[Ευρωκέρδος 209, Απρίλιος-Ιούνιος 2019]
Μια από τις μεγαλύτερες διαχρονικές αδυναμίες του Κυπριακού πολιτικού συστήματος, αφορά τον τρόπο επιλογής των ανθρώπων που θα στελεχώσουν δημόσιους και ημικρατικούς οργανισμούς, ανεξάρτητα συμβούλια και εποπτικές αρχές. Το θέμα είναι πάντα επίκαιρο, ιδιαίτερα όμως την τελευταία περίοδο λόγω του πορίσματος για το Συνεργατισμό και της διαδοχής στην Κεντρική Τράπεζα (σημείωση: το παρόν γράφτηκε πριν ανακοινωθεί η επιλογή για την ΚΤΚ).
Η θέση του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας αποτελεί καλό παράδειγμα γιατί είναι μια από τις σημαντικότερες σε κάθε κράτος, και είναι ταυτόχρονα και εξαιρετικά απαιτητική. Ένας διοικητής θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από ήθος και εντιμότητα, να έχει άριστες γνώσεις οικονομικών και τραπεζικής, και ταυτόχρονα να έχει τις διοικητικές ικανότητες που χρειάζονται για να μπορεί να διευθύνει ένα μεγάλο οργανισμό (ειδικά όταν ο οργανισμός αντιμετωπίζει πολλά εσωτερικά προβλήματα, όπως η ΚΤΚ).
Με αυτά τα δεδομένα θα περίμενε κανείς ότι θα υπήρχε μια συστηματική διαδικασία αναζήτησης και επιλογής του κατάλληλου ανθρώπου για να αναλάβει αυτό το δύσκολο έργο. Και όμως. Εδώ και μήνες διαβάζουμε στις εφημερίδες και στα ΜΚΔ διάφορα ονόματα που κυκλοφορούν. Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει, πώς λειτουργεί η διαδικασία, πώς αξιολογούνται οι υποψήφιοι και με ποια κριτήρια. Όλα δείχνουν ότι επιλέγουμε διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας με τον ίδιο τρόπο που επιλέγουμε το κάθε μέλος διοικητικού συμβουλίου ενός ημικρατικού οργανισμού.
Το πόρισμα της ερευνητικής επιτροπής για τον Συνεργατισμό χωρίζεται σε δύο κύρια μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά την προ του 2013 περίοδο, κατά την οποία ο Συνεργατισμός φορτώθηκε με τα προβληματικά δάνεια που επέφεραν τελικά την κατάρρευση. Η επιτροπή είναι καταπελτική για το ρόλο των κομμάτων στη διακυβέρνηση των Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων (ΣΠΙ) και για το διορισμό στις επιτροπείες των ΣΠΙ ατόμων χωρίς τα απαιτούμενα προσόντα για τις θέσεις αυτές.
Το δεύτερο μέρος του πορίσματος αφορά τη διαχείριση των συσσωρευμένων προβλημάτων του Συνεργατισμού μετά το 2013. Παρά τα όσα είχαν προηγηθεί, το πάθημα δεν έγινε μάθημα. Δεν ακολουθήθηκαν αξιοκρατικές διαδικασίες επιλογής ανθρώπων για να στελεχώσουν το Συνεργατισμό σε αυτή την κρίσιμη καμπή. Το κράτος-ιδιοκτήτης δεν κράτησε τις απαραίτητες αποστάσεις από τη διεύθυνση του οργανισμού και δεν επέτρεψε την αμφισβήτηση και την αντιπαράθεση απόψεων που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερες αποφάσεις.
Υπάρχει όμως και μια σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο περιόδων, η οποία πιστεύω δεν έχει αναδειχθεί στο βαθμό που θα έπρεπε. Την περίοδο πριν το 2013, βασικό κριτήριο επιλογής προσώπων ήταν η εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων και ισορροπιών. Την περίοδο μετά το 2013 το στοιχείο αυτό εξακολουθεί μεν να υπάρχει, όμως είναι λιγότερο καθοριστικό. Το κυριότερο προσόν που φαίνεται να χρειάζεται κάποιος για να διοριστεί είναι να ανήκει σε ένα στενό επαγγελματικό/κοινωνικό κύκλο. Το κίνητρο δεν είναι (μόνο) το βόλεμα ημετέρων και η εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων, αλλά η υπερβολική αυτοπεποίθηση που φτάνει στα όρια της αλαζονείας: εμείς ξέρουμε καλύτερα.
Πώς θα πρέπει να γίνονται οι διορισμοί σε μια ευνομούμενη χώρα; Καμία διαδικασία δεν είναι αψεγάδιαστη, όμως υπάρχουν καλές διεθνείς πρακτικές από τις οποίες μπορούμε να μάθουμε. Μια απλή διαδικασία είναι η εξής: (α) όλες οι θέσεις θα δημοσιοποιούνται, μαζί με τις ευθύνες και υποχρεώσεις που συνεπάγεται η κάθε μια και τα προσόντα που απαιτεί· (β) κάθε ενδιαφερόμενος θα μπορεί να υποβάλει αίτηση σε μια ανεξάρτητη επιτροπή η οποία θα αξιολογεί τους υποψήφιους· (γ) η επιτροπή θα υποβάλει μια έκθεση με τις συστάσεις της στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο έχει την τελική ευθύνη της επιλογής.
Στο τέλος βέβαια ακόμα και η πιο άψογη διαδικασία χρειάζεται και την κατάλληλη κουλτούρα αξιοκρατίας για να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Αυτή η μεταρρύθμιση στη νοοτροπία μας αποδεικνύεται η πιο δύσκολη.
Μια από τις μεγαλύτερες διαχρονικές αδυναμίες του Κυπριακού πολιτικού συστήματος, αφορά τον τρόπο επιλογής των ανθρώπων που θα στελεχώσουν δημόσιους και ημικρατικούς οργανισμούς, ανεξάρτητα συμβούλια και εποπτικές αρχές. Το θέμα είναι πάντα επίκαιρο, ιδιαίτερα όμως την τελευταία περίοδο λόγω του πορίσματος για το Συνεργατισμό και της διαδοχής στην Κεντρική Τράπεζα (σημείωση: το παρόν γράφτηκε πριν ανακοινωθεί η επιλογή για την ΚΤΚ).
Η θέση του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας αποτελεί καλό παράδειγμα γιατί είναι μια από τις σημαντικότερες σε κάθε κράτος, και είναι ταυτόχρονα και εξαιρετικά απαιτητική. Ένας διοικητής θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από ήθος και εντιμότητα, να έχει άριστες γνώσεις οικονομικών και τραπεζικής, και ταυτόχρονα να έχει τις διοικητικές ικανότητες που χρειάζονται για να μπορεί να διευθύνει ένα μεγάλο οργανισμό (ειδικά όταν ο οργανισμός αντιμετωπίζει πολλά εσωτερικά προβλήματα, όπως η ΚΤΚ).
Με αυτά τα δεδομένα θα περίμενε κανείς ότι θα υπήρχε μια συστηματική διαδικασία αναζήτησης και επιλογής του κατάλληλου ανθρώπου για να αναλάβει αυτό το δύσκολο έργο. Και όμως. Εδώ και μήνες διαβάζουμε στις εφημερίδες και στα ΜΚΔ διάφορα ονόματα που κυκλοφορούν. Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει, πώς λειτουργεί η διαδικασία, πώς αξιολογούνται οι υποψήφιοι και με ποια κριτήρια. Όλα δείχνουν ότι επιλέγουμε διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας με τον ίδιο τρόπο που επιλέγουμε το κάθε μέλος διοικητικού συμβουλίου ενός ημικρατικού οργανισμού.
Το πόρισμα της ερευνητικής επιτροπής για τον Συνεργατισμό χωρίζεται σε δύο κύρια μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά την προ του 2013 περίοδο, κατά την οποία ο Συνεργατισμός φορτώθηκε με τα προβληματικά δάνεια που επέφεραν τελικά την κατάρρευση. Η επιτροπή είναι καταπελτική για το ρόλο των κομμάτων στη διακυβέρνηση των Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων (ΣΠΙ) και για το διορισμό στις επιτροπείες των ΣΠΙ ατόμων χωρίς τα απαιτούμενα προσόντα για τις θέσεις αυτές.
Το δεύτερο μέρος του πορίσματος αφορά τη διαχείριση των συσσωρευμένων προβλημάτων του Συνεργατισμού μετά το 2013. Παρά τα όσα είχαν προηγηθεί, το πάθημα δεν έγινε μάθημα. Δεν ακολουθήθηκαν αξιοκρατικές διαδικασίες επιλογής ανθρώπων για να στελεχώσουν το Συνεργατισμό σε αυτή την κρίσιμη καμπή. Το κράτος-ιδιοκτήτης δεν κράτησε τις απαραίτητες αποστάσεις από τη διεύθυνση του οργανισμού και δεν επέτρεψε την αμφισβήτηση και την αντιπαράθεση απόψεων που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερες αποφάσεις.
Υπάρχει όμως και μια σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο περιόδων, η οποία πιστεύω δεν έχει αναδειχθεί στο βαθμό που θα έπρεπε. Την περίοδο πριν το 2013, βασικό κριτήριο επιλογής προσώπων ήταν η εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων και ισορροπιών. Την περίοδο μετά το 2013 το στοιχείο αυτό εξακολουθεί μεν να υπάρχει, όμως είναι λιγότερο καθοριστικό. Το κυριότερο προσόν που φαίνεται να χρειάζεται κάποιος για να διοριστεί είναι να ανήκει σε ένα στενό επαγγελματικό/κοινωνικό κύκλο. Το κίνητρο δεν είναι (μόνο) το βόλεμα ημετέρων και η εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων, αλλά η υπερβολική αυτοπεποίθηση που φτάνει στα όρια της αλαζονείας: εμείς ξέρουμε καλύτερα.
Πώς θα πρέπει να γίνονται οι διορισμοί σε μια ευνομούμενη χώρα; Καμία διαδικασία δεν είναι αψεγάδιαστη, όμως υπάρχουν καλές διεθνείς πρακτικές από τις οποίες μπορούμε να μάθουμε. Μια απλή διαδικασία είναι η εξής: (α) όλες οι θέσεις θα δημοσιοποιούνται, μαζί με τις ευθύνες και υποχρεώσεις που συνεπάγεται η κάθε μια και τα προσόντα που απαιτεί· (β) κάθε ενδιαφερόμενος θα μπορεί να υποβάλει αίτηση σε μια ανεξάρτητη επιτροπή η οποία θα αξιολογεί τους υποψήφιους· (γ) η επιτροπή θα υποβάλει μια έκθεση με τις συστάσεις της στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο έχει την τελική ευθύνη της επιλογής.
Στο τέλος βέβαια ακόμα και η πιο άψογη διαδικασία χρειάζεται και την κατάλληλη κουλτούρα αξιοκρατίας για να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Αυτή η μεταρρύθμιση στη νοοτροπία μας αποδεικνύεται η πιο δύσκολη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου