ΑΚΕΛ και Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας "καθοδηγούνται από διαφορετική φιλοσοφία", δήλωσε την περασμένη Τρίτη ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ κος Άντρος Κυπριανού. Από μια σκοπιά, η δήλωση αυτή θα μπορούσε να ξεπεραστεί χωρίς σχολιασμό διότι λέει τα αυτονόητα. Όμως το ύφος των δηλώσεων του κου Κυπριανού δίνει έντονα την εντύπωση ότι ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ δεν διαπιστώνει απλώς μια διαφωνία αλλά κτίζει ένα τείχος. Ένα τείχος το οποίο διαχωρίζει τον κόσμο σε δύο κατηγορίες, αυτούς που ασπάζονται τη δική του φιλοσοφία και τους άλλους. Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι τεχνοκρατικός αλλά ιδεολογικός. Η διαφορά είναι ουσιαστική. Όταν δύο άτομα διαφωνούν σε κάποιο τεχνοκρατικό ζήτημα, υπάρχει η δυνατότητα να συζητήσουν με καλή διάθεση και ανοιχτό μυαλό και να βρουν μια λύση. Όταν η διαφωνία παρουσιάζεται ως ιδεολογική διάσταση, τότε κάθε περιθώριο συζήτησης εξαφανίζεται. Με τις δηλώσεις του ο κος Κυπριανού κατατάσσει τον Διοικητή της ΚΤ (και όλους όσους συμφωνούν μαζί του) στην κατηγορία των "άλλων", οι οποίοι έχουν διαφορετικές - και ίσως μη αγαθές - προθέσεις και άρα οι απόψεις τους απορρίπτονται ασυζητητί. Η προσέγγιση αυτή αναγάγει καθαρά τεχνοκρατικά ζητήματα (όπως αυτό της ΑΤΑ και του ορίου συνταξιοδότησης) σε επίπεδο θείας εντολής και τα θέτει εκτός συζήτησης, δαιμονοποιώντας ταυτόχρονα όσους τα προτείνουν.
Υπάρχει όμως και ένα άλλο ερώτημα. Γιατί το ΑΚΕΛ αντέδρασε τόσο έντονα στις δηλώσεις του Διοικητή, οι οποίες στο κάτω-κάτω δεν ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενες; Παρόμοιες θέσεις με αυτές του Διοικητή έχουν διατυπωθεί από πολλούς σχολιαστές (συμπεριλαμβανομένου και του γράφοντος) και από τα περισσότερα πολιτικά κόμματα. Γιατί τόσο μένος εναντίον του Διοικητή; Έχω την εντύπωση ότι αυτό που πρωτίστως ενόχλησε είναι ότι η αμφισβήτηση προήλθε από ένα κρατικό αξιωματούχο. Έχουμε και στο παρελθόν δει ενδείξεις ότι το ΑΚΕΛ θεωρεί ότι οι κρατικοί αξιωματούχοι πρέπει να συντάσσονται με τις κυβερνητικές θέσεις και να μη δημοσιοποιούν τυχόν διαφωνίες τους. Η λογική αυτή αντανακλά και τον τρόπο που το ΑΚΕΛ λειτουργεί εσωτερικά ως κόμμα. Αυτή η συγκεντρωτική προσέγγιση είναι απόλυτα αποδεκτή σε ένα πολιτικό κόμμα, όμως δεν συμβαδίζει με τη φιλοσοφία μιας σύγχρονης πλουραλιστικής δημοκρατίας, βασικό στοιχείο της οποίας είναι η ύπαρξη ανεξάρτητων θεσμών. Θεσμοί όπως η δικαστική εξουσία, η Κεντρική Τράπεζα και οι διάφορες εποπτικές και ρυθμιστικές αρχές πρέπει να λειτουργούν ανεξάρτητα από την εκάστοτε κυβέρνηση για να μπορούν να επιτελέσουν το έργο που τους αναθέτει η πολιτεία με αποκλειστικό γνώμονα τεχνοκρατικά και όχι πολιτικά ή κομματικά κριτήρια. Η εκλελεγμένη κυβέρνηση έχει ασφαλώς το δικαίωμα να χαράζει πολιτική, δεν κατέχει όμως το αλάθητο και ούτε είναι υπεράνω κριτικής. Η ανοιχτή υπόσκαψη ενός κρατικού θεσμού από την εκτελεστική εξουσία πλήττει την αξιοπιστία του κράτους και την ίδια τη δημοκρατία.
Πολίτης, 31/10/2010
31 Οκτωβρίου 2010
24 Οκτωβρίου 2010
Η παρακμή των μεγάλων συνδικάτων
Τα εργατικά συνδικάτα έχουν ως στόχο την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μελών τους και τη βελτίωση των όρων εργασίας τους. Από αυτή τη σκοπιά, είναι απολύτως φυσιολογικό να βλέπουμε την ΠΑΣΥΔΥ να υπερασπίζεται με σθένος τα κεκτημένα των μελών της. Αυτό που φαίνεται κάπως περίεργο είναι το γεγονός ότι συντεχνίες όπως η ΠΕΟ Και η ΣΕΚ συντάσσονται με την ΠΑΣΥΔΥ και υπερασπίζονται τα προνόμια των δημοσίων υπαλλήλων.
Το φαινόμενο αυτό οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους. Ένας λόγος - που επηρεάζει κυρίως την ΠΕΟ - είναι η αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων. Παγιδευμένες σε μια λογική ταξικής πάλης, οι συντεχνίες διαχωρίζουν τους πολίτες σε εργαζόμενους και κεφαλαιοκράτες, και υπερασπίζονται αδιάκριτα τους μεν και κατακεραυνώνουν τους δε. Η λογική αυτή εξισώνει την πωλήτρια που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό με τον ανώτατο δημόσιο υπάλληλο με όλα του τα ωφελήματα, ενώ κατατάσσει στην εχθρική παράταξη τον ελεύθερο επαγγελματία που μπορεί να εργάζεται 60 ώρες τη βδομάδα σε δύσκολες συνθήκες για να βγάλει τα προς το ζειν.
Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι η εξελικτική πορεία της οικονομίας έχει δημιουργήσει τάσεις φθοράς στα ιστορικά εργατικά συνδικάτα. Η συρρίκνωση της βιομηχανίας έχει διαβρώσει την παραδοσιακή βάση ισχύος των συντεχνιών με αποτέλεσμα να τις αποδυναμώσει σημαντικά, ενώ ταυτόχρονα έχει αυξηθεί ο ρόλος σε αυτές των εργαζομένων σε ημικρατικούς οργανισμούς. Και οι δύο τάσεις - η γενική αποδυνάμωση και η αλλαγή στις εσωτερικές ισορροπίες υπέρ των εργαζομένων στους ημικρατικούς - σπρώχνουν τις συντεχνίες προς συμπόρευση με την ΠΑΣΥΔΥ. Η γενική αποδυνάμωση των συντεχνιών τις ωθεί να συμπορευθούν με την πανίσχυρη ΠΑΣΥΔΥ με την προσδοκία ότι η τελευταία θα τις στηρίξει σε κάποια θέματα που τις ενδιαφέρουν. Η αυξημένη επιρροή των εργαζομένων στους ημικρατικούς οργανισμούς υποχρεώνει τις συντεχνίες - και ειδικά τη ΣΕΚ, η οποία εκπροσωπεί τη μεγάλη πλειοψηφία αυτών των εργαζομένων - να συντάσσονται με την ΠΑΣΥΔΥ, αφού τα συμφέροντα δημοσίων και ημιδημοσίων υπαλλήλων ταυτίζονται σχεδόν απόλυτα.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι συντεχνίες λειτουργούν ουσιαστικά ως δορυφόροι της ΠΑΣΥΔΥ, εκπροσωπώντας όλο και λιγότερο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και όλο και περισσότερο τα συμφέροντα μιας πιο προνομιούχας τάξης εργαζομένων. Οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα (εκτός των τραπεζικών υπαλλήλων) ουσιαστικά έχουν μείνει χωρίς εκπροσώπηση και τα συμφέροντά τους περνούν σε δεύτερη μοίρα. Κι όμως αυτή είναι η πιο ευάλωτη κατηγορία εργαζομένων, η οποία πληρώνει το τίμημα της οικονομικής ύφεσης υπό μορφή καθηλωμένων μισθών και αυξημένης ανεργίας.
Πολίτης, 24/10/10
Το φαινόμενο αυτό οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους. Ένας λόγος - που επηρεάζει κυρίως την ΠΕΟ - είναι η αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων. Παγιδευμένες σε μια λογική ταξικής πάλης, οι συντεχνίες διαχωρίζουν τους πολίτες σε εργαζόμενους και κεφαλαιοκράτες, και υπερασπίζονται αδιάκριτα τους μεν και κατακεραυνώνουν τους δε. Η λογική αυτή εξισώνει την πωλήτρια που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό με τον ανώτατο δημόσιο υπάλληλο με όλα του τα ωφελήματα, ενώ κατατάσσει στην εχθρική παράταξη τον ελεύθερο επαγγελματία που μπορεί να εργάζεται 60 ώρες τη βδομάδα σε δύσκολες συνθήκες για να βγάλει τα προς το ζειν.
Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι η εξελικτική πορεία της οικονομίας έχει δημιουργήσει τάσεις φθοράς στα ιστορικά εργατικά συνδικάτα. Η συρρίκνωση της βιομηχανίας έχει διαβρώσει την παραδοσιακή βάση ισχύος των συντεχνιών με αποτέλεσμα να τις αποδυναμώσει σημαντικά, ενώ ταυτόχρονα έχει αυξηθεί ο ρόλος σε αυτές των εργαζομένων σε ημικρατικούς οργανισμούς. Και οι δύο τάσεις - η γενική αποδυνάμωση και η αλλαγή στις εσωτερικές ισορροπίες υπέρ των εργαζομένων στους ημικρατικούς - σπρώχνουν τις συντεχνίες προς συμπόρευση με την ΠΑΣΥΔΥ. Η γενική αποδυνάμωση των συντεχνιών τις ωθεί να συμπορευθούν με την πανίσχυρη ΠΑΣΥΔΥ με την προσδοκία ότι η τελευταία θα τις στηρίξει σε κάποια θέματα που τις ενδιαφέρουν. Η αυξημένη επιρροή των εργαζομένων στους ημικρατικούς οργανισμούς υποχρεώνει τις συντεχνίες - και ειδικά τη ΣΕΚ, η οποία εκπροσωπεί τη μεγάλη πλειοψηφία αυτών των εργαζομένων - να συντάσσονται με την ΠΑΣΥΔΥ, αφού τα συμφέροντα δημοσίων και ημιδημοσίων υπαλλήλων ταυτίζονται σχεδόν απόλυτα.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι συντεχνίες λειτουργούν ουσιαστικά ως δορυφόροι της ΠΑΣΥΔΥ, εκπροσωπώντας όλο και λιγότερο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και όλο και περισσότερο τα συμφέροντα μιας πιο προνομιούχας τάξης εργαζομένων. Οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα (εκτός των τραπεζικών υπαλλήλων) ουσιαστικά έχουν μείνει χωρίς εκπροσώπηση και τα συμφέροντά τους περνούν σε δεύτερη μοίρα. Κι όμως αυτή είναι η πιο ευάλωτη κατηγορία εργαζομένων, η οποία πληρώνει το τίμημα της οικονομικής ύφεσης υπό μορφή καθηλωμένων μισθών και αυξημένης ανεργίας.
Πολίτης, 24/10/10
17 Οκτωβρίου 2010
Η σημασία του Νόμπελ
Το Νόμπελ είναι ένα καθαρά ατομικό βραβείο. Αναγνωρίζει και επιβραβεύει συγκεκριμένα επιτεύγματα ερευνητών που με τις ιδέες τους διευρύνουν τα όρια της ανθρώπινης γνώσης. Η βράβευση του Χριστόφορου Πισσαρίδη με το βραβείο Νόμπελ είναι λοιπόν ένα τεράστιο επίτευγμα το οποίο πρέπει να πιστωθεί αποκλειστικά και μόνο στον ίδιο το βραβευμένο. Αναπόφευκτα βέβαια, κάποια από την αίγλη που συνοδεύει το βραβείο μεταφέρεται και στους ανθρώπους και τους οργανισμούς με τους οποίους συνδέεται ο βραβευμένος επιστήμονας. Έτσι και η Κύπρος πρέπει να αισθάνεται περήφανη γιατί ένας δικός μας άνθρωπος έφτασε στην ανώτατη βαθμίδα της επιστημονικής καταξίωσης. Τα μηνύματα που παίρνουμε αυτές τις μέρες από φίλους και συνεργάτες στο εξωτερικό αποτελούν ένδειξη ότι αυτή η σύνδεση δεν περνά απαρατήρητη.
Αυτό όμως που έχει πολύ μεγαλύτερη πρακτική σημασία είναι ότι ο βραβευθείς δεν είναι απλώς κάποιος Κύπριος που διαπρέπει στο εξωτερικό. Είναι ένας άνθρωπος που διατηρεί στενούς δεσμούς με τον τόπο του και μάλιστα από τον ερχόμενο Ιανουάριο θα βρίσκεται στην Κύπρο ως τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Για να γίνει αντιληπτή η τεράστια σημασία αυτού του γεγονότος χρειάζεται να επισημάνουμε ορισμένα δεδομένα. Είναι γνωστό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πρωτοπόρες στην επιστημονική έρευνα και τα περισσότερα βραβεία Νόμπελ δίνονται σε ερευνητές που ζουν και εργάζονται στις ΗΠΑ. Στην οικονομική επιστήμη το φαινόμενο αυτό είναι ίσως ακόμα πιο έντονο από ότι είναι στις υπόλοιπες επιστήμες. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν μόνο δύο εν ζωή Νομπελίστες οικονομολόγοι εκτός ΗΠΑ (ο Selten στη Γερμανία και ο Aumann στο Ισραήλ). Δεδομένου ότι αμφότεροι είναι 80άρηδες, συμπεραίνουμε ότι από τον ερχόμενο Ιανουάριο ο μόνος ενεργός Νομπελίστας οικονομολόγος εκτός ΗΠΑ θα ζει στην Κύπρο και θα διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου! Η εδώ παρουσία του Χρ. Πισσαρίδη αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης προς το Πανεπιστήμιο Κύπρου και το Τμήμα Οικονομικών και αναβαθμίζει το κύρος τους στο διεθνή χώρο, κάτι που θα είναι εξαιρετικά χρήσιμο στις προσπάθειες προσέλκυσης φοιτητών και ακαδημαϊκού προσωπικού.
Η βράβευση Πισσαρίδη φέρνει στην επιφάνεια και τον τρόπο που η Κύπρος (δεν) αξιοποιεί τους αρίστους της. Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης ήταν διακεκριμένος και το 2001, όμως προτιμήθηκε τότε κάποιος με σαφώς λιγότερα προσόντα για το νευραλγικό πόστο του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Η υπεροχή των διασυνδέσεων επί των προσόντων είναι δυστυχώς ο κανόνας και όχι η εξαίρεση σε όλες τις εκφάνσεις τις πολιτικής μας ζωής. Ας ελπίσουμε ότι η βράβευση Πισσαρίδη θα χτυπήσει καμπανάκι και θα αποτελέσει το έναυσμα για μια καλύτερη αξιοποίηση των πολλών Κυπρίων που διαπρέπουν τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό.
Πολίτης, 17/10/2010
Μια διόρθωση: υπάρχει ακόμα ένας εν ζωή οικονομολόγος εκτός ΗΠΑ, ο James Mirrlees (Ην. Βασίλειο).
Αυτό όμως που έχει πολύ μεγαλύτερη πρακτική σημασία είναι ότι ο βραβευθείς δεν είναι απλώς κάποιος Κύπριος που διαπρέπει στο εξωτερικό. Είναι ένας άνθρωπος που διατηρεί στενούς δεσμούς με τον τόπο του και μάλιστα από τον ερχόμενο Ιανουάριο θα βρίσκεται στην Κύπρο ως τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Για να γίνει αντιληπτή η τεράστια σημασία αυτού του γεγονότος χρειάζεται να επισημάνουμε ορισμένα δεδομένα. Είναι γνωστό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πρωτοπόρες στην επιστημονική έρευνα και τα περισσότερα βραβεία Νόμπελ δίνονται σε ερευνητές που ζουν και εργάζονται στις ΗΠΑ. Στην οικονομική επιστήμη το φαινόμενο αυτό είναι ίσως ακόμα πιο έντονο από ότι είναι στις υπόλοιπες επιστήμες. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν μόνο δύο εν ζωή Νομπελίστες οικονομολόγοι εκτός ΗΠΑ (ο Selten στη Γερμανία και ο Aumann στο Ισραήλ). Δεδομένου ότι αμφότεροι είναι 80άρηδες, συμπεραίνουμε ότι από τον ερχόμενο Ιανουάριο ο μόνος ενεργός Νομπελίστας οικονομολόγος εκτός ΗΠΑ θα ζει στην Κύπρο και θα διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου! Η εδώ παρουσία του Χρ. Πισσαρίδη αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης προς το Πανεπιστήμιο Κύπρου και το Τμήμα Οικονομικών και αναβαθμίζει το κύρος τους στο διεθνή χώρο, κάτι που θα είναι εξαιρετικά χρήσιμο στις προσπάθειες προσέλκυσης φοιτητών και ακαδημαϊκού προσωπικού.
Η βράβευση Πισσαρίδη φέρνει στην επιφάνεια και τον τρόπο που η Κύπρος (δεν) αξιοποιεί τους αρίστους της. Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης ήταν διακεκριμένος και το 2001, όμως προτιμήθηκε τότε κάποιος με σαφώς λιγότερα προσόντα για το νευραλγικό πόστο του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Η υπεροχή των διασυνδέσεων επί των προσόντων είναι δυστυχώς ο κανόνας και όχι η εξαίρεση σε όλες τις εκφάνσεις τις πολιτικής μας ζωής. Ας ελπίσουμε ότι η βράβευση Πισσαρίδη θα χτυπήσει καμπανάκι και θα αποτελέσει το έναυσμα για μια καλύτερη αξιοποίηση των πολλών Κυπρίων που διαπρέπουν τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό.
Πολίτης, 17/10/2010
Μια διόρθωση: υπάρχει ακόμα ένας εν ζωή οικονομολόγος εκτός ΗΠΑ, ο James Mirrlees (Ην. Βασίλειο).
10 Οκτωβρίου 2010
Ποιοι επωμίστηκαν το κόστος της κρίσης;
Συναντήθηκε ο Υπουργός Οικονομικών με την ΠΑΣΥΔΥ αλλά η συντεχνία των δημοσίων υπαλλήλων δεν έδειξε καμία διάθεση να διευκολύνει την κυβέρνηση στην προσπάθεια συγκράτησης των δημοσίων δαπανών. Αυτό δεν πρέπει να εξέπληξε κανένα, αφού είναι γνωστό ότι η ΠΑΣΥΔΥ υπερασπίζεται με σθένος τα κεκτημένα των μελών της. Σε ανακοίνωσή της την Πέμπτη, η ΠΑΣΥΔΥ επανέλαβε τη γνωστή θέση για "δίκαιο καταμερισμό των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης" και εξέφρασε έντονη πικρία και δυσαρέσκεια "για τη συνεχιζόμενη και εντεινόμενη προσπάθεια να επωμισθούν τα βάρη μόνον οι εργαζόμενοι". Αξιοσημείωτη είναι η έξυπνη αναφορά σε "εργαζόμενους" και όχι σε δημοσίους υπαλλήλους. Με τον τρόπο αυτό η ΠΑΣΥΔΥ βάζει δημόσιους και ιδιωτικούς υπαλλήλους στο ίδιο καζάνι και εκβιάζει την υποστήριξη των συντεχνιών του ιδιωτικού τομέα. (Το γιατί οι τελευταίες πέφτουν σε αυτή την παγίδα είναι κάτι που θα απασχολήσει τη στήλη προσεχώς.)
Ποιοι έχουν επωμιστεί το κόστος της κρίσης; Το μεγαλύτερο κόστος επωμίστηκαν αναμφισβήτητα οι άνεργοι, ο αριθμός των οποίων ξεπέρασε τις 24.000 τον περασμένο Μάρτιο και παραμένει πάνω από τις 20.000. Όσον αφορά τις απολαβές, τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας δείχνουν ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2010 οι μέσες απολαβές ήταν αυξημένες κατά μόνο 1,4% σε σχέση με το αντίστοιχο του 2009 (και μειωμένες σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο). Αν λάβουμε υπόψιν ότι οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων έχουν αυξηθεί κατά περίπου 5% αυτή την περίοδο (ΑΤΑ συν προσαυξήσεις), συμπεραίνουμε ότι οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα έχουν μειωθεί τον τελευταίο χρόνο.
Όσον αφορά τις επιχειρήσεις, τα στοιχεία του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων δείχνουν ότι τα δημόσια έσοδα από τον εταιρικό φόρο ήταν μειωμένα κατά 11% το 2009 σε σχέση με το 2008, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2010 ήταν μειωμένα κατά 25% σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2009. Η μείωση αυτή αντανακλά προφανώς και ανάλογη μείωση των εταιρικών κερδών, συνεπώς και οι επιχειρήσεις έχουν νιώσει έντονα τις επιπτώσεις της κρίσης.
Τα πιο πάνω στοιχεία δείχνουν ότι το κόστος της κρίσης έχει πέσει σχεδόν αποκλειστικά στους ώμους του ιδιωτικού τομέα: στις επιχειρήσεις, στους εργαζόμενους σε αυτές, και σε όσους αναζητούν εργασία. Το μόνο κόστος που έχουν επωμιστεί οι υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα είναι ο περιορισμός των αυξήσεων τους στο 5% αντί του 7% στο οποίο έχουν συνηθίσει. Κι όμως, η ΠΑΣΥΔΥ θεωρεί ορθόν ο ιδιωτικός τομέας να φορτωθεί με ακόμα μεγαλύτερα φορολογικά βάρη ώστε τα μέλη της να συνεχίσουν να απολαμβάνουν ένα συνεχώς αυξανόμενο βιοτικό επίπεδο, εις πείσμα κάθε κρίσης.
Πολίτης, 10/10/2010
3 Οκτωβρίου 2010
Οικονομική ακυβερνησία
Παρακολουθώντας τις δηλώσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες βδομάδες με αφορμή την κατάθεση του κρατικού προϋπολογισμού, αυτό που προκαλεί τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι οι θέσεις που διατυπώνονται από πλευράς Υπουργού Οικονομικών. Ο ΥΠΟΙΚ δηλώνει ξεκάθαρα ότι τα περιθώρια εξοικονομήσεων μέσω περικοπών στις λειτουργικές δαπάνες του κράτους έχουν εξαντληθεί και ότι απαιτούνται πλέον πιο ριζικές λύσεις, υπονοώντας σαφώς τη ανάγκη μείωσης του κρατικού μισθολογίου. Επιπλέον, ο Υπουργός έχει χρησιμοποιήσει αρκετές φορές τον τελευταίο καιρό τον όρο "ωρολογιακή βόμβα" για να περιγράψει το συνταξιοδοτικό πρόβλημα.
Αποτελεί πάγια θέση της στήλης εδώ και ένα χρόνο ότι το δημοσιονομικό πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά χωρίς ριζικές τομές στις κρατικές δαπάνες για μισθούς και συντάξεις. Καταγράφουμε λοιπόν ως θετικό το γεγονός ότι ο Υπουργός τοποθετείται σήμερα με παρόμοιο τρόπο. Από την άλλη όμως, τα λόγια του Υπουργού δεν συνοδεύονται από τα αντίστοιχα μέτρα. Σύμφωνα με το έγγραφο που δημοσιεύτηκε στον τύπο, η κυβέρνηση σκοπεύει να πετύχει τον στόχο της μείωσης του ελλείμματος στο 4,5% αντλώντας γύρω στα €300 εκ. από φόρους και κάνοντας περικοπές... €20-35 εκ.! Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση φαίνεται να έχει καταθέσει τα όπλα στη μάχη των περικοπών και προσπαθεί να λύσει τα προβλήματά της φορτώνοντάς τα στους φορολογούμενους.
Ανάμεσα στα μέτρα υπάρχει και μια δειλή αναφορά σε "έναρξη διαλόγου" με τις συντεχνίες για τη δημιουργία Ταμείου Συντάξεων στο οποίο θα συνεισφέρουν και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Αυτό θα ήταν ασφαλώς μια θετική εξέλιξη, όμως αυτό το μέτρο είχε εξαγγελθεί από τον ΥΠΟΙΚ τον περασμένο Δεκέμβριο. Ποιον περιμένουμε για να ξεκινήσει ο διάλογος; Και - μια και ο λόγος περί διαλόγων - τι γίνεται με τον άλλο διάλογο με την ΠΑΣΥΔΥ που θα ξεκινούσε τον περασμένο Φεβρουάριο; Είχε ανακοινωθεί τότε ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας θα έκανε "προσωπική παρέμβαση" ώστε να διάλογος να έχει το ποθούμενο αποτέλεσμα. Έκτοτε δεν έχουμε ακούσει τίποτα για το θέμα. Ξεκίνησε καμιά φορά; Επιτεύχθηκε οποιαδήποτε πρόοδος; Ένα άλλο θέμα για το οποίο είχαμε ακούσει πολλά πριν ένα χρόνο αλλά πολύ λίγα έκτοτε είναι το θέμα της φοροδιαφυγής. Η κυβέρνηση είχε θέσει - ορθώς - ως κεντρικό στόχο της την πάταξη της φοροδιαφυγής. Εγκαταλείφθηκε και αυτή η προσπάθεια;
Οι προειδοποιήσεις του ΥΠΟΙΚ και κάποιες - δειλές έστω - προσπάθειες προώθησης τολμηρών μέτρων δείχνουν ότι στο Υπουργείο Οικονομικών υπάρχει συναίσθηση της σοβαρότητας της κατάστασης. Φαίνεται όμως ότι αυτό δεν ισχύει στο στενό κύκλο που περιβάλλει τον Πρόεδρο. Η αδυναμία του Προεδρικού να κατανοήσει τα σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και να λάβει μέτρα αντιμετώπισής τους είναι πάρα πολύ ανησυχητική.
Πολίτης, 3/10/2010