30 Ιανουαρίου 2011

ΕΤΥΚ και Κεντρική Τράπεζα


Τον τελευταίο καιρό η συντεχνία των τραπεζικών υπαλλήλων συγκρούστηκε για τον ίδιο λόγο με τις διοικήσεις δύο οργανισμών, της Τράπεζας Κύπρου και της Κεντρικής Τράπεζας. Και οι δύο οργανισμοί αποφάσισαν να επεκτείνουν την εργοδότηση ανώτατου στελέχους τους που κανονικά θα αφυπηρετούσε. Στην περίπτωση της Τράπεζας Κύπρου βρέθηκε μια συμβιβαστική λύση, ενώ στην Κεντρική Τράπεζα το θέμα παραμένει εξ όσων γνωρίζω ανοιχτό.

Από τη σκοπιά της σωστής διακυβέρνησης ενός οργανισμού, υπάρχει ένα ζήτημα κατά πόσον οι επιλογές για τις ανώτατες θέσεις πρέπει να καθορίζονται στη βάση συντεχνιακών κριτηρίων. Υπάρχει όμως κι ένα πολύ πιο σημαντικό ζήτημα, το οποίο αφορά την παρουσία της ΕΤΥΚ στην Κεντρική Τράπεζα. Για λόγους που δεν γνωρίζω αλλά φαντάζομαι έχουν να κάνουν με την ιστορική εξέλιξη των εργασιακών σχέσεων και του τραπεζικού συστήματος, η ΕΤΥΚ εκπροσωπεί όχι μόνο τους εργαζόμενους στις εμπορικές τράπεζες, αλλά και τους υπαλλήλους της Κεντρικής Τράπεζας. Το γεγονός αυτό αποτελεί μια κραυγαλέα σύγκρουση συμφερόντων και είναι απορίας άξιον γιατί ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει (εξ όσων γνωρίζω) εγερθεί θέμα.

Η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να αποκαλείται τράπεζα αλλά έχει μια εντελώς διαφορετική αποστολή από τις εμπορικές τράπεζες. Είναι η εποπτική αρχή του τραπεζικού τομέα. Αποστολή της είναι να εποπτεύει τις εμπορικές τράπεζες και να διασφαλίζει την σταθερότητα του τραπεζικού μας συστήματος. Η αποστολή αυτή τη φέρνει συχνά σε αντιπαράθεση με τις εμπορικές τράπεζες. Η ΕΤΥΚ αποτελεί βασικό συμμέτοχο του εμπορικού τραπεζικού συστήματος, τα συμφέροντα του οποίου εξυπηρετεί. Οι περιοδικές συγκρούσεις μεταξύ ΕΤΥΚ και τραπεζών είναι ουσιαστικά ενδοοικογενειακές διαφορές για το μοίρασμα της πίτας. Όλοι όμως - ΕΤΥΚ και τράπεζες - επωφελούνται όταν η πίτα γίνεται μεγαλύτερη.

Η δραστηριοποίηση της ΕΤΥΚ στην Κεντρική Τράπεζα της δίνει τη δυνατότητα να επηρεάζει τον τρόπο λειτουργίας και την αποτελεσματικότητα της εποπτικής αρχής. Από τα ωράρια (είναι δυνατόν η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου να βάζει λουκέτο την ώρα που στη Φρανκφούρτη κάνουν διάλειμμα για μεσημεριανό;) μέχρι το μισθολόγιο και θέματα προαγωγών και αφυπηρετήσεων, η Κεντρική Τράπεζα χειραγωγείται από μια συλλογική σύμβαση στον καθορισμό της οποίας δεν έχει κανένα λόγο.  Και το χειρότερο είναι ότι η συλλογική σύμβαση αποφασίζεται από αυτούς τους οποίους η Κεντρική Τράπεζα είναι εντεταλμένη να εποπτεύει. Οι εποπτευόμενοι καθορίζουν τον τρόπο λειτουργίας του εποπτεύοντος!

Είναι φανερό ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Οι υπάλληλοι της Κεντρικής Τράπεζας έχουν ασφαλώς κάθε δικαίωμα να έχουν συνδικαλιστική εκπροσώπηση. Δεν είναι όμως δυνατόν να εκπροσωπούνται από τη συντεχνία των οργανισμών τους οποίους είναι εντεταλμένοι να ελέγχουν. Χρειάζεται να γίνει μια ρύθμιση ώστε η Κεντρική Τράπεζα να μπορεί να επιτελέσει ανεπηρέαστη το σημαντικό έργο της εποπτείας του τραπεζικού συστήματος.

Πολίτης, 30/1/2011

23 Ιανουαρίου 2011

Μια δεύτερη ευκαιρία για το φυσικό αέριο


Οι μεγάλες αποφάσεις για το φυσικό αέριο λήφθηκαν το 2007. Έγιναν τότε δύο σοβαρά λάθη. Το πρώτο λάθος ήταν η δέσμευση για χερσαίο τερματικό και ο προαποκλεισμός άλλων επιλογών. Το δεύτερο λάθος ήταν η δημιουργία μονοπωλίου στην εισαγωγή φυσικού αερίου. Η ευθύνη για τα λάθη αυτά βαραίνει ολόκληρη την πολιτική ηγεσία, η οποία ουσιαστικά υπέκυψε στους εκβιασμούς της ΑΗΚ και των συντεχνιών της.

Τριάμισι χρόνια αργότερα, βρισκόμαστε μπροστά σε νέα δεδομένα τα οποία μας αναγκάζουν να επανεξετάσουμε το θέμα. Δύο είναι τα σημαντικά καινούρια στοιχεία. Το πρώτο είναι το γεγονός ότι η τιμή που έχουμε εξασφαλίσει για την προμήθεια φυσικού αερίου φαίνεται να είναι ψηλότερη του αναμενόμενου με αποτέλεσμα η προσδοκώμενη μείωση στο κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού να είναι μικρή, χωρίς να αποκλείεται και το ενδεχόμενο τελικά να μας στοιχίσει περισσότερο αν τα πράγματα πάνε στραβά. Το δεύτερο καινούριο στοιχείο είναι η ανακάλυψη κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην περιοχή μας, μια εξέλιξη που ανοίγει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες προοπτικές.

Υπάρχει η άποψη ότι θα πρέπει να αγνοήσουμε αυτά τα νέα δεδομένα και να προχωρήσουμε με τη διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη. Δυσκολεύομαι να καταλάβω αυτή τη λογική. Πριν τρία χρόνια λήφθηκε μια απόφαση με βάση τα τότε ισχύοντα δεδομένα. Ακόμα κι αν η απόφαση αυτή ήταν ορθή υπό τις περιστάσεις, δεν υπάρχει κανένας λόγο να εμμείνουμε σε αυτή αν τα νέα δεδομένα δημιουργούν καλύτερες επιλογές. Η κυβέρνηση δεν έχει καμιά υποχρέωση έναντι της Shell ή οποιασδήποτε άλλης εταιρείας. Οποιοσδήποτε προκηρύξει ένα διαγωνισμό έχει το δικαίωμα να μην προχωρήσει σε σύναψη συμφωνίας αν κρίνει ότι το αποτέλεσμα δεν είναι προς το συμφέρον του. Η μόνη υποχρέωση της κυβέρνησης είναι έναντι των πολιτών, στους οποίους οφείλει να εξασφαλίσει ηλεκτρικό ρεύμα στην χαμηλότερη δυνατή τιμή. Τυχόν εγκλωβισμός μας σε μια επιλογή που θα επιφέρει ψηλές τιμές ρεύματος για ολόκληρες δεκαετίες θα έχει τεράστιο κόστος για την οικονομία.

Με βάση τα λεχθέντα από ειδικούς και μη τις τελευταίες βδομάδες, το μόνο ασφαλές συμπέρασμα είναι ότι υπάρχουν ακόμα πολλά ερωτηματικά. Οι οικονομικές πτυχές του ζητήματος είναι περίπλοκες και οι πολιτικές προεκτάσεις του το καθιστούν ακόμα πιο σύνθετο. Ένα θετικό στοιχείο είναι ότι αυτή τη φορά φαίνεται να υπάρχει μεγαλύτερη διάθεση για ανοιχτή συζήτηση όλων των επιλογών, χωρίς περιχαράκωση σε συγκεκριμένες θέσεις. Ακόμα και η ΑΗΚ έχει αλλάξει γραμμή και δηλώνει έτοιμη να δεχτεί μέχρι και κατάργηση του μονοπωλίου. Η κυβέρνηση και τα κόμματα έχουν την ευκαιρία να επανορθώσουν το λάθος του 2007. Οφείλουν να προχωρήσουν σε προσεκτική διερεύνηση όλων των προοπτικών που ανοίγονται και να υιοθετήσουν την επιλογή που είναι η πιο συμφέρουσα για τον τόπο.

Πολίτης, 23/1/2011

16 Ιανουαρίου 2011

Η αυταπάτη των πλαφόν

Ο καθορισμός των τιμών από το κράτος είναι ίσως το κύριο χαρακτηριστικό κεντρικά σχεδιασμένων οικονομιών, όμως δεν περιορίζεται σε αυτές. Σε παλαιότερες εποχές η επιβολή περιορισμών στις τιμές αποτελούσε συνηθισμένη τακτική ακόμα και στις λεγόμενες ελεύθερες οικονομίες. Η πρακτική αυτή εγκαταλείφθηκε τις τελευταίες δεκαετίες γιατί η εμπειρία ανέδειξε πολλά προβλήματα στην εφαρμογή της.

Οι οικονομίες έχουν εξελιχτεί και γίνει πολύ πιο σύνθετες. Καινούρια αγαθά εμφανίζονται συνεχώς σε διάφορες μορφές και ποιότητες. Τα παλαιότερα αγαθά είτε αναβαθμίζονται είτε εξαφανίζονται. Είναι ανθρωπίνως αδύνατο για ένα κράτος - οποιοδήποτε κράτος - να καθορίζει τιμές για όλα αυτά τα προϊόντα με ικανοποιητικό τρόπο. Το ρόλο αυτό τον διεκπεραιώνει πολύ καλύτερα ο μηχανισμός της αγοράς. Η αγορά βέβαια δεν λειτουργεί στην εντέλεια, όμως συνήθως λειτουργεί αρκετά ικανοποιητικά. Υπάρχουν ασφαλώς και περιπτώσεις που η αγορά δεν φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα και οι τιμές των αγαθών είναι ψηλότερες από όσο θα έπρεπε να είναι. Γιατί το κράτος να μην μπορεί να παρέμβει σε αυτές τις περιπτώσεις;

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που καθιστούν την κρατική παρέμβαση δύσκολη. Η πρώτη δυσκολία αφορά το ζήτημα του εντοπισμού των περιπτώσεων που οι τιμές είναι υπερβολικά ψηλές. Πώς διαπιστώνουμε ότι ισχύει κάτι τέτοιο; Δυστυχώς δεν υπάρχει εύκολος τρόπος. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι δυνατό να γίνει μια σύγκριση με τιμές των ίδιων αγαθών σε άλλες χώρες. Για παράδειγμα, έχει διαπιστωθεί ότι οι τιμές του γάλακτος και του ηλεκτρισμού στην Κύπρο είναι από τις ψηλότερες στην Ευρώπη. Όμως το ζήτημα δεν τελειώνει εκεί. Το επόμενο βήμα είναι να διαπιστωθεί πού οφείλεται αυτή η διαφορά και κατά πόσο μπορεί να αποδοθεί στις ιδιάζουσες συνθήκες της Κύπρου. Φταίει η γεωγραφική μας απομόνωση, το μικρό μέγεθος της αγοράς, οι καιρικές συνθήκες, το κανονιστικό πλαίσιο; Μόνο όταν εξεταστούν και αποκλειστούν όλα αυτά τα ενδεχόμενα μπορεί κάποιος να μιλήσει για υπερβολικά ψηλές τιμές που να αιτιολογούν κρατική παρέμβαση. Ακόμα και τότε, η επιτυχία της παρέμβασης δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Οι επιχειρήσεις που διαθέτουν ισχύ αγοράς βρίσκουν τρόπους να αποφεύγουν τις ρυθμίσεις. Για παράδειγμα, εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι αν το κράτος θέσει πλαφόν στις τιμές του ψωμιού ή του γάλακτος, οι πωλητές θα βρουν τρόπο να αναπληρώσουν τα χαμένα κέρδη αυξάνοντας τις τιμές άλλων προϊόντων.

Είναι για όλους αυτούς τους λόγους που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εγκαταλείψει τη λογική της ρύθμισης των τιμών και προσπαθεί να χτυπήσει το πρόβλημα στη ρίζα του δίνοντας έμφαση στην ενίσχυση του ανταγωνισμού και την απελευθέρωση των αγορών και προωθώντας την κατάργηση των κρατικών ενισχύσεων, των μονοπωλίων και των περιορισμών στη δραστηριοποίηση νέων επιχειρήσεων. Αυτά είναι τα ζητήματα που πρέπει να κοιτάξουμε κι εμείς αντί να σπαταλούμε χρόνο και χρήμα σχεδιάζοντας ανώφελους και δυσεφάρμοστους περιορισμούς στις τιμές.

Πολίτης, 16/1/2011

9 Ιανουαρίου 2011

Το πολιτικό κόστος της αδράνειας

Το ξεκίνημα του νέου έτους βρίσκει την Κυπριακή οικονομία σε φάση ανάκαμψης. Όμως όλες οι ενδείξεις και εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι η ανάκαμψη θα είναι βραδεία και εύθραυστη. Παρόλο που η αρνητική πορεία του ΑΕΠ έχει αντιστραφεί από τα μέσα του περασμένου χρόνου, η ανεργία εξακολουθεί να βρίσκεται σε ψηλά επίπεδα. Πολλές επιχειρήσεις που κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες όλο αυτό το διάστημα για να αποφύγουν τις απολύσεις βρίσκονται τώρα υπό πίεση. Αν η οικονομία δεν πάρει μπρος σύντομα, υπάρχει ο κίνδυνος για περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας.

Η αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας εξαρτάται ασφαλώς σε μεγάλο βαθμό από εξωγενείς παράγοντες. Θα ήταν όμως μεγάλο λάθος να καθίσουμε και να περιμένουμε την ανάπτυξη να έρθει από αλλού. Η οικονομία μας παρουσιάζει διαρθρωτικά προβλήματα τα οποία αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη. Η χρονιά που πέρασε αποτελούσε μια ευνοϊκή συγκυρία για τη λήψη διορθωτικών μέτρων - κυρίως όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά αλλά όχι μόνο - που δυστυχώς αφέθηκε να περάσει ανεκμετάλλευτη. Το πολιτικό μας σύστημα απέτυχε να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, κυρίως διότι η κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει αντιληφθεί το μέγεθος των δημοσιονομικών προκλήσεων. Οι υποσχέσεις του κράτους προς τους υπαλλήλους του υπό τη μορφή μισθών και συντάξεων είναι ασήκωτες και θα αποτελούν βαρίδι στην οικονομία για τις επόμενες δεκαετίες. Ο διάλογος και η λήψη αποφάσεων μετατίθενται σε βάθος χρόνου.

Οι πολίτες, από τη μεριά τους, δείχνουν να έχουν επίγνωση της κατάστασης. Η δημοσκόπηση που δημοσίευσε η "Καθημερινή" πριν ένα περίπου μήνα είχε ιδιαίτερα ενδιαφέροντα στοιχεία. 83% των ερωτηθέντων δήλωσαν λίγο ή καθόλου αισιόδοξοι για την πορεία της οικονομίας το 2011. Ως ποιο σημαντικό μέτρο για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών οι ερωτηθέντες κατέταξαν τον περιορισμό του κρατικού μισθολογίου (ποσοστό 57%) με δεύτερη την πάταξη της φοροδιαφυγής (40%). Το 68% θεωρεί ότι οι μισθοί και τα ωφελήματα των υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα είναι υπερβολικά σε σχέση με την εργασία που προσφέρουν. Ανάμεσα στους πολιτικούς και διαμορφωτές οικονομικής πολιτικής, τον ψηλότερο βαθμό παίρνει ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, ακολουθούμενος από τους Αβέρωφ Νεοφύτου και Νικόλα Παπαδόπουλο. Οι ίδιοι βουλευτές φιγουράρουν στις δύο πρώτες θέσεις (με αντίθετη σειρά) στην κατάταξη των ικανότερων βουλευτών σε μια άλλη δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε στον "Πολίτη". Οι δύο πολιτικοί που πίεσαν περισσότερο για το θέμα του κρατικού μισθολογίου απολαμβάνουν της εκτίμησης των πολιτών.

Τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων καταρρίπτουν τους φόβους περί πολιτικού κόστους που θα επωμιστούν όσοι τολμήσουν να συγκρουστούν με την ΠΑΣΥΔΥ. Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών δυσανασχετεί για την αδυναμία των κομμάτων να λάβουν μέτρα και θα επικροτήσει μια προσπάθεια εκλογίκευσης των μισθών και ωφελημάτων των δημοσίων υπαλλήλων. Το πολιτικό κόστος της αδράνειας ίσως είναι μεγαλύτερο από το κόστος της δράσης.

Πολίτης, 9/1/2011