Το πάγωμα των προσλήψεων είναι το πρώτο μέτρο που υιοθετούν όλες οι κυβερνήσεις σε περιόδους δημοσιονομικής στενότητας. Πρόκειται για μια πολιτικά εύκολη λύση γιατί δεν υπάρχουν συγκεκριμένα θύματα για να διαμαρτυρηθούν. Αυτοί που ζημιώνουν είναι κυρίως αυτοί που θα προσλαμβάνονταν, οι οποίος όμως είναι άγνωστοι. Έτσι βολεύεται τόσο η κυβέρνηση, γιατί δεν αντιμετωπίζει αντιδράσεις, όσο και η αντιπολίτευση, η οποία ευελπιστεί ότι θα έχει αυτή την ευκαιρία να πληρώσει τις θέσεις όταν πάρει την εξουσία.
Η παρούσα κυβέρνηση δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι ομολογουμένως εντυπωσιακή η συχνότητα με την οποία ενημερωνόμαστε για τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων: μείωση κατά 490 από την αρχή του έτους μέχρι τέλος Απριλίου, μείωση κατά 530 μέχρι τέλος Μαϊου. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι κάτι τέτοιο παρατηρείται για πρώτη φορά στα χρονικά της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αν πράγματι διαθέτει στοιχεία που να επιβεβαιώνουν αυτό τον ισχυρισμό, είμαι βέβαιος ότι πολλοί θα ήθελαν να τα δούν.
Το πρόβλημα με το πάγωμα των προσλήψεων είναι ότι αποτελεί προσωρινό μέτρο το οποίο δεν λύνει το διαρθρωτικό πρόβλημα της διόγκωσης του κρατικού μισθολογίου. Εξ όσων γνωρίζουμε καμιά θέση στο δημόσιο δεν έχει καταργηθεί και κανένα κυβερνητικό τμήμα δεν έχει κλείσει. Το πάγωμα των προσλήψεων απλώς μεταθέτει τις ανάγκες για μικρό χρονικό διάστημα και μόλις τα δημόσια ταμεία ανασάνουν γίνονται σωρηδόν νέες προσλήψεις και το πρόβλημα διαιωνίζεται. Αυτό τον κύκλο τον έχουμε διαγράψει αρκετές φορές. Η προεδρία Παπαδόπουλου είχε ξεκινήσει με πάγωμα προσλήψεων, και μόλις έξι χρόνια αργότερα βρισκόμαστε πάλι στο ίδιο σημείο.
Πέραν του ότι δεν προσφέρει μόνιμες λύσεις, το πάγωμα των προσλήψεων δημουργεί και επιπρόσθετα προβλήματα. Η δημόσια υπηρεσία έχει μεγάλη ανάγκη από εκσυγχρονισμό. Χρειάζεται νέους ανθρώπους με νέες ιδέες και σύγχρονες αντιλήψεις, ανθρώπους που να είναι εξοικειωμένοι με τις νέες τεχνολογίες. Το πάγωμα των προσλήψεων καθυστερεί την ανανέωση της δημόσιας υπηρεσίας και αδικεί τους νέους. Σε μια περίοδο που η ανεργία των νέων βρίσκεται στο 18%, το κράτος κλείνει μια σημαντική προοπτική εργοδότησης, κυρίως για τους πτυχιούχους νέους.
Το πρόβλημα της συνεχούς διόγκωσης του κρατικού μισθολογίου δεν μπορεί να λυθεί με προσωρινά μέτρα. Αν υπάρχει υπερβολικός αριθμός δημοσίων υπαλλήλων, ας γίνουν οι απαραίτητες μελέτες και να καταργηθούν οι θέσεις που δεν χρειάζονται. Όμως υποψιάζομαι ότι τα περιθώρια κατάργησης θέσεων είναι μικρά. Οι μόνες μόνιμες λύσεις είναι η κατάργηση των αυτόματων αυξήσεων στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και η μείωση των κλιμάκων εισδοχής για τους νεοπροσληφθέντες. Είμαι βέβαιος ότι οι χιλιάδες νέοι που προσδοκούν σε εργοδότηση στο δημόσιο θα προτιμούσαν μια θέση με 15% χαμηλότερες απολαβές από τον εφιάλτη της ανεργίας.
Πολίτης, 27/6/2010
27 Ιουνίου 2010
20 Ιουνίου 2010
Επικίνδυνος συγκεντρωτισμός
Η μεταβίβαση της αρμοδιότητας της διαχείρισης του δημόσιου χρέους από την Κεντρική Τράπεζα στο Υπουργείο Οικονομικών είναι μια από τις πιο ανησυχητικές οικονομικές αποφάσεις της κυβέρνησης Χριστόφια. Όχι τόσο λόγω της ουσίας της απόφασης (παρόλο που και εκεί υπάρχει σοβαρό πρόβλημα) αλλά κυρίως γιατί προδίδει τάσεις αυταρχισμού και συγκεντρωτισμού που δεν συμβαδίζουν με την εικόνα μιας σύγχρονης Ευρωπαϊκής χώρας.
Δεν υπάρχει μία και μοναδική διεθνώς αποδεκτή πρακτική διαχείρισης του δημόσιου χρέους. Κάθε χώρα διαθέτει κάποιας μορφής υπηρεσία που αναλαμβάνει αυτή την αποστολή. Σε πολλές χώρες η υπηρεσία αυτή υπάγεται στο Υπουργείο Οικονομικών, σε άλλες στην Κεντρική Τράπεζα, ενώ σε άλλες αποτελεί ανεξάρτητη αρχή. Το πλεονέκτημα της ύπαρξης ανεξάρτητης αρχής είναι ότι επιτρέπει τη διαχείριση στη βάση τεχνοκρατικών κριτηρίων και όχι για σκοπούς εξυπηρέτησης της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής της εκάστοτε κυβέρνησης. Όμως η δημιουργία ξεχωριστής αρχής σε μια μικρή χώρα με περιορισμένη εμπειρογνωμοσύνη όπως η Κύπρος ίσως είναι πολυτέλεια. Από καθαρά τεχνοκρατική σκοπιά, αυτό που έχει σημασία είναι η υπηρεσία αυτή να είναι καλά στελεχωμένη, να έχει σαφείς αρμοδιότητες, να λειτουργεί με διαφάνεια, να ενημερώνει και να λογοδοτεί για τα πεπραγμένα της, και κυρίως να λειτουργεί ανεξάρτητα από πολιτικές πιέσεις, όπου κι αν υπάγεται.
Το ερώτημα λοιπόν είναι απλό: ποια διευθέτηση προσφέρει τις καλύτερες συνθήκες ώστε η διαχείριση του δημόσιου χρέους να γίνεται ανεξάρτητα και μακριά από πολιτικές πιέσεις; Η απάντηση είναι εξίσου απλή και προφανής. Οι πιέσεις θα είναι πολύ μεγαλύτερες στο ΥΠΟΙΚ, όπου η εκάστοτε κυβέρνηση θα θέλει να παρέμβει με στόχο να αποκομίσει εκλογικό όφελος. Το παράδειγμα της Ελλάδας είναι διαφωτιστικό και θα πρέπει να μας προβληματίσει. Το ΥΠΟΙΚ της Κύπρου έχει μια μακρά και καθόλου τιμητική προϊστορία παραγωγής αριθμών και εκτιμήσεων που βολεύουν την εκάστοτε κυβέρνηση. Το πρόβλημα ήταν ιδιαίτερα έντονο την τελευταία διετία και έχει συμβάλει στην κακή διαχείριση της οικονομικής κρίσης.
Είναι πολύ δύκολο να δικαιολογήσει κανείς την κίνηση αυτή της κυβέρνησης με βάση οικονομικά κριτήρια. Είναι ξεκάθαρο ότι η απόφαση έχει τις ρίζες της στην αντιπαράθεση που ξέσπασε από τις πρώτες βδομάδες μετά την εκλογή Χριστόφια με την άρνηση του Διοικητή της ΚΤ να συμμορφωθεί με την υπόδειξη της κυβέρνησης για πώληση των αποθεμάτων χρυσού. Η εικόνα που βγαίνει προς τα έξω είναι ότι η κυβέρνηση δεν σέβεται τους θεσμούς και συγκεντρώνει εξουσίες για να ελέγχει τόσο τις αποφάσεις όσο και την πληροφόρηση. Αν η εικόνα αυτή εμπεδωθεί, η Κύπρος κινδυνεύει να χάσει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών, με όποιες αρνητικές συνέπειες αυτό συνεπάγεται.
Πολίτης, 20/6/2010
* Περισσότερες πληροφορίες για θέματα διαχείρισης δημόσιου χρέους:
1. Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και Παγκόσμια Τράπεζα, "Guidelines for Public Debt Management," 2003.
2. Stephanou C. and D. Vittas, "Public debt management and debt market development in Cyprus: Evolution, current challenges and policy options", December 2006, Δοκίμιο Οικονομικής Πολιτικής 12-06, Κέντρο Οικονομικών Ερευνών, Πανεπιστήμιο Κύπρου.
13 Ιουνίου 2010
Στο ίδιο έργο θεατές
Για μια ακόμα φορά η κυβέρνηση κατάφερε να δημιουργήσει αναστάτωση στις αγορές, αφήνοντας να αιωρούνται φήμες και εικασίες για επιβολή έκτακτου εταιρικού φόρου. Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Τους τελευταίους εννέα μήνες η κυβέρνηση έχει ρίξει στο τραπέζι σωρεία προτάσεων για αύξηση των κρατικών εσόδων. Ανάμεσα σε αυτές τις προτάσεις υπήρχαν και πολλές καλές ιδέες. Όμως σε κάθε περίπτωση τα προτεινόμενα μέτρα ήταν ανεπαρκώς επεξεργασμένα και αιτιολογημένα, με αποτέλεσμα με το πρώτο κύμα (αναμενόμενων) αντιδράσεων η κυβέρνηση να αναγκάζεται κάθε φορά να υποχωρεί ατάκτως.
Ασφαλώς καμιά εταιρεία δεν πρόκειται να βουλιάξει αν κληθεί να πληρώσει ένα επιπρόσθετο φόρο της τάξης του 1% επί των κερδών. Το πρόβλημα είναι η αβεβαιότητα που δημιουργείται, κυρίως όσον αφορά τις ξένες εταιρείες και το καθεστώς της Κύπρου ως χώρας με ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Το 1% είναι μικρό ποσοστό, όμως η ζημιά που μπορεί να προκαλέσει είναι δυσανάλογα μεγάλη. Όσο κι αν η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι το μέτρο είναι προσωρινό, κάποιοι πιθανόν να ανησυχήσουν ότι είναι απλώς το πρώτο βήμα και ότι έπονται κι άλλες αυξήσεις. Η ανησυχία αυτή ενισχύεται από την απροθυμία της κυβέρνησης να λάβει μόνιμα μέτρα μείωσης του ελλείμματος. Η αβεβαιότητα που δημιουργείται πλήττει την ικανότητα της Κύπρου να προσελκύσεις ξένες εταιρείες.
Το χειρότερο είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο που η οικονομία έξακολουθεί να βρίσκεται σε ύφεση. Η Κεντρική Τράπεζα μόλις έχει αναθεωρήσει προς τα κάτω τις εκτιμήσεις της για την ανάπτυξη το 2010, προβλέποντας αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης (-0,5%) και για αυτή τη χρονιά. Όπως επισημαίνεται στην έκθεση της ΚΤ, η ύφεση στη ζώνη του ευρώ διήρκησε τέσσερα τρίμηνα ενώ η κυπριακή οικονομία ήδη καταγράφει ύφεση τα τελευταία πέντε τρίμηνα. Σε τέτοιες συνθήκες οι κυβερνήσεις μπορούν να ενισχύσουν τις οικονομίες τους αυξάνοντας τις δημόσιες δαπάνες. Η δημοσιονομική κατάσταση της Κύπρου δεν αφήνει πολλά περιθώρια κινήσεων προς αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσε όμως να αποφευχθεί η επιβολή νέων φορολογιών και η δημιουργία αρνητικού κλίματος στην αγορά μέχρι η οικονομία να ανακάμψει.
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να διαχειρίζεται το δημοσιονομικό έλλειμμα ως προσωρινό πρόβλημα. Επιεκντρώνεται σε μέτρα που στοχεύουν να αποφέρουν άμεσα αλλά προσωρινής φύσεως έσοδα για το κράτος και δεν κάνει καμία προσπάθεια μόνιμης συγκράτησης των δαπανών. Η πολιτική αυτή τελικά θα βλάψει - εκτός από την οικονομία - και την ίδια την κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα. Αν ληφθούν μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης τώρα, μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές οι αντιδράσεις θα έχουν κοπάσει και η κυβέρνηση θα έχει κάποια αποτελέσματα να δείξει. Αν συνεχίσει να κωλυσιεργεί, το 2012 θα έχει πολύ δύσκολο έργο.
Πολίτης, 13/6/2010
Ασφαλώς καμιά εταιρεία δεν πρόκειται να βουλιάξει αν κληθεί να πληρώσει ένα επιπρόσθετο φόρο της τάξης του 1% επί των κερδών. Το πρόβλημα είναι η αβεβαιότητα που δημιουργείται, κυρίως όσον αφορά τις ξένες εταιρείες και το καθεστώς της Κύπρου ως χώρας με ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Το 1% είναι μικρό ποσοστό, όμως η ζημιά που μπορεί να προκαλέσει είναι δυσανάλογα μεγάλη. Όσο κι αν η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι το μέτρο είναι προσωρινό, κάποιοι πιθανόν να ανησυχήσουν ότι είναι απλώς το πρώτο βήμα και ότι έπονται κι άλλες αυξήσεις. Η ανησυχία αυτή ενισχύεται από την απροθυμία της κυβέρνησης να λάβει μόνιμα μέτρα μείωσης του ελλείμματος. Η αβεβαιότητα που δημιουργείται πλήττει την ικανότητα της Κύπρου να προσελκύσεις ξένες εταιρείες.
Το χειρότερο είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο που η οικονομία έξακολουθεί να βρίσκεται σε ύφεση. Η Κεντρική Τράπεζα μόλις έχει αναθεωρήσει προς τα κάτω τις εκτιμήσεις της για την ανάπτυξη το 2010, προβλέποντας αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης (-0,5%) και για αυτή τη χρονιά. Όπως επισημαίνεται στην έκθεση της ΚΤ, η ύφεση στη ζώνη του ευρώ διήρκησε τέσσερα τρίμηνα ενώ η κυπριακή οικονομία ήδη καταγράφει ύφεση τα τελευταία πέντε τρίμηνα. Σε τέτοιες συνθήκες οι κυβερνήσεις μπορούν να ενισχύσουν τις οικονομίες τους αυξάνοντας τις δημόσιες δαπάνες. Η δημοσιονομική κατάσταση της Κύπρου δεν αφήνει πολλά περιθώρια κινήσεων προς αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσε όμως να αποφευχθεί η επιβολή νέων φορολογιών και η δημιουργία αρνητικού κλίματος στην αγορά μέχρι η οικονομία να ανακάμψει.
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να διαχειρίζεται το δημοσιονομικό έλλειμμα ως προσωρινό πρόβλημα. Επιεκντρώνεται σε μέτρα που στοχεύουν να αποφέρουν άμεσα αλλά προσωρινής φύσεως έσοδα για το κράτος και δεν κάνει καμία προσπάθεια μόνιμης συγκράτησης των δαπανών. Η πολιτική αυτή τελικά θα βλάψει - εκτός από την οικονομία - και την ίδια την κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα. Αν ληφθούν μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης τώρα, μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές οι αντιδράσεις θα έχουν κοπάσει και η κυβέρνηση θα έχει κάποια αποτελέσματα να δείξει. Αν συνεχίσει να κωλυσιεργεί, το 2012 θα έχει πολύ δύσκολο έργο.
Πολίτης, 13/6/2010
6 Ιουνίου 2010
Αβέβαιο μέλλον για τους νέους
Κάθε γενιά σημαδεύεται από τα βιώματα και τις εμπειρίες των εφηβικών και νεανικών της χρόνων. Η γενιά των σημερινών 20άρηδων της Κύπρου (περίπου όσων γεννήθηκαν μετά το 1980) είναι μοναδική από την άποψη ότι είναι η πρώτη γενιά Κυπρίων που ενηλικιώθηκε σε μια περίοδο ομαλότητας και πολιτικής σταθερότητας. Οι παλαιότερες γενιές έζησαν έντονα γεγονότα: την αγγλοκρατία και τον απελευθερωτικό αγώνα, τα ταραχώδη πρώτα χρόνια της Δημοκρατίας, τον πόλεμο και τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν. Αντίθετα, οι σημερινοί νέοι ενηλικιώθηκαν τη δεκαετία του 1990, σε μια εποχή που η Κύπρος είχε ξαναβρεί τη χαμένη από τον καιρό της εισβολής αυτοπεποίθησή της και διάνυε μια περίοδο οικονομικής άνθησης. Οι γονείς και οι παππούδες των σημερινών νέων είχαν δουλέψει σκληρά για να πετύχουν αυτό το οικονομικό θαύμα και ότι κατάφεραν να αποκτήσουν το έδωσαν στα παιδιά τους, μη ξέροντας οι ίδιοι πώς να το ξοδέψουν. Πρόσφεραν στα παιδιά τους ένα επίπεδο ζωής που οι ίδιοι δεν μπορούσαν καν να ονειρευτούν.
Σήμερα όμως αυτοί οι νέοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα δύσκολο και αβέβαιο μέλλον. Η λέξη "ύφεση" έχει προστεθεί εδώ και μερικούς μήνες στο λεξιλόγιό τους. Με την ανεργία να έχει φτάσει το 6.8%, οι προοπτικές στην αγορά εργασίας δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές. Ο μεγαλύτερος εργοδότης της Κύπρου - το κράτος - αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα και μιλά για πάγωμα των προσλήψεων για τα επόμενα τρία χρόνια. Ο ιδιωτικός τομέας είναι ακόμα στριμωγμένος λόγω της κρίσης και της περιορισμένης ρευστότητας. Η κατάσταση είναι ιδιαίτερη δύσκολη σε τομείς όπως η εκπαίδευση. Χιλιάδες νέοι προσβλέπουν σε μια θέση στα δημόσια σχολεία σε μια περίοδο που οι ανάγκες για εκπαιδευτικούς μειώνονται λόγω της χαμηλής γεννητικότητας, της στροφής προς τα ιδιωτικά σχολεία και της επικείμενης επέκτασης του ορίου συνταξιοδότησης.
Αυτό το τελευταίο έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις των νέων οι οποίοι βλέπουν την προοπτική της εξασφάλισης μιας θέσης στο δημόσιο να απομακρύνεται. Έχουν δίκαιο να ανησυχούν, όμως θα πρέπει να σκεφτούν και λίγο πιο μακριά. Ας αναλογιστούν ότι το 2045, όταν θα θέλουν να βγουν στη σύνταξη, το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων θα είναι μείον. Αν δεν γίνουν σύντομα δραστικές αλλαγές, η δική τους συντάξιμη ηλικία δεν θα είναι ούτε 60 ούτε 63 ούτε 65 αλλά θα μιλάμε πλέον για κοντά στα 70. Θα αναγκαστούν να δουλέψουν περισσότερο για να καλύψουν τα ελλείμματα και τα χρέη που θα κληρονομήσουν από τη γενιά των γονιών τους. Οι γονείς τους είναι σήμερα επικεφαλής του κράτους, των συντεχνιών και των πολιτικών κομμάτων. Σε αυτούς πρέπει να στραφούν και να τους ζητήσουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Για το καλό των παιδιών τους.
Πολίτης, 6/6/2010