό. Τα κόμματα ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ παρουσιάζονταν έτοιμα να αναλάβουν μέρος του πολιτικού κόστους, όμως η κυβέρνηση δεν προχώρησε, είτε γιατί δεν τολμούσε είτε γιατί δεν αντιλαμβάνεται το μέγεθος των προβλημάτων. Οι εξαγγελίες που γίνονται τώρα για έναρξη διαλόγου δεν δημιουργούν αισιοδοξία γιατί μπαίνουμε σε μια περίοδο διεργασιών στο Κυπριακό η οποία ακολουθείται από εκλογές το Μάιο (βουλευτικές) και το Δεκέμβριο (δημοτικές). Είναι αμφίβολο κατά πόσον η κυβέρνηση και τα κόμματα θα μπορέσουν να πάρουν δύσκολες αποφάσεις σε αυτές τις συνθήκες.

Αυτό που ανησυχεί κυρίως είναι η απουσία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Για μήνες ολόκληρους το κύριο θέμα που απασχόλησε το δημόσιο διάλογο ήταν κατά πόσον το έλλειμμα για το 2010 θα ήταν μεγαλύτερο ή μικρότερο του 6% - ως αν αυτό να είναι το μεγάλο πρόβλημα. Όταν αυτό επιτέλους ξεκαθάρισε, το ορόσημο μετατέθηκε στο τέλος του 2011 και ο κύριος στόχος είναι ο περιορισμός του ελλείμματος στο 4,5% ώστε να αποφύγουμε τις επιπτώσεις από την ΕΕ. Δεν υπάρχει καμία συζήτηση για το που θα είμαστε το 2012, το 2015, ή το 2020. Τα μόνα μόνιμα μέτρα που έχουν ληφθεί είναι αυξήσεις φορολογιών, και μάλιστα φορολογιών που πλήττουν δυσανάλογα τους χαμηλά αμειβόμενους. Όλα τα μέτρα για μείωση των δαπανών έχουν προσωρινό χαρακτήρα, η δε μείωση του μισθολογίου εκτός από προσωρινή είναι και θεωρητική γιατί απαιτεί συναίνεση της ΠΑΣΥΔΥ. Θεωρητικές θα πρέπει επίσης να θεωρηθούν και οι εξαγγελίες για μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, τουλάχιστον μέχρι να δούμε κάτι τέτοιο στα επίσημα στατιστικά στοιχεία. Η υιοθέτηση επώδυνων αλλά αναγκαίων μέτρων μετατίθεται σε βάθος χρόνου με την ελπίδα ότι στο μεταξύ θα προκύψει κάποια αναπάντεχη πηγή εσόδων που θα μας βγάλει από τη δύσκολη θέση.

Τους τελευταίους 12 μήνες ρωτήθηκα πολλές φορές από ξένους οικονομολόγους αν η κρίση στην Ελλάδα έχει επηρεάσει ή θα επηρεάσει και την Κύπρο. Η απάντηση που έδινα συνήθως ήταν ότι κάποιες αρνητικές επιπτώσεις θα υπάρξουν, αλλά ταυτόχρονα επεσήμανα και κάτι θετικό: ότι το πάθημα της Ελλάδας θα παραδειγματίσει τη δική μας πολιτική ηγεσία ώστε να λάβει έγκαιρα μέτρα για να αποφύγουμε παρόμοιες περιπέτειες. Θεωρώ τον εαυτό μου ρεαλιστή, όμως αυτή τη φορά ίσως ήμουν υπερβολικά αισιόδοξος.

Πολίτης, 19/12/2010

15 Δεκεμβρίου 2010

Στον απόηχο της κρίσης

[Το άρθρο είχε δημοσιευτεί στην έκδοση Ενδείκτης του Πανεπιστημίου Κύπρου, τεύχος 21, Δεκέμβριος 2010. Μπορεί να διαβαστεί πιο κάτω ή σε όμορφη μορφή pdf εδώ.] 

Την τελευταία διετία η υφήλιος έζησε τη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική κρίση από τη λεγόμενη Μεγάλη Κατάθλιψη (Great Depression) της δεκαετίας του 1930. Το πραγματικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Ευρώπης των 27 μειώθηκε κατά 4.2% το 2009 σε σχέση με το 2008. Σε κάποιες χώρες η συρρίκνωση ήταν δραματική: 13,9% στην Εσθονία, 14,7% στη Λιθουανία, 18,0% στη Λετονία. Η οικονομική επιβράδυνση οδήγησε αναπόφευκτα και σε σημαντική αύξηση της ανεργίας. Τον Ιούνιο του 2010 ο μέσος όρος της ανεργίας στην ΕΕ ήταν 9.6%· στην Ισπανία, τη Λετονία και τη Λιθουανία έφτασε ή προσέγγισε το 20%. Συγκριτικά, η Κύπρος επηρεάστηκε σαφώς λιγότερο από τις πλείστες Ευρωπαϊκές χώρες. Το πραγματικό ΑΕΠ της συρρικνώθηκε μόνο κατά 1,7% το 2009 ενώ η ανεργία φαίνεται να έχει σταθεροποιηθεί και ίσως αρχίσει να υποχωρεί από το 7,1% που είχε φτάσει το καλοκαίρι. Η Κύπρος πέρασε μια σχετικά βραχεία και ήπια ύφεση. 

Γιατί τότε όλη αυτή η φασαρία; Γιατί χρειάζεται να αφιερώσουμε ειδική έκδοση του Ενδείκτη σε μια μικρή ύφεση; Ένας λόγος είναι ότι η μείωση του ΑΕΠ το 2009 ήταν η πρώτη για την Κύπρο μετά την εισβολή. Όσοι Κύπριοι γεννήθηκαν μετά τον πόλεμο δεν είχαν βιώσει οικονομική ύφεση μέχρι πριν δυο χρόνια.  Ήταν λοιπόν ένα σημαντικό γεγονός από ιστορικής σκοπιάς. Όμως ο κύριος λόγος ενασχόλησης με το θέμα είναι ότι αυτή η μικρή ύφεση ήταν αρκετή για να αναδείξει τα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα της Κυπριακής οικονομίας: το δημοσιονομικό πρόβλημα, την ανεπαρκή χρηματοδότηση των συνταξιοδοτικών ταμείων, τη μονοδιάστατη ανάπτυξη, τη διαβρωμένη ανταγωνιστικότητα.

Το δημοσιονομικό

Η επιδείνωση των οικονομικών του κράτους ήταν δραματική. Ενώ το 2007 το κράτος παρουσίαζε δημοσιονομικό πλεόνασμα 3,4%, το 2009 βρέθηκε με έλλειμμα 6,1%,  επίπεδο στο οποίο αναμένεται να βρίσκεται και το 2010. Η ανατροπή αυτή είναι ιδιαίτερα ανησυχητική τόσο λόγω της έκτασής της όσο και για τους λόγους που την προκάλεσαν. Η επιδείνωση των δημοσιονομικών ήταν πολύ μεγαλύτερη στην Κύπρο παρά στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες (το μέσο έλλειμμα στις χώρες της ΕΕ για την ίδια περίοδο αυξήθηκε από το 0,6% στο 6,3%), κι αυτό παρά το ότι οι περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες επηρεάστηκαν από την κρίση πολύ περισσότερο από την Κύπρο και χρειάστηκε να δαπανήσουν τεράστια ποσά για να στηρίξουν τα τραπεζικά συστήματα και τις οικονομίες τους.
Η ανατροπή των δημοσιονομικών δεδομένων στην Κύπρο οφείλεται σε ένα συνδυασμό μείωσης των κρατικών εσόδων και αύξησης των δαπανών. Τα κρατικά έσοδα μειώθηκαν κατά 8,9% το 2009 σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, ενώ ταυτόχρονα οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 7,0%. Η μείωση των εσόδων ήταν αναμενόμενη λόγω της μείωσης της κατανάλωσης και των εταιρικών κερδών, όμως η μεγαλύτερη ζημιά προήλθε από την επιβράδυνση στις κατασκευές, οι οποίες είχαν αποφέρει τεράστια έσοδα στο κράτος την περίοδο 2003-2008. Το δυστύχημα είναι ότι τα έσοδα από τον κατασκευαστικό τομέα δύσκολα θα επανέλθουν στα επίπεδα που ήταν την προαναφερθείσα περίοδο, συνεπώς τα δημόσια έσοδα δεν θα ανακάμψουν αυτόματα με την έξοδο από την ύφεση. Αντίθετα, οι δημόσιες δαπάνες θα συνεχίσουν να αυξάνονται με γοργούς ρυθμούς λόγω των αυτόματων αυξήσεων τις οποίες απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο και ημιδημόσιο τομέα.

Πίνακας 1: Τα αρνητικά δεδομένα της οικονομίας

2007
2008
2009
2010*
Ρυθμός αύξησης πραγματικού ΑΕΠ (%)
5,1
3,6
-1,7
-0,4
Ανεργία (%)
4,0
3,6
5,3
7,1
Δημοσιονομικό ισοζύγιο
3,4
0,9
-6,1
-6,0
Δημόσιο χρέος (% του ΑΕΠ)
58,3
48,3
58,0
61,9
Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (% του ΑΕΠ)
-11,7
-16,8
-7,8

Πηγές: Eurostat και Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών). Τα στοιχεία για το 2010 είναι εκτιμήσεις εκτός από  την ανεργία, η οποία είναι για το μήνα Σεπτέμβριο 2010. Το δημόσιο χρέος ανέρχεται στο 103,5% του ΑΕΠ αν σε αυτό συμπεριληφθεί και το κυβερνητικό χρέος των €7,3 δις προς το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Οι αρνητικές τάσεις των δημοσίων οικονομικών αποτυπώνονται στα στοιχεία που παρατίθενται στον Πίνακα 1. Είναι σαφές ότι τα δημόσια οικονομικά δεν είναι βιώσιμα με τις σημερινές τάσεις, όμως η κατάσταση φαίνεται διαχειρίσιμη. Μια μετρημένη πολιτική συγκράτησης του ρυθμού αύξησης των μισθών στο δημόσιο σε λογικά επίπεδα θα αρκούσε ίσως για να περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα. Όμως αυτό παραβλέπει την άλλη σημαντική συνισταμένη: το κόστος των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων. Το 2007 οι δημόσιες δαπάνες για συντάξεις ήταν 6,3% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την Έκθεση για τη Δημογραφική Γήρανση του 2009 (της ΕΕ), το ποσοστό αυτό θα ανέβει στο 17,7% μέχρι το 2060, προκαλώντας τεράστιες πιέσεις στα δημόσια ταμεία. Ουσιαστικά, το κράτος υπόσχεται στους υπαλλήλους του πολύ περισσότερα από ότι του επιτρέπουν οι οικονομικές του δυνατότητες. Η διόρθωση αυτού του ανισοζυγίου είναι επιτακτική ανάγκη και όσο περισσότερο καθυστερεί, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το κόστος για όλους και κυρίως για τις επόμενες γενιές.

Τα βαθύτερα αίτια

Εδώ και τρεις τουλάχιστον δεκαετίες η Κυπριακή οικονομία ακολουθεί ένα μοντέλο ανάπτυξης με κυρίαρχο στοιχείο την υπερβολική εξάρτηση από ένα ή δύο τομείς της οικονομίας. Τη δεκαετία του 1980 κινητήριος δύναμη της οικονομίας ήταν ο τουρισμός. Η επένδυση στον τουρισμό έδωσε μεγάλη αναπτυξιακή ώθηση, όμως η ταχύτητα και η αναρχία με την οποία έγινε δημιούργησε και πολλά προβλήματα, κυρίως με την επιβάρυνση των υποδομών και του περιβάλλοντος. Το 1990 τέθηκαν οι βάσεις για να γίνει η Κύπρο διεθνές επιχειρηματικό κέντρο. Η ευτυχής (για την Κύπρο) σύμπτωση της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης κατέστησε το νησί μας ελκυστικό προορισμό κεφαλαίων από τις πιο πάνω χώρες και έδωσε μεγάλη ώθηση στην οικονομία τη δεκαετία του 1990, ενώ παράλληλα και ο τουρισμός συνέχιζε την ανοδική του πορεία. Με την νέα χιλιετία τα δεδομένα άλλαξαν και ο τουρισμός εισήλθε σε μια φθίνουσα πορεία η οποία πολύ δύσκολα θα ανατραπεί, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον. Ευτυχώς η ένταξη στην ΕΕ συνέτεινε στη μεγάλη ανάπτυξη στις κατασκευές και τις κτηματομεσιτικές υπηρεσίες, οι οποίες οδήγησαν την κούρσα της ανάπτυξης μέχρι και το ξέσπασμα της κρίσης.

Για όσους παρακολουθούσαν από κοντά την πορεία της Κυπριακής οικονομίας, η δημοσιονομική κρίση που βιώνουμε σήμερα δεν ήταν έκπληξη. Αρκετοί προειδοποιούσαν ότι η εξάρτηση από τις κατασκευές και την κτηματαγορά δεν ήταν υγιής. Ήταν αναπόφευκτο ότι αργά ή γρήγορα η δραστηριότητα στους τομείς αυτούς θα κόπαζε και το κράτος θα βρισκόταν εκτεθειμένο. Παράλληλα, η προσφορά άφθονου φθηνού χρήματος είχε οδηγήσει σε υπερδανεισμό τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είχε εκτοξευθεί στο 16,8% το 2008 και η Κύπρος έχει σήμερα το δεύτερο ψηλότερο ιδιωτικό χρέος στην ΕΕ (ως ποσοστό του ΑΕΠ). Φορτωμένη με ένα σπάταλο και αναποτελεσματικό κράτος και με τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις υπερχρεωμένα και εθισμένα στην κατανάλωση, η Κύπρος ήταν σε μια μη διατηρήσιμη πορεία. Η διεθνής κρίση απλώς επέσπευσε την αναπόφευκτη διόρθωση, φέρνοντάς την πιο νωρίς από ότι περίμεναν και οι πιο απαισιόδοξοι.

Επενδύοντας στο μέλλον

Οι κρίσεις είναι οδυνηρές, έχουν όμως και τη χρησιμότητά τους. Φέρνουν στο φως τις αδυναμίες και τα διαρθρωτικά προβλήματα μιας οικονομίας με τρόπο που η ύπαρξη τους δεν μπορεί πλέον να αμφισβητηθεί. Ανοίγει έτσι ένα παράθυρο ευκαιρίας για ριζικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα βάλουν την οικονομία σε μια νέα πορεία ανάπτυξης και ευημερίας. Οι μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η Κυπριακή οικονομία σήμερα περιστρέφονται γύρω από τρεις άξονες.

1.       Εξορθολογισμός και εκσυγχρονισμός του δημοσίου

Οι μισθοί και οι συντάξεις στο δημόσιο τομέα είναι εξωπραγματικά σε σχέση με τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας. Εκτός από τις προφανείς δημοσιονομικές επιπτώσεις, το φαινόμενο αυτό έχει και πολλές άλλες αρνητικές παρενέργειες. Οι σαφώς υπέρτεροι όροι εργασίας στο δημόσιο σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα προσελκύουν τους νέους, πολλοί εκ των οποίων επιλέγουν κλάδο σπουδών με κύριο κριτήριο την δυνατότητα εργοδότησης στο δημόσιο. Επενδύουν μερικά από τα καλύτερά τους χρόνια για να ενταχθούν σε μια λίστα αναμονής η οποία σε 5, 10, ή 20 χρόνια θα εξαργυρωθεί με ένα κυβερνητικό πόστο. Η απορρόφηση μεγάλης μερίδας του καλύτερου ανθρώπινου δυναμικού του τόπου από το δημόσιο αποστερεί τον ιδιωτικό τομέα από ικανά στελέχη και αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξή του. Η εκλογίκευση των απολαβών στο δημόσιο θα διορθώσει αυτές τις στρεβλώσεις.

Το δεύτερο ζητούμενο είναι ο επανακαθορισμός της αποστολής του δημόσιου τομέα. Η πολιτική ηγεσία δεν μπορεί να μεταχειρίζεται το δημόσιο τομέα ως όχημα βολέματος ημετέρων και χώρο εξυπηρέτησης κομματικών συμφερόντων. Αποστολή του δημόσιου τομέα πρέπει να είναι η δημιουργία και η συντήρηση δομών που να επιτρέπουν στον ιδιωτικό τομέα να λειτουργήσει σωστά και αποτελεσματικά. Ο δημόσιος τομέας πρέπει να υποβοηθά και να στηρίζει τον ιδιωτικό τομέα και όχι να τον αντιμετωπίζει ως απειλή. Το Κυπριακό δημόσιο διαθέτει πολλά ικανά στελέχη τα οποία μπορούν να πετύχουν πολλά αν τους δοθεί η ευκαιρία και τα κίνητρα.

2.       Βελτίωση των υποδομών

Η Κύπρος υστερεί σε επίπεδο υποδομών. Έχουμε ένα αρκετά καλό οδικό δίκτυο και μετά από πολλά χρόνια κατορθώσαμε να έχουμε σύγχρονα αεροδρόμια. Από κει και πέρα υπάρχουν πολλές ελλείψεις. Τα λιμάνια χρήζουν αναβάθμισης. Η κακή διαχείριση δεκαετιών τα έχει οδηγήσει στο μαρασμό και δημιουργεί στρεβλώσεις στο εισαγωγικό εμπόριο με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών των εισαγόμενων αγαθών.. Το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε για τα αεροδρόμια με την εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να εφαρμοστεί με επιτυχία και στα λιμάνια. Οι δημόσιες συγκοινωνίες είναι ανεπαρκείς με αποτέλεσμα χιλιάδες ανθρωποώρες να χάνονται στους δρόμους, με την ανάλογη επιβάρυνση και στο περιβάλλον. Η ποιότητα ζωής στις πόλεις μας υποφέρει από την έλλειψη στοιχειωδών υποδομών όπως είναι τα πεζοδρόμια, από την έλλειψη δημόσιων χώρων όπως πάρκα και πλατείες, από την κυκλοφοριακή συμφόρηση και τη γενική ακαταστασία και αναρχία που επικρατεί. Η επένδυση στις υποδομές είναι αναγκαία τόσο για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των Κυπρίων πολιτών όσο και για την προσέλκυση ξένων, είτε αυτοί είναι περιηγητές είτε είναι φοιτητές, ενδιαφερόμενοι για ιατρικές υπηρεσίες, επενδυτές ή άλλες κατηγορίες επισκεπτών που μας ενδιαφέρουν.

3.       Επένδυση σε παιδεία και έρευνα

Είναι σχεδόν καθολική η εκτίμηση ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα βρίσκεται σε καθοδική πορεία, για αυτό και προέκυψε η ανάγκη για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Όμως η μεταρρύθμιση κινείται με πάρα πολύ αργούς ρυθμούς και δεν έχει αγγίξει ακόμα θέματα κεφαλαιώδους σημασίας. Δεν έχει σημασία πόσο σπουδαία είναι τα αναλυτικά μας προγράμματα αν εξακολουθήσουμε να προσλαμβάνουμε εκπαιδευτικούς χωρίς καμία απολύτως αξιολόγηση· αν δεν δημιουργήσουμε μηχανισμούς αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου· αν δεν δοθεί στις σχολικές μονάδες μεγαλύτερη αυτονομία (συνοδευόμενη βέβαια και από την ανάλογη ευθύνη). Όλοι συμφωνούν για την ανάγκη καλλιέργειας κριτικής σκέψης  και ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας. Έχουμε όμως καθυστερήσει πάρα πολύ να περάσουμε από τη διάγνωση στη θεραπεία.

Ακούγεται συχνά ότι η Κύπρος μπορεί να καταστεί περιφερειακό κέντρο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια προσπαθούν μέσα στα πλαίσια της δικής τους φιλοσοφίας να πραγματώσουν αυτή την προοπτική. Τα δημόσια πανεπιστήμια – και κυρίως το Πανεπιστήμιο Κύπρου που έχει πλέον εδραιωθεί στο διεθνή χώρο – μπορούν να συνεισφέρουν τα μέγιστα σε αυτή την προσπάθεια. Κι όμως, το κράτος λειτουργεί αποτρεπτικά στις προσπάθειες των δημόσιων πανεπιστημίων να προσφέρουν προγράμματα σπουδών σε ξένες γλώσσες και να προσελκύσουν ξένους φοιτητές και καθηγητές. Το Κυπριακό κράτος και η Κυπριακή κοινωνία έχουν επενδύσει πολλά στα δημόσια πανεπιστήμια και έχουν προσελκύσει ζηλευτό ανθρώπινο κεφάλαιο που μπορεί να πετύχει πολλά. Είναι πραγματικά κρίμα το ίδιο το κράτος να αποτελεί τροχοπέδη στην προσπάθεια των πανεπιστημίων να ξανοιχτούν προς τα έξω.

Αναπόσπαστο μέρος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης αποτελεί και η έρευνα. Είναι γνωστό ότι η Κύπρος υστερεί στις δαπάνες για έρευνα (0,45% επί του ΑΕΠ, σε σύγκριση με 1,9% που είναι ο Ευρωπαϊκός μέσος όρος και 3% που είναι ο στόχος της ΕΕ), δεν υστερεί όμως σε ερευνητές διεθνούς ακτινοβολίας. Υπάρχει η εντύπωση ότι η έρευνα είναι για τις μεγάλες χώρες και ότι η Κύπρος δεν μπορεί να διακριθεί σε αυτό τον τομέα. Αυτό καταρρίπτεται από τα ίδια τα δεδομένα. Μικρές χώρες όπως η Φινλανδία και το Ισραήλ είναι πρωτοπόρες στο τομέα της έρευνας. Δεν υπάρχει κανένας λόγος γιατί και η Κύπρος να μην ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Ερευνητές του Πανεπιστημίου Κύπρου έχουν ήδη καταγράψει πολλές επιτυχίες στην προσέλκυση ερευνητικών προγραμμάτων, με αποκορύφωμα τις τρεις επιτυχίες στα εξαιρετικά ανταγωνιστικά προγράμματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας. Μπορούμε για πάρα πολλά, αν υπάρξει και η ανάλογη στήριξη από την πολιτεία.


Έχει λεχθεί κατά κόρον ότι κάθε κρίση αποτελεί και μια ευκαιρία. Παρόλο που τείνει να καταντήσει κλισέ, η ρήση αυτή είναι απόλυτα ορθή. Η συγκυρία είναι μοναδική για να ληφθούν αποφάσεις που θα θέσουν τις βάσεις για μια νέα εποχή ανάπτυξης και ευημερίας για την Κύπρο και τους ανθρώπους της. Το μόνο που χρειάζεται είναι τόλμη και πολιτική βούληση. 

12 Δεκεμβρίου 2010

Ένα δημοκρατικό εκλογικό σύστημα

Η στήλη κάνει σήμερα ένα διάλειμμα από τη συνηθισμένη θεματολογία για να ασχοληθεί με μια ενδιαφέρουσα πτυχή των πρόσφατων πρυτανικών εκλογών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Οι εκλογές διεξήχθησαν με το σύστημα της μεταφερόμενης ψήφου (ή αλλιώς της προτιμησιακής ψηφοφορίας). Στο σύστημα αυτό οι ψηφοφόροι δεν επιλέγουν απλώς ένα υποψήφιο αλλά έχουν τη δυνατότητα να κατατάξουν τους υποψήφιους κατά σειρά προτίμησης. Στην πρώτη καταμέτρηση ψήφων λαμβάνεται υπόψη μόνο η πρώτη προτίμηση του κάθε ψηφοφόρου. Αν κάποιος υποψήφιος πάρει πάνω από 50%, εκλέγεται. Διαφορετικά ο τελευταίος στη σειρά υποψήφιος βγαίνει εκτός διαδικασίας και οι ψήφοι αυτών που τον είχαν κατατάξει ως πρώτο μεταφέρονται (εξ ου και η ονομασία) σε αυτούς που κατατάχθηκαν δεύτεροι. Η διαδικασία συνεχίζεται μέχρι κάποιος υποψήφιος να ξεπεράσει το 50%.

Το σύστημα αυτό προσφέρει αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη συνηθισμένη διαδικασία όπου ο κάθε ψηφοφόρος επιλέγει ένα υποψήφιο. Το πρακτικό πλεονέκτημα είναι ότι γίνεται μόνο μία ψηφοφορία και έτσι αποφεύγεται το οικονομικό κόστος και η ταλαιπωρία ενός δεύτερου γύρου. Πλεονέκτημα επίσης είναι και το γεγονός ότι αποφεύγονται τα μυστικά παζάρια που γίνονται μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου. Οι όποιες διεργασίες θα γίνουν πριν τις εκλογές με μεγαλύτερη άνεση χρόνου και περισσότερη διαφάνεια.

Το πιο σημαντικό όμως πλεονέκτημα είναι ότι στο σύστημα της μεταφερόμενης ψήφου δεν υπάρχει το πρόβλημα της χαμένης ψήφου. Στη συμβατική διαδικασία των δύο γύρων, ένας ψηφοφόρος που προτιμά κάποιον υποψήφιο που δεν έχει πιθανότητες να περάσει στο δεύτερο γύρο πιθανόν να προτιμήσει να δώσει τη ψήφο του αλλού για να μην πάει χαμένη. Στο σύστημα της μεταφερόμενης ψήφου δεν υπάρχει χαμένη ψήφος. Ο ψηφοφόρος μπορεί να δώσει την ψήφο του στον υποψήφιο της αρεσκείας του και αν αυτός δεν συγκεντρώσει αρκετές ψήφους τότε η ψήφος θα μεταφερθεί στον επόμενο στη σειρά προτίμησης. Ο ψηφοφόρος δεν έχει κανένα λόγο να μην δώσει την ψήφο του σε αυτόν που πιστεύει ότι είναι ο καλύτερος. Αυτό το σύστημα είναι πιο δημοκρατικό από το συμβατικό σύστημα των δύο γύρων γιατί αποτυπώνει πιο σωστά τη βούληση του εκλογικού σώματος.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το πρόβλημα της χαμένης ψήφου οδηγεί σε περιορισμό των επιλογών των ψηφοφόρων. Για παράδειγμα, στις τελευταίες προεδρικές εκλογές είχαμε τρεις ισχυρές υποψηφιότητες με περίπου ίσες πιθανότητες επιτυχίας. Με αυτό τα δεδομένα, οποιοσδήποτε άλλος κατερχόταν ως υποψήφιος θα ήταν καταδικασμένος σε αποτυχία λόγω του προβλήματος της χαμένης ψήφου. Κάποιοι υποψήφιοι που πιθανόν να συγκέντρωναν σεβαστό ποσοστό ψήφων ίσως προτίμησαν να μην θέσουν υποψηφιότητα, περιορίζοντας έτσι τις επιλογές των ψηφοφόρων.

Το σύστημα της μεταφερόμενης ψήφου χρησιμοποιείται σε αρκετές χώρες. Αξίζει τον κόπο να το σκεφτούμε και για την Κύπρο.

Πολίτης, 12/12/2010

5 Δεκεμβρίου 2010

Στη ζώνη του λυκόφωτος

Η Κυπριακή οικονομία μόλις έχει υποβαθμιστεί από τους S&P και όλοι αναμένουν ανάλογες υποβαθμίσεις από τους Moody's και Fitch. Το ποσοστό ανεργίας ανέβηκε τον Οκτώβριο στο 7,3%, ανατρέποντας τις προηγούμενες τάσεις σταθεροποίησης και μείωσης. Η αναιμική ανάπτυξη του 1,5% και 2,2% που προβλέπεται για το 2011 και 2012 σημαίνει ότι η ανεργία θα παραμείνει σε ψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το δημοσιονομικό έλλειμμα το 2010 θα είναι για δεύτερη συνεχή χρονιά κοντά στο 6%. Το δημόσιο χρέος που ήταν στο 48% του ΑΕΠ to 2008 θα προσεγγίσει το 62% το τέλος του 2010 και προβλέπεται να ανέλθει στο 68% το 2012. Τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα δημοσιονομικά δεδομένα είναι δυσοίωνα λόγω του ασήκωτου βάρους των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει το κράτος για συντάξεις.

Θα περίμενε κανείς ότι σε μια χώρα που έχει να αντιμετωπίσει αυτά τα δεδομένα η κυβέρνηση θα έβαζε το κεφάλι κάτω για να σχεδιάσει και να προτείνει τομές. Όμως εδώ είναι Κύπρος, και στο κυβερνητικό στρατόπεδο φαίνεται να επικρατεί μια περίεργη ευφορία. Ο Υπουργός Οικονομικών μόνο που δεν άνοιξε σαμπάνιες μετά την υποβάθμιση από την S&P γιατί ο οίκος αξιολόγησης είχε αναδείξει τους κινδύνους που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα ως τον κύριο λόγο της υποβάθμισης, κάνοντας μόνο μια μικρή αναφορά στο δημοσιονομικό πρόβλημα. Ακόμα όλοι προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς οι εκτιμήσεις των S&P άλλαξαν τόσο δραματικά από τον Ιούνιο, όταν το δημοσιονομικό είχε αναδειχτεί ως το μείζον πρόβλημα. Προσπαθούμε ακόμα να καταλάβουμε πώς οι S&P πείστηκαν ότι ο προϋπολογισμός του 2011 θα επιτύχει το στόχο της μείωσης του ελλείμματος στο 4,5% τη στιγμή που ο κατατεθείς προϋπολογισμός προβλέπει έλλειμμα 5,4% και ακόμα και σήμερα (σχεδόν ένα μήνα αργότερα) δεν έχουν ακόμα συμφωνηθεί επιπρόσθετα μέτρα που θα κατεβάσουν το έλλειμμα στο 4,5%. Με ποιους μίλησαν οι S&P και τι άκουσαν;

Τις τελευταίες μέρες η κυβέρνηση πανηγυρίζει γιατί νιώθει δικαιωμένη για την πρόβλεψή της για έλλειμμα κάτω του 6% το 2010. Όμως στον προϋπολογισμό του 2010 το προβλεπόμενο έλλειμμα ήταν 4,5%, και όχι 6%. Αν δε ευσταθούν κάποιες αναφορές στον τύπο ότι το 6% επιτεύχθηκε με (σιωπηρό) ενδοκυβερνητικό δανεισμό €300 εκατομμυρίων, αυτό σημαίνει ότι μπαίνουμε σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια. Γιατί μπορεί ο ενδοκυβερνητικός δανεισμός να μην προσμετράται στον υπολογισμό του ελλείμματος, δεν παύει όμως να είναι υποχρέωση που κάποτε θα πρέπει να αποκατασταθεί.

Η ζώνη του λυκόφωτος είναι το βαθύτερο επίπεδο του ωκεανού όπου μπορεί να φτάσει το φως. Μεταφορικά αναφέρεται στις γκρίζες ζώνες μεταξύ δύο περιοχών ή καταστάσεων, π.χ. της φαντασίας και της πραγματικότητας. Η ζώνη του λυκόφωτος δεν είναι καλός προορισμός για μια οικονομία.

Πολίτης, 5/12/2010