Στην προσπάθειά τους να δικαιολογήσουν την αύξηση των επιτοκίων οι τράπεζες τα έβαλαν με τον ανταγωνισμό. Ο έντονος ανταγωνισμός για καταθέσεις οδήγησε σε αύξηση των καταθετικών επιτοκίων και συνεπώς και στην αύξηση των χρεωστικών επιτοκίων. Με αυτό το επιχείρημα θα μπορούσε να δικαιλογηθεί αύξηση των επιτοκίων σε νέες πιστώσεις, δεν μπορεί όμως να δικαιολογηθεί αύξηση των περιθωρίων σε υφιστάμενα δάνεια. Κανείς δεν υποχρέωσε τις τράπεζες να αυξήσουν τα καταθετικά επιτόκια. Αν λανθασμένα έκαναν κάτι τέτοιο, παρόλο που γνώριζαν ότι τα καταθετικά επιτόκια ξεπερνούσαν τα χρεωστικά, τότε τη ζημιά πρέπει να την υποστούν οι διοικήσεις και οι μέτοχοι των τραπεζών και όχι οι πελάτες τους. Οι κακοί χειρισμοί εκ μέρους των τραπεζών δεν μπορούν να αποτελούν δικαιολογία για αύξηση των περιθωρίων σε δάνεια που έχουν παραχωρηθεί σε πολίτες ή επιχειρηματίες με συγκεκριμένους όρους, εφόσον βέβαια οι δανειζόμενοι (ανάμεσά τους και ο υποφαινόμενος) είναι συνεπείς ως προς τις δικές τους υποχρεώσεις.
Η δυνατότητα των τραπεζών να αλλάζουν τα επιτόκια κατά το δοκούν θέτει σε πολύ μειονεκτική θέση τους δανειζόμενους. Η Κεντρική Τράπεζα δηλώνει ότι δεν έχει εξουσία να παρεμβαίνει στους όρους των συμβολαίων, υπάρχει όμως σοβαρό ενδεχόμενο η επιβολή τέτοιων όρων από τις τράπεζες να αποτελεί καταχρηστική εκμετάλλευση συλλογικής δεσπόζουσας θέσης. Η Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού θα πρέπει να εξετάσει αυτό το ζήτημα, όπως και το θέμα της μείωσης των περιορισμών στη μεταφορά δανείων από τη μια τράπεζα στην άλλη ώστε οι δανειζόμενοι να μην είναι εγκλωβισμένοι σε μία τράπεζα (θέμα που έχει εγείρει και ο Διοικητής της ΚΤ). Μια τέτοια έρευνα θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλα συμβόλαια που εγκλωβίζουν τους ασφαλιζόμενους, όπως τα συμβόλαια ασφαλειών ζωής.
Πέρα από την ηθική και νομική πτυχή, θα μπορούσε κάποιος να αμφισβητήσει τη σοφία της ενέργειας των τραπεζών και από καθαρά επιχειρηματικής σκοπιάς. Η αύξηση των επιτοκίων υφιστάμενων δανείων θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες επισφάλειες και θα δημιουργήσει ρήγματα στις σχέσεις των τραπεζών με τους πελάτες τους. Το κυριότερο όμως είναι ότι το ακραίο μέτρο της μονομερούς αλλαγής των όρων υφιστάμενων συμβολαίων μοιάζει με κίνηση πανικού η οποία δημιουργεί ερωτηματικά για την οικονομική κατάσταση των τραπεζών και στέλλει ανησυχητικά μηνύματα στους καταθέτες. Και όλα αυτά χωρίς να επιλύει το άμεσο πρόβλημα ρευστότητας, αφού οι αυξημένες εισροές θα έρχονται σταδιακά.
Για την ενίσχυση της ρευστότητας οι τράπεζες ζήτησαν τη χαλάρωση των οδηγιών της ΚΤ, θέση που υποστήριξε και το Υπουργείο Οικονομικών. Μέχρι πριν λίγες μέρες ο Υπουργός Οικονομικών καθησύχαζε για την ευρωστία του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος επικαλούμενος κυρίως την πολύ καλή εποπτεία. Είναι επομένως παράδοξο να ζητείται τώρα χαλάρωση των κανονισμών που διαφύλαξαν το τραπεζικό μας σύστημα μέσα σε αυτή την κρίση. Μια εναλλακτική πρόταση ήλθε από την αντιπολίτευση, η οποία εισηγείται την κατάθεση μέρους των αποθεμάτων του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων στις τράπεζες. Η εισήγηση αυτή θυμίζει παλιές προτάσεις για επένδυση των αποθεμάτων του ΤΚΑ στο ΧΑΚ και στα Συνεργατικά Ιδρύματα. Η θέση για καλύτερη επένδυση των αποθεμάτων του ΤΚΑ με βρίσκει απόλυτο σύμφωνο, κάτι τέτοιο όμως πρέπει να γίνει μόνο μετά από προσεκτική μελέτη και αξιολόγηση όλων των επενδυτικών επιλογών και όχι εν βρασμώ ψυχής σε περίοδο κρίσης. Η τραπεζική ρευστότητα μπορεί να ενισχυθεί με άλλους τρόπους, χωρίς χαλάρωση της εποπτείας και χωρίς εμπλοκή του ΤΚΑ.
Πολίτης, 16/11/2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου