Εδώ και αρκετό καιρό εμφανίζονται στον τύπο δημοσιεύματα που αναφέρονται σε αυξήσεις στις τιμές σε διάφορα είδη. Δυστυχώς όλα σχεδόν τα δημοσιεύματα στηρίζονται σε μεμονωμένα παραδείγματα πολύ μικρού αριθμού αγαθών και δεν προσφέρονται για εξαγωγή γενικών συμπερασμάτων. Η μόνη κάπως συστηματική μελέτη που έχει δει το φως της δημοσιότητας είναι αυτή του Συνδέσμου Καταναλωτών, η οποία επισημαίνει την ύπαρξη μεγάλης διασποράς στις τιμές. Όμως η διασπορά από μόνη της δεν λέει πολλά ράγματα. Για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα χρειάζονται επιστημονικές μελέτες ευρείας κλίμακας που να διεξάγονται σε τακτική βάση.
Το θέμα συζητήθηκε αυτή τη βδομάδα στην επιτροπή εμπορίου της βουλής. Δύο βουλευτές κατέθεσαν μάλιστα πρόταση νόμου που ποινικοποιεί την αισχροκέρδεια. Πρόκειται για μια εισήγηση που ακούγεται καλή στη θεωρία, πάσχει όμως από σοβαρά προβλήματα εφαρμογής στην πράξη. Υπάρχει κατ' αρχήν το πρόβλημα ορισμού της αισχροκέρδειας. Η πρόταση των βουλευτών την καθορίζει ως τη πώληση προϊόντος έναντι τιμήματος το οποίο "κατά τις περιστάσεις τελεί σε προφανή δυσαναλογία προς την αγοραία τιμή του προϊόντος." Το προφανές της δυσαναλογίας είναι βέβαια θέμα κρίσης. Αυτό που είναι σίγουρα προφανές είναι ότι ένας τέτοιος ορισμός δύσκολα θα μπορούσε να σταθεί σε δικαστήριο. Πέραν αυτού, υπάρχει το πρακτικό θέμα της αστυνόμευσης. Ποιος θα αναλάβει να βρει τους παρανομούντες; Θα δημιουργήσουμε ειδική αστυνομική δύναμη η οποία θα γυροφέρνει τα καταστήματα κοιτάζοντας ετικέτες; Ποιο θα είναι το κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος;
Θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο αν κυβέρνηση και βουλή εστιάζονταν στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τον ανταγωνισμό, ο οποίος είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να διασφαλίσει λογικές τιμές σε μακροχρόνια βάση. Δυστυχώς συχνά κάνουν ακριβώς το αντίθετο με την παραχώρηση προνομίων σε διάφορες επαγγελματικές ομάδες. Δυσχεραίνουν έτσι την πρόσβαση στην αγορά σε νέους επαγγελματίες ή επιχειρήσεις και περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Ένα τέτοιο προνόμιο είναι το δικαίωμα καθορισμού τιμοκαταλόγου που έχει παραχωρηθεί κατ' εξαίρεση και παρά τις πρόνοιες του περί ανταγωνισμού νόμου σε ορισμένους επαγγελματίες όπως οι δικηγόροι και οι οδοντίατροι. Η ίδια η πολιτεία δηλαδή έρχεται να υποσκάψει με τις ενέργειές της την νομοθεσία περί ανταγωνισμού. Καθόλου δεν βοηθάει επίσης το γεγονός ότι η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού, η οποία είναι το αρμόδιο σώμα για την εφαρμογή της νομοθεσίας, λειτουργεί σήμερα με υποτυπώδη στελέχωση.
Ανεξάρτητητα όμως από τις ενέργειες της πολιτείας, τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συμβολή του ίδιου του καταναλωτή. Έχουμε συνηθίσει να ζούμε σε μια οικονομία σε μεγάλο βαθμό ελεγχόμενη. Γίναμε παθητικοί καταναλωτές, θεωρώντας ότι το κράτος θα μας προστατεύσει από τις αυθαιρεσίες. Όμως η ελεύθερη αγορά χρειάζεται ξύπνιους και καλά πληροφορημένους καταναλωτές. Η καλλιέργεια σωστής καταναλωτικής συνείδησης είναι μια μακροχρόνια προσπάθεια στην οποία θα πρέπει να εμπλακεί η πολιτεία, οι Σύνδεσμοι Καταναλωτών, αλλά και ο κάθε ένας από εμάς.
Πολίτης, 30/11/2003